Πάμε στου Άδωνη για καφέ (Πώς ο υπουργός δείχνει την πόρτα εξόδου από το ΕΣΥ)
Ο σχεδιασμός που με συνέπεια υπηρετεί και ο ίδιος και η κυβέρνηση και το σύστημα, πίσω από τα μεγάλα λόγια και τους λαϊκισμούς που θυμίζουν εποχές Μαυρογιαλούρου (πέρασαν άραγε ποτέ οι εποχές αυτές;), ουσιαστικά αντιμετωπίζει όσους και όσες δουλεύουν στο ΕΣΥ ως κορόιδα (και όχι μόνο), ως αποτυχημένους, ως ηλίθιους και κάνει ό,τι μπορεί ώστε να οδηγήσει και αυτούς στην αγκαλιά της ελεύθερης αγοράς.
Ο τίτλος παραπέμπει στο γνωστό τραγούδι της Αλκ. Πρωτοψάλτη το οποίο σχετικά πρόσφατα ήρθε πάλι στην επικαιρότητα καθώς άλλαξε για λόγους συμπερίληψης ένας στίχος του. Η πολιτική ορθότητα της εποχής είναι πολύ ευαίσθητη στη συμπερίληψη που αποτυπώνεται στον προφορικό και γραπτό λόγο, αλλά καθόλου ευαίσθητη στη συμπερίληψη στην καθημερινή ζωή.
Το προηγούμενο χρονικό διάστημα ο υπουργός υγείας Άδωνις Γεωργιάδης εμφανιζόταν σε πληθώρα ΜΜΕ (τι πιο σύνηθες να συμβεί) και ανέφερε πως είναι διατεθειμένος να συγκρουστεί με τους ανάλγητους ιδιώτες γιατρούς που ενδιαφέρονται μόνο για το κέρδος και όχι για το εθνικό σύστημα υγείας στο οποίο θα έπρεπε να νιώθουν μέλη. Κάθε πρόταση, κάθε γράμμα, κάθε τόνος από όλο αυτό είναι λάθος.
Αφορμή για τα παραπάνω αποτέλεσε ρύθμιση του υπουργείου η οποία προβλέπει πως όποιος ιδιώτης γιατρός αρνείται να εφημερεύει σε δημόσια δομή θα αποκλείεται από τη συνταγογράφηση. Για όσους και όσες απορούν καταρχήν στο τι δουλειά έχει ένας ιδιώτης γιατρός να εφημερεύει σε δημόσιο νοσοκομείο, η ρύθμιση για ένταξη των ιδιωτών με μπλοκάκι στο σύστημα υγείας έγινε την περίοδο της πανδημίας και πέρασε στα ψιλά γράμματα (ή αντιμετωπίστηκε άλλη μια φορά ως συνήθης γκρίνια των συνδικαλιστών νοσοκομειακών γιατρών).
Ό,τι γράφει όμως δεν ξεγράφει και τώρα που υπάρχει η ανάγκη από πλευράς υπουργείου ενεργοποιείται η συγκεκριμένη διάταξη, η οποία όπως μια σειρά άλλων ήταν υποτίθεται έκτακτο μέτρο σε έκτακτες συνθήκες. Τι άλλο έχει προηγηθεί; Η πλήρης υποστελέχωση των δημοσίων δομών η οποία γίνεται όλο και πιο έντονη λόγω των συνεχών παραιτήσεων γιατρών, με αποτέλεσμα μια σειρά νοσοκομείων να μη μπορούν να εκπονήσουν προγράμματα εφημεριών σε κλινικές και εργαστήρια. Είναι αυτό άλλη μια έκτακτη συνθήκη; Ξεκάθαρα όχι, είναι η καθημερινότητα, η κανονικότητα τα τελευταία χρόνια. Μόνο που αντί το υπουργείο να ασχοληθεί με αυτό, ασχολούταν κυρίως με το πώς θα προχωρήσουν τα ιδιωτικά απογευματινά χειρουργεία, πώς δηλαδή θα ενισχυθεί η ιδιωτική λειτουργία εντός του δημοσίου συστήματος υγείας. Και ενώ λοιπόν αυτή είναι η προτεραιότητα της πολιτικής υγείας της κυβέρνησης, έρχεται τώρα ο υπουργός και απορεί για πιο λόγο ενισχύεται η ιδιωτική λειτουργία.
Παράλογο δεν είναι. Είναι μια πολιτική αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης με στόχο τους γιατρούς, ώστε να φανούν αυτοί οι υπαίτιοι για μια πολιτική που ακολουθείται εδώ και πολλά πολλά χρόνια. Όντως ένα από τα βασικά αίτια της αποχώρησης των γιατρών από το εθνικό σύστημα υγείας είναι το οικονομικό. Ποιος να το περίμενε αυτό όμως; Καλά, στον καπιταλισμό ισχύει τελικά η προσφορά και η ζήτηση; Πώς έγινε αυτό το plot twist; Ήξερε κανένας ότι επικρατεί ένα σύστημα με χρηματικές ανταλλακτικές αξίες δηλαδή; Και τι θέλουν οι γιατροί, όταν ακριβαίνουν τα πάντα να αυξάνεται και ο μισθός τους; Ας αγοράσουν λάδι με αξιοπρέπεια. Το υπουργείο έδωσε κίνητρα, όποιος-όποια θέλει να πάει να κάνει απογευματινά χειρουργεία, αν βέβαια δεν είναι χειρουργός ας πρόσεχε, ας βρει στην τελική ένα franchise να δουλέψει. Τώρα αν είναι σε νησί και δεν έχει franchise;
Και εδώ το πράγμα γίνεται ακόμα πιο αστείο. Ενώ η κυβέρνηση είναι με την ελεύθερη αγορά (και ο συγκεκριμένος υπουργός στην περίοδο του μνημονίου ήταν περήφανος για τις απολύσεις γιατρών από το τότε ΙΚΑ, εφόσον όπως δήλωνε πρέπει να διαλέξουν ή δημόσιο ή ιδιωτικό), ο υπουργός σοκάρετε που στα νησιά επικρατεί η ελεύθερη αγορά και οι γιατροί ανοίγουν δημόσια ιατρεία για να απεμπλακούν από το δημόσιο. Σοκαριστική ανακάλυψη. Όχι αυτό αλλά το γιατί ακριβώς το ίδιο δεν έχουν κάνει οι γιατροί σε όλη την επικράτεια, αφού με καθαρά οικονομικούς όρους συμφέρει πλέον οι γιατροί να ανοίγουν συλλογικά ένα ιατρείο ως εταιρεία και να το δουλεύουν εναλλάξ ενώ ταυτόχρονα θα δρουν ως μισθοφόροι με μπλοκάκι στα νοσοκομεία που έχουν κενά στις εφημερίες, καθώς με εφτά εφημερίες θα έχουν ίδιες απολαβές με όσες θα είχαν αν δούλευαν μόνο στο ΕΣΥ και έκαναν και τις εφτά εφημερίες. Και ενώ οι νομοθετικές πρωτοβουλίες του υπουργείου οδηγούν στην αποχώρηση από το ΕΣΥ, ο υπουργός εμφανίζεται να απορεί με το πώς έγινε αυτό.
Απορεί, λένε πολύ πρόθυμοι δημοσιογράφοι, γιατί δίνει κίνητρα το υπουργείο. Ποια είναι τα κίνητρα; Η δυνατότητα των απογευματινών χειρουργείων, άσχετα αν δε μιλάμε μόνο για χειρουργούς. Λεπτομέρεια. Φυσικά δεν είναι μόνο το οικονομικό το θέμα (όχι βέβαια ότι είναι κακό ένας επιστήμονας να θέλει να αποζημιωθεί για τα πολλά χρόνια σπουδών και ειδίκευσής του σε μια κοινωνία που δρα έτσι αλλά επιλέγει να μοιράζει λεφτά σε όπλα, συμμετοχές σε πολέμους, καταστολή και προπαγάνδα). Πέρα από αυτό υπάρχει η εργασιακή επισφάλεια είτε με τη μορφή των επικουρικών είτε με τα εντέλεσθε και τις μετακινήσεις που έχουν γίνει της μόδας, είναι οι κακές συνθήκες εργασίας, η ύπαρξη γιατρών πολλαπλών ταχυτήτων, ο αποκλεισμός από το ακαδημαϊκό και ερευνητικό κομμάτι το οποίο προορίζεται για την ελίτ με τα κατάλληλα φρονήματα, η απουσία προοπτικής και εξέλιξης.
Πώς υποτίθεται θα το λύσει ο υπουργός αυτό; Με το να αποκλείει τους ασθενείς ουσιαστικά από τη συνταγογράφηση στον ιδιωτικό τομέα (και την αμοιβή των δέκα ευρώ την οποία βέβαια ο δικός καθιέρωσε με τον αποτυχημένο θεσμό του οικογενειακού γιατρού ο οποίος κατέληξε σε μηχανισμό μηχανογράφησης των φαρμακείων) ο οποίος είναι και η μόνη συγκροτημένη υποδομή πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας (και πάλι εξαιτίας της εφαρμοσμένης πολιτικής υγείας). Κοινώς, στο τέλος θα την πληρώσει ο ασθενής: έλλειψη ολοκληρωμένης και συνεχής ιατρικής παρακολούθησης (δε γίνεται με περιοδεύοντες γιατρούς), επισφαλής διαμονή στην επαρχία (όπου θα είναι θέμα τύχης αν θα υπάρχει ασθενοφόρο και αν θα προλάβει), επισφαλής αντιμετώπιση στο νοσοκομείο (εφόσον δε γίνεται ένας γιατρός να αναλαμβάνει εφημερία χωρίς να έχει καμία εικόνα του τμήματος που θα εφημερεύει) και μηδενική συγκροτημένη πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας.
Σε ένα μόνο πράγμα θα μπορούσε να είχε δίκιο ο υπουργός: όντως οι ιδιώτες γιατροί θα έπρεπε να είναι και να νιώθουν κομμάτι του εθνικού συστήματος υγείας μέσα σε ένα συνολικότερο κεντρικό σχεδιασμό, μόνο που αυτός, η κυβέρνηση και το σύστημα που υπηρετεί δεν είναι με αυτό. Όπως θα αρέσκονταν και ο ίδιος να πει “τι θέλετε να γίνουμε σοβιετία”; Γιατί ο σχεδιασμός που με συνέπεια υπηρετεί και ο ίδιος και η κυβέρνηση και το σύστημα, πίσω από τα μεγάλα λόγια και τους λαϊκισμούς που θυμίζουν εποχές Μαυρογιαλούρου (πέρασαν άραγε ποτέ οι εποχές αυτές;), ουσιαστικά αντιμετωπίζει όσους και όσες δουλεύουν στο ΕΣΥ ως κορόιδα (και όχι μόνο), ως αποτυχημένους, ως ηλίθιους και κάνει ό,τι μπορεί ώστε να οδηγήσει και αυτούς στην αγκαλιά της ελεύθερης αγοράς. Το ζητούμενο όμως δεν είναι τι θα κάνουν (ή τι θα αναγκαστούν να κάνουν) μόνο οι γιατροί, αλλά τι θα κάνουν οι πολίτες, τόσο σε τοπικό όσο και σε εθνικό επίπεδο.
Πάνος Χριστοδούλου, Βιοπαθολόγος/Εργαστηριακός Ιατρός, MSc Διοίκησης Μονάδων Υγείας, MSc Διατροφής, Τροφίμων και Μικροβιώματος, Υποψήφιος Διδάκτορας Ιατρικής Πανεπιστημίου Πατρών, PGCert Διαχείρισης κρίσεων στη δημόσια υγεία και ανθρωπιστικής απάντησης