Ψιχουλοδότες – Ψιχουλοδέκτες
Αυτή η μεθόδευση του ευρωπαϊκού κεφαλαίου, που σε συνθήκες στυγνού καπιταλιστικού ανταγωνισμού, τον παρουσιάζει ως θυσιαστική ευρωδημοκρατική αντίσταση στους ευρωασιάτες αντιδημοκρατικούς ηγεμόνες, τείνει να αιχμαλωτίσει και μεγάλες μάζες, κυρίως νέων, και αρκετά καλά μυαλά.
Μπαίνω στο ασανσέρ και με παίρνει μια μπόχα άπλυτων ρούχων και σωμάτων που κόβει την αναπνοή. Δεν μπορώ να κρύψω καθώς φαίνεται αυτό που νιώθω γιατί δυο τρεις – διάολε σε νοσοκομείο βρίσκομαι – ψιθυρίζουν πως δεν αντέχουν ούτε τον εαυτό τους, αφού ο θερμοσίφωνας ανάβει μια φορά τη βδομάδα και το πλυντήριο μπαίνει μια φορά το δεκαήμερο. Στις καλές περιπτώσεις. Κι αναρωτιέμαι φωναχτά αν μυρίζουν απλυσιά και γιατροί και νοσοκόμες, αφού κι αυτοί άνθρωποι είναι, και μάλιστα στο Δημόσιο κακοπληρωμένοι. Το χειροκρότημα ζεσταίνει την καρδιά, προσωρινά, αλλά δεν ξεπλένει τον ιδρώτα της δουλειάς και της διπλοβάρδιας.
Παίρνω το παιδί απ’ το σχολείο ντυμένο σαν κρεμμύδι με μάγουλα ροδαλά απ’ το ψοφόκρυο, και ξέρω πως στο σπίτι πάλι κρεμμύδι, λίγο πιο αλαφρωμένο, από την έξω φλούδα-ρούχο θα μείνει για να παίξει, να διαβάσει, να κοιμηθεί και να γκρινιάξει, που πρέπει να πλύνει χέρια, πόδια, δόντια, με νερό παγωμένο σαν κι αυτό που ψάχνεις απελπισμένα τον Αύγουστο. Το βράδυ πάω μια βόλτα από το γηροκομείο να δω τη γιαγιά μου τη Μαρίτσα κάτω από τρεις κουβέρτες και ξεπαγιασμένη και κατάκοιτη, και τη μακαρίζω όχι που γλίτωσε από τον κορονοϊό, αλλά που έχει άνοια και δεν καταλαβαίνει ότι θα φύγει τουρτουρίζοντας και πιθανόν νηστικιά. Κι ο άντρας μου που γύρισε από τη δουλειά, κι άργησε το λεωφορείο, και περίμενε να φάει τις φακές τουλάχιστον ζεστές, έστω και μ’ ελάχιστο λάδι μαγειρεμένες, βλαστημάει που κρύωσαν θεούς, δαίμονες και την κακιά του μοίρα, που δεν έμεινε στο χωριό για να ‘χει τουλάχιστον τζάμπα ξύλα για το τζάκι και να φωτίζει τα σκοτάδια του.
Αυτόν τον εφιάλτη τον βλέπουν από τώρα, μες στα μελτέμια του Σεπτέμβρη, εκατομμύρια άνθρωποι και στην ήπειρο και στη χώρα μας. Ειδικά στην τελευταία υποφέρουν περισσότερο απ’ την τρομοκρατία του χειμώνα που θα ‘ναι, όπως του βομβαρδίζουν κάθε μέρα τον εγκέφαλο, πολιτικοί και μηντιάδες, ο χειρότερος από τον δεύτερο παγκόσμιο, που έρχεται ως εφιάλτης να κολλήσει στον τρίτο τον παγκόσμιο και ενεργειακό, τουλάχιστον για την ώρα. Μερικοί πιο τολμηροί δίνουν συνέχεια στο …όνειρο και φαντάζονται πως βγαίνουν με λοστάρια και καραμπίνες και μουγκρητά και παίρνουν στο κατόπι κάτι θρασίμια και αμετροεπείς φαμφαρόνους που λένε κομψά, κόφτε το λαιμό σας και βρείτε λύση, κόψτε κι απ’ τα άκοφτα και κάντε οικονομία… Κι όλα αυτά με το ύφος του καρδινάλιου, που περιμένει να σκύψεις να του φιλήσεις μα το μονόπετρο, μα το σφραγιδόλιθο, μα το επίδομα που κραδαίνει για να σου σώσει την ψυχή, αλλά όχι τη ζωή.
Ο,τι πιο εξοργιστικό τρέχει αυτές τις μέρες είναι η ντόπια κι ευρωπαϊκή μπουρδολογία και ψευδοπερηφάνια του τύπου «θα πεινάσουμε, θα κρυώσουμε, θα καταθλιβούμε, αλλά θα κερδίσουμε», που στην εγχώρια ελεύθερη πολιτική και κεφαλαιουχική αγορά θεωρείται προνόμιο να προσβάλλεις ευκολότερα τον πληθυσμό, ο οποίος έχει συνηθίσει επί δεκαετίες τις κακουχίες, τη φτωχοποίηση, το θλιβερά υγρό και παγωμένο χιλιοπληρωμένο διαμέρισμα, φαιάς από το καυσαέριο πολυκατοικίας. Κι εδώ είναι η παγίδα του προκατασκευασμένου και ευπώλητου εφιάλτη. Σε σχέση με τα εκατομμύρια που τον βλέπουν η χειραγώγηση έχει, πανάθεμά με, σχεδόν ολοκληρωθεί. Και μερικές εκατοντάδες χιλιάδες να βγουν στο δρόμο πανευρωπαϊκά δεν αρκούν, γιατί η αντίδραση – αντίσταση στην αθλιότητα συνθλίβεται από την κυρίαρχη στατιστική και πολιτική. Είναι ισοπεδωτική, σα βασανιστήριο, η εμπέδωση του ρόλου του κράτους ως ψιχουλοδότη, και του πολίτη ως ψιχουλοδέχτη. Κι ύστερα πήραν τη σκυτάλη από το τελευταίο τους επίτευγμα, το ουκρανικό, οι αφεντάδες και μανιπουλαδόροι, και πάνε τώρα να επιβάλουν το δεύτερο στάδιο της αστικής εκφύλισης, που είναι η δημιουργία ενιαίας ευρωπαϊκής εθνικής συνείδησης! Με αστειότητες του είδους, είμαστε όλοι ενωμένοι και αμυνόμαστε ενάντια στον εχθρό.
Αυτή η μεθόδευση του ευρωπαϊκού κεφαλαίου, που σε συνθήκες στυγνού καπιταλιστικού ανταγωνισμού, τον παρουσιάζει ως θυσιαστική ευρωδημοκρατική αντίσταση στους ευρωασιάτες αντιδημοκρατικούς ηγεμόνες, τείνει να αιχμαλωτίσει και μεγάλες μάζες, κυρίως νέων, και αρκετά καλά μυαλά. Κι αυτός είναι ένας πολιτικός και κοινωνικός κίνδυνος που δεν πρέπει να υποτιμηθεί. Έτσι βρίσκεσαι με το στόμα ανοιχτό μπροστά στην εξωφρενική συζήτηση που ήδη γενικεύεται γύρω μας αυτές τις μέρες. Που θέλει να συζητούν σοβαροί άνθρωποι, σοβαρά, πως είναι λογικό να δεχτείς επιδότηση 1.500 ευρώ για να αντικαταστήσεις με καυστήρα πετρελαίου τον καυστήρα φυσικού αερίου, που μόλις πριν από δυο τρία χρόνια δανείστηκες, ξηλώθηκες, έκοψες από τα βασικά για να εγκαταστήσεις. Αν δεν ακυρωθούν στην πράξη, όχι μόνον οι συζητήσεις αλλά και η εκστόμιση αυτών των πολιτικών, τότε το βιοκαύσιμο για να ζεσταθούν, να φάνε και να πιουν οι λίγοι, θα είναι καρβουνιασμένα κορμιά και μυαλά.