Πίσω από την πολιτική επικαιρότητα
Η φθαρμένη χρηστική γλώσσα αλλάζει τη σημασία των λέξεων και ο κυρίαρχος λόγος αδειάζει το νόημα και ερημώνει τον κόσμο. Και ασκούμαστε να αποδεχόμαστε την αυθαιρεσία, την τύχη, το ανεξέλεγκτο για να αποσυνδέεται η φτώχεια, ο πόλεμος, η βία από τις υλικές συνθήκες στις οποίες έχουν τις ρίζες τους.
Εμπλοκή της χώρας στον πόλεμο της Ουκρανίας με αποστολές πολεμικού υλικού, πατριωτικές κορώνες στον κυρίαρχο λόγο σε αντιστοιχία με τον απειλητικό λόγο το Ερντογάν, παρακολουθήσεις και τηλεφωνικές υποκλοπές πολιτικών και στρατιωτικών με ισχυρές ενδείξεις άμεσης ανάμειξης σ’ αυτές του πρωθυπουργικού γραφείου, οικονομική και ενεργειακή κρίση με κυβερνητικές υποσχέσεις για επιδοματικές πολιτικές ξεπεράσματός της, διασυνδέσεις στελεχών αστυνομίας με ύποπτα κυκλώματα, είναι κομμάτια της πραγματικότητας στα οποία κατά περίσταση οι επικεντρώσεις ή οι παραλείψεις του κυρίαρχου λόγου τα αναδεικνύουν ή τα εξαφανίζουν. Κύματα εικόνων, ανακοινώσεων, εξαγγελιών πολιτικού ύφους με επικοινωνιακά τεχνάσματα διαφόρων αποχρώσεων παρουσιάζονται με διαφορετική ένταση για κάποιες μέρες, που δίνουν την εντύπωση πως στοχεύουν στην παραμόρφωση των πραγματικών συνθηκών, στην παραπληροφόρηση για το τι πραγματικά συμβαίνει. Κι έτσι χάνονται μέσα στην προπαγάνδα οι κίνδυνοι από τον πόλεμο στην Ουκρανία, αποσιωπώνται οι επιπτώσεις από τη δυνατότητα της κυρίαρχης εξουσίας για ασφυκτική επιτήρηση, αποκρύπτονται τα συμφέροντα πίσω από την αύξηση των τιμών ενέργειας και τροφίμων, υποβαθμίζονται οι συνέπειες από τη διαφθορά και την κατάχρηση εξουσίας.
Τέτοια κομμάτια της πραγματικότητας εγκαθίστανται κάθε φορά στην πολιτική ζωή από τα αστικά κόμματα της συμπολίτευσης και αντιπολίτευσης, εναλλάξ, παίζοντας κυρίαρχο ρόλο στην επικαιρότητα. Την ίδια στιγμή, κατά τη διάρκεια που αποσπασματικά κάποια γεγονότα κυριαρχούν είναι εντυπωσιακή η ένταση της λεκτικής σύγκρουσης, αλλά και η απουσία κάθε σοβαρής συζήτησης πέρα από επαναλήψεις φληναφημάτων που κυρίως αφορούν πρόσωπα. Και συνεχώς, άπαντα τα αστικά κόμματα, του συνταγματικού λεγόμενου τόξου, λοιδορούν ενέργειες όταν αποκαλύπτονται ότι υπονομεύουν θεσμούς της αστικής δημοκρατίας και δηλώνουν με αυταρέσκεια την πρόθεσή τους να την υπερασπιστούν. Μόνο που οι υποσχέσεις υπεράσπισής της χρησιμοποιούνται περισσότερο για να δελεάσουν μάζες ψηφοφόρων, χωρίς να μετατρέπονται σε πράξεις που βελτιώνουν τη ζωή τους. Άλλωστε, η κοινωνική πολυπλοκότητα καθιστά πολλές φορές αόρατες τις συνδέσεις των εξειδικευμένων πράξεων με τα γενικότερα συμφέροντα που υπηρετούν, ενώ η δημιουργία απόστασης μεταξύ των πράξεων και των αποτελεσμάτων τα καθιστά αόρατα, εξαλείφοντας τους δεσμούς που προσδένουν τις ατομικές επιλογές με τις συνολικές επιδιώξεις της κυρίαρχης εξουσίας. Γι’ αυτό και είναι εφικτή η παραπλάνηση, χωρίς να είναι απαραίτητη η άρση της αντίφασης μεταξύ αντιλαϊκών πράξεων και φιλολαϊκών υποσχέσεων.
Με την εμπειρία μάλιστα που έχει αποκτήσει, όλο το αστικό πολιτικό φάσμα δεν διστάζει να κάνει μερικές λεκτικές παραχωρήσεις σε θέματα κοινωνικής δικαιοσύνης για να δημιουργήσει την ψευδαίσθηση φιλολαϊκών επιλογών. Γι’ αυτό το λόγο η φθαρμένη χρηστική γλώσσα αλλάζει τη σημασία των λέξεων και ο κυρίαρχος λόγος αδειάζει το νόημα και ερημώνει τον κόσμο. Και ασκούμαστε να αποδεχόμαστε την αυθαιρεσία, την τύχη, το ανεξέλεγκτο για να αποσυνδέεται η φτώχεια, ο πόλεμος, η βία από τις υλικές συνθήκες στις οποίες έχουν τις ρίζες τους.
Η πραγματικότητα όμως βρίσκεται κάτω από τη φλούδα που δημιουργούν οι δημοσιογραφικοί εντυπωσιασμοί, πίσω από αυτήν την ρυθμιζόμενη και ελεγχόμενη επικαιρότητα, που τη χρησιμοποιεί με τέτοιο τρόπο ο κυρίαρχος λόγος για να μη συζητούνται στην πραγματικότητα τα προβλήματα, να μην αναλύονται οι συνθήκες, με την αναίδεια να ανάγεται σε κυρίαρχο πολιτικό ύφος. Οι εξανδραποδιστικές μέθοδοι της πολιτικής ηγεσίας με τον εξουσιαστικό της λόγο θέλει να καταλογίσει ευθύνες στα θύματα της πολιτικής της, διαλύοντας τις χίμαιρες της πολιτικής αντιπαράθεσης προς όφελος του νομικισμού και της ηθικής.
Εν ονόματι λοιπόν της ηθικής, ενώ οι πολιτικές ηγεσίες χτίζουν φράχτες και μαντρώνουν τους μετανάστες σε στρατόπεδα συγκέντρωσης δεν παραλείπουν να εκφράζουν την θλίψη και τον πόνο τους για τους νεκρούς τους στις θάλασσες, όπου απωθούνται, και τις κακουχίες τους. Η δε προσφυγή στη δικαιοσύνη, άλλοτε ως απειλή άλλοτε ως υπόσχεση, θεωρείται η μαγική λύση για θέματα διαφθοράς, κατάχρησης εξουσίας κλπ. Μόνο που ελάχιστα δικαιώνεται από την πραγματικότητα, όπως φαίνεται και από τη δίκη κυκλώματος, αποτελούμενου από δικηγόρους, πολίτες, εν ενεργεία και απόστρατους αξιωματικούς της αστυνομίας, την αποκαλούμενη Greek mafia, που διευκόλυνε και παρείχε κάλυψη, με το αζημίωτο, για παράνομες δραστηριότητες διαφόρων ειδών νυκτερινών καταστημάτων. Τα δικαστήρια μάλιστα προκρίνονται και ως πεδίο επίλυσης των κοινωνικών συγκρούσεων, σε αναζήτηση αμερόληπτης λύσης σ’ αυτές, σαν να είναι εφικτό οι ταξικές συγκρούσεις να λυθούν, και μάλιστα αμερόληπτα, από τα δικαστήρια της αστικής δημοκρατίας. Τα δικαστήρια που στην πλειοψηφία χαρακτηρίζουν κάθε απεργία καταχρηστική και δικαιώνουν την κρατική εξουσία, όπως συνέβη με τις περικοπές μισθών και συντάξεων λόγω μνημονίων σε εργαζόμενους και συνταξιούχους.
Προβάλλονται διαρκή διλήμματα ή αυταπάτες, ώστε βυθισμένοι σε μια ομφαλοσκοπία η υπέρβαση του ατομισμού να είναι συνεχώς ζητούμενο. Η έγνοια του κόσμου να συρρικνώνεται στην έγνοια για την ατομική διάσωση από τις εξουσιαστικές πολιτικές. Κι αν τον προηγούμενο αιώνα τα άτομα ένιωθαν ότι ανήκαν σε τάξεις κοινωνικές, που διατηρούσαν τα μέλη τους σφιχτά και συμμορφώνονταν στα ταξικά πρότυπα συμπεριφοράς, τα χρόνια μας είναι η κατεξοχήν εποχή της εξατομίκευσης. Η οποία θεωρήθηκε ότι προσφέρει μια άνευ προηγουμένου ελευθερία, γιατί πια η τάξη δεν επικρέμαται πάνω από τον ορίζοντα των επιλογών του ατόμου. Μια ελευθερία που συνοδεύεται από τον ευσεβή πόθο ότι το άτομο μόνο του μπορεί να ελέγξει και να αλλάξει τις συνθήκες που δεν καθορίζονται από τον ίδιο. Όταν όμως θεωρείται ότι η ευθύνη για τη φτώχεια ή την αποτυχία βαραίνει μόνο το ίδιο το άτομο, που προσπαθεί να πετύχει αυτό που είναι αντικείμενο συλλογικών διεκδικήσεων και ταξικών αγώνων, τότε αυτή η ψευδαίσθηση διαλύεται όσο βαθαίνουν οι ταξικές ανισότητες.
Γι’ αυτό και προωθείται η αντίληψη για αδυναμία κυριάρχησης στα γεγονότα, ώστε να φαίνονται η παγκόσμια αγορά και τα γεωπολιτικά συμφέροντα χώροι του απροσδιόριστου, μιας καθαρής επικράτησης της μοίρας, ενάντια στην οποία δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε. Και καλλιεργείται στην κοινωνία ο κυνισμός, η ιδιοτέλεια, όλα τα αχρεία στοιχεία της μικροαστικής μας μιζέριας. Για να μην απομείνει άλλο από τη συναίνεση ή και την παραίτηση, που βασίζεται στην παθητικότητα και στην εμπειρία του άμεσου, στη μυωπική διαχείριση μιας ακατανόητης μηχανής. Για να αποτρέπεται η συμμετοχή σε συλλογικούς αγώνες που δίνει την αξιοπρέπεια στους εργαζόμενους και οι διεκδικήσεις τους βάζουν σε κρίση την κοινωνική τάξη, εκείνη δηλ. την τάξη πραγμάτων που έχει στηθεί προς όφελος της κυρίαρχης τάξης, του κεφαλαίου.