«Πειραιάς βαθύς»: Η τρίτη στη σειρά αριστοτεχνική ανατομία του Πειραιά
Επειδή για κάθε χασικλή του Πειραιά που δεν φοβάται να ρισκάρει, θα υπάρχει πάντα κάποιος καθωσπρέπει κύριος που θα φοβάται μήπως τα χάσει όλα και ανάμεσα σε αυτήν την ανελέητη αντίθεση όλοι εμείς που ακροβατούμε, λοξοκοιτώντας πότε προς τη μία και πότε προς την άλλη μεριά…
«Ιδίως στον Πειραιά, αν ήσουν άοπλος ήσουν ξεγραμμένος», γράφει σε κάποιο σημείο του βιβλίου ο Διονύσης Χαριτόπουλος, αποτυπώνοντας με παραστατικότητα και ακρίβεια την ατμόσφαιρα μιας περιοχής και μιας περιόδου, όπου επικρατούσε ο φόβος, η αβεβαιότητα, η αναφυλαξία, αλλά και το μεράκι, τα όνειρα και η ελπίδα για μια καλύτερη ζωή.
Νταήδες που τσακώνονται μεταξύ τους, παλικάρια που κάνουν τους καμπόσους ή σφάζονται για την καρδιά μιας γυναίκας, άνθρωποι που σκοτώνουν για ψύλλου πήδημα, μαστροποί και πόρνες, είναι μόνο μερικοί από τους χαρακτήρες που δομεί ο συγγραφέας στο βιβλίο του μέσα στις σύντομες, αλλά στέρεα δουλεμένες και δομημένες ιστορίες του.
Με φόντο το λιμάνι του Πειραιά και τις περιοχές γύρω απ’ αυτό, ο συγγραφέας φέρνει στην επιφάνεια πραγματικά περιστατικά ανάμεσα σε ανθρώπους παθιασμένους, που αποτελούν ταυτόχρονα θύματα και θύτες της ανάγκης τους για ανέλιξη και απεγκλωβισμό από έναν φαύλο κύκλο βίας, αδικιών, αλλά κυρίως φτώχειας και έλλειψης προοπτικής.
«Όταν πεθαίνει η αγάπη, πρέπει να τελειώνει κι η ζωή», λέει κάποια στιγμή ο πρωταγωνιστής σε μία από τις ιστορίες του βιβλίου, όπου ερωτεύεται την πόρνη με την οποία πηγαίνει στο μπουρδέλο. Η αγάπη και ο έρωτας είναι κι αυτά δύο από τα κεντρικά χαρακτηριστικά του βιβλίου, έστω κι αν δεν αποτυπώνονται με τις φιοριτούρες και όλα τα συμπαρομαρτούντα που έχουμε μάθει σήμερα, αλλά με πιο απλό και άδολο τρόπο. Ίσως, όμως, και κάπως άοσμα και στείρα, με μια μυστηριακή προσέγγιση που δεν μπορεί να είναι αφροδισιακή, αλλά αντίθετα μοιάζει πιο πολύ να αποτελεί τροχοπέδη και να αυτοακυρώνει από μόνη της την προσπάθεια δύο ανθρώπων να αγαπήσουν και να αγαπηθούν.
Άλλωστε, η αγάπη στον Πειραιά την εποχή εκείνη ήταν ένα θέμα που μπορούσε από τη μία να συμπαρασύρει στην καταστροφή ολόκληρες οικογένειες και από την άλλη ν’ απαγκιστρώσει από το τέλμα και να δώσει εκ νέου νόημα σε ζωές που περιφέρονταν μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας. Ήταν, εν ολίγοις, το μοναδικό εφαλτήριο για να ονειρευτείς και να διεκδικήσεις κάτι παραπάνω από τη ζωή σου, έστω κι αν πολλές φορές σε έριχνε σε κινδύνους και παγίδες που δεν είχαν γυρισμό.
Η τιμή μοιάζει, επίσης, να κινεί πολλές φορές τα νήματα και να καθορίζει τις πράξεις των χαρακτήρων του βιβλίου. «Οι μπάτσοι και οι πουτάνες δεν έχουνε τιμή», λέει κάποια στιγμή ένας άλλος πρωταγωνιστής σε μία από τις ιστορίες του βιβλίου, αφήνοντας με αυτόν τον τρόπο να βγουν στην επιφάνεια καλά παγιωμένες προκαταλήψεις και στερεότυπα, που επηρεάζουν θέλοντας και μη τα όρια καθενός μας σε αυτό το μωροφιλόδοξο κυνήγι εξουσίας, χρήματος και υστεροφημίας, που αποτελεί πολλές φορές η ζωή.
Το βιβλίο «Πειραιάς βαθύς» (εκδόσεις Τόπος) αποτελεί το τρίτο βιβλίο της σειράς – τα δύο πρώτα βιβλία ήταν τα «Εκ Πειραιώς» και «Πειραιώτες» – και την ολοκλήρωση της ανατομίας όχι μόνο μιας περιοχής, αλλά και μιας περιόδου που χαρακτηριζόταν από την διερεύνηση των κοινωνικών και προσωπικών ορίων μέσα σε ένα ρευστό διεθνές γίγνεσθαι που ακόμα δεν έχει συνέλθει από την απάθεια και τον κυνισμό των εχθροπραξιών και των συγκρούσεων του 20ου αιώνα.
Ο Διονύσης Χαριτόπουλος αποδεικνύει και με αυτό το βιβλίο κάτι το οποίο ήδη γνωρίζαμε: πως είναι ένας αυθεντικός λαϊκός άνθρωπος, που ξέρει να αφουγκράζεται τις ανησυχίες και τους προβληματισμούς των καθημερινών ανθρώπων και να διεισδύει με πρωτότυπο τρόπο στον ψυχισμό τους.
Ίσως, επειδή για κάθε χασικλή του Πειραιά που δεν φοβάται να ρισκάρει, θα υπάρχει πάντα κάποιος καθωσπρέπει κύριος που θα φοβάται μήπως τα χάσει όλα και ανάμεσα σε αυτήν την ανελέητη αντίθεση όλοι εμείς που ακροβατούμε, λοξοκοιτώντας πότε προς τη μία και πότε προς την άλλη μεριά…