REVOLTERPIECES- Σκέψεις για τη φύση του delivery

Τις μέρες που είναι σε αναρρωτική άδεια λόγω τροχαίου εν ώρα εργασίας, ο ντελιβεράς Drugitiz βάζει κάτω κάποιες σκέψεις για το “ντελιβεράδικο κίνημα” και την κοινωνική αντίληψη για το επάγγελμα αυτό

Οι απεργίες των ντελιβεράδων γίνονται viral τα τελευταία χρόνια με μεγάλη ευκολία. Σε μια χώρα που έχει δει εκατοντάδες απεργίες σε πάρα πολλούς χώρους εργασίας, και όπου έχουμε γίνει μάρτυρες μιας κοινωνίας και ενός αριστεροχωρίου που τις έχει παρακολουθήσει στην καλύτερη των περιπτώσεων με τη μεγαλύτερη αδιαφορία, η κάθε απεργία των ντελιβεράδων γίνεται νο1 θέμα συζήτησης στα social media εκείνες τις μέρες. Το ερώτημα που προκύπτει λοιπόν είναι απλό: γιατί συμβαίνει αυτό; Υπάρχει μια έξαρση ταξικής συνείδησης τις μέρες εκείνες ή συμβαίνει κάτι άλλο;

Χ

Μια πρώτη απάντηση που δίνει κάποιος στο ερώτημα αυτό είναι ότι “με τον ντελιβερά έρχεσαι σε επαφή, δεν είναι μια απομακρυσμένη φιγούρα και έτσι δένεσαι συναισθηματικά”. Όμως αυτή η θέση δεν αντέχει στην παραμικρή κριτική: πόσοι και πόσοι κλάδοι, με πρώτο αυτόν των ιδιωτικών υπαλλήλων στα εμπορικά καταστήματα, έχουν κάνει κινητοποιήσεις χωρίς μεγάλη στήριξη από το κοινό. Σε άλλες πάλι περιπτώσεις όπως των ναυτεργατών ή των εργαζόμενων στα ΜΜΕ, η κατάσταση ξεφεύγει σε ανοιχτή επίθεση αρκετά συχνά.
Ακόμα και αν πάρουμε την δυσκολία της φύσης της δουλειάς αυτής, πάλι δεν εξηγεί τη συμπάθεια: πολύ καλή απόδειξη η κοινωνική αδιαφορία λ.χ. για τις απεργίες στο κάτεργο της COSCO ή στους οικοδόμους ή σε κάποια ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη. Αποδεδειγμένα, την σημερινή κοινωνία δεν την ενδιαφέρει το πόσο σκληρά εργάζεσαι. Ούτε αυτό λοιπόν είναι η απάντηση.

Τι κάνει λοιπόν διαφορετικές τις αντιδράσεις στη περίπτωση του ντελίβερι; Μια καλή αρχή για να το βρούμε είναι ότι οι ντελιβεράδες δουλεύουν σε έναν τομέα όπου ο πελάτης νοιώθει “άρχοντας” όταν απολαμβάνει τις υπηρεσίες τους. Σε αντίθεση λχ με τον κούριερ όπου τις περισσότερες φορές έχει μια καθαρά λειτουργική χρήση, το να τρώει κάποιος από έξω κουβαλάει πάντα μια αντίληψη “εορτασμού”. Έτσι, ο ντελιβεράς δεν είναι ένας εργαζόμενος απλά, είναι αυτός που έρχεται και μας παρέχει μια “πολυτέλεια”. Πολυτέλεια την οποία βαθιά μέσα μας νοιώθουμε πως μπορούμε να αρνηθούμε στον εαυτό μας αν είναι να τον “στηρίξουμε”, σε αντίθεση με άλλες μορφές εργασίας που δεν νοιώθουμε έτσι, άρα δεν νοιώθουμε και τις αντίστοιχες τύψεις προς τον απεργό. Για αυτό ας πούμε η προτροπή “φτιάξε κάνα αυγό” που ακούμε τις μέρες των απεργιών των ντελιβεράδων δεν την ακούς σε άλλους κλάδους, την εργασία των οποίων την θεωρούμε πιο νευραλγικής σημασίας για την κοινωνική αναπαραγωγή.

Χ

Όλο αυτό το πνεύμα μπορεί να το εντοπίσει κάποιος και στο θέμα των tips. Τα tips είναι ο απότοκος του προνεωτερικού μπαξισιού, τότε που ο άρχοντας πήγαινε και έτρωγε σε μια ταβέρνα και πέταγε τον οβολό του στους υπηρέτες σαν μέρος της δικής του καθιέρωσης εξουσίας απέναντι τους. Σήμερα το βρίσκουμε πάλι σε αντίστοιχες κοινωνικές καταστάσεις: κανένας δεν θα δώσει tip για την εξυπηρέτηση που του έκανε ο υπάλληλος της τράπεζας ή στο μαγαζί με τα ρούχα. Θα αφήσει όμως στη ταβέρνα ή στο καζίνο γιατί είναι χώροι που αναπαράγουν αυτή τη σχέση και το ρόλο του “extra large” ξοδευτή.


Αλλά και αντιστρόφως, ακριβώς με βάση αυτό το μηχανισμό, αυτός ο ηθικός εξαναγκασμός λειτουργεί και ανάποδα:
Μέσα από το θεσμό του tipping, έχει εγκατασταθεί μια κουλτούρα πως ο πελάτης που απολαμβάνει όπως είπαμε την πολυτέλεια εκείνη τη στιγμή, γίνεται συνένοχος στο δράμα του εργαζόμενου. Μέσα από τον θεσμό του tip μετατρέπεσαι εσύ σε εν μέρει εργοδότη του ντελιβερά. Η νομιμοποιητική λογική είναι πάντα σταθερή πίσω από αυτό: οι ντελιβεράδες δεν κερδίζουν αρκετά για τα προς το ζην, οπότε καλό είναι να τους στηρίζουμε με λίγο μπαξίσι για να τη βγάλουν.

Με βάση αυτή τη λογική, το φιλοδώρημα είναι η φιλανθρωπία και η αποδοχή του εκβιασμού εκ μέρους του εργοδότη της μετακύλισης του κόστους στον πελάτη. Στην πραγματικότητα, μέσα από αυτή τη διαδικασία αναλαμβάνεις φιλανθρωπικά και όχι αλληλέγγυα να καλύψεις, κινούμενος ατομικά, την θεσμική αδικία του χαμηλού μισθού.

Και βέβαια μέσα από αυτήν τη διαδικασία, οι ντελιβεράδες έχουν αναπτύξει τα αντίστοιχα αντανακλαστικά: πιο εύκολα βρίζουν τον πελάτη που δεν τους έδωσε tip, παρά το αφεντικό τους που τους εκμεταλλεύεται. Πλέον αυτή η κατάσταση είναι κανονικοποιημένη και δύσκολα τολμά κανείς να σκεφτεί έξω από αυτό το πλαίσιο.

Αυτή η ανακύκλωση της φτώχειας μεταξύ των λαϊκών στρωμάτων είναι ένα από τα καλύτερα κόλπα που έχει καταφέρει η εργοδοσία στη χώρα. Λειτουργικά, έχουμε έναν κλάδο ο οποίος είναι από τους πυλώνες της οικονομίας της χώρας, όπου τα αφεντικά έχουν κατακτήσει τη μεγαλύτερη δυνατή εκμετάλλευση μέσα από την απερίγραπτη εντατικοποίηση και μέσα από την επίκληση στο συναίσθημα για τη φτώχεια που οι ίδιοι παράγουν, κάνουν τον πελάτη να νοιώσει αυτός τύψεις για την δική τους απληστία. Ταξικό colpo grosso θα το έλεγε κάποιος.

Κάτι που επιβεβαιώνει όλα αυτά είναι και το γεγονός ότι ακόμα και όταν το tip δίνεται, πολλές φορές βασίζεται στο πνεύμα της υποτίμησης προς τον εργαζόμενο. Ενδεικτικό της υποτίμησης αυτής είναι ότι οι ντελιβεράδες ονομάζονται από όλους “παιδιά”, παρότι είναι κλάδος που δουλεύουν άνθρωποι κάθε ηλικίας. Η φράση αυτή, όσο αθώα και να μοιάζει, είναι βαθιά υποτιμητική και έχει τις ρίζες της στη προνεωτερική φάση που περιγράψαμε νωρίτερα.

Χ


Με βάση λοιπόν αυτήν τη διαδικασία ο πελάτης έχει νοιώσει συνυπεύθυνος της κατάστασης. Και έτσι νοιώθει υποχρεωμένος να “στηρίξει” την απεργία.
Και εδώ έρχεται ένα ακόμα “διαμάντι” που προκύπτει από την διαδικασία. Τι εννοεί η ταξικά θολωμένη αυτή μάζα όταν λέει στήριξη”; Την οικονομική στήριξη του σωματείου; Τη συμμετοχή στην περιφρούρηση της απεργίας; Τη συμμετοχή στις εξορμήσεις για την προπαγάνδιση; Την οργάνωση πρωτοβουλιών για την επιτυχία της απεργίας; Την δημιουργία σωματείου στο δικό σου χώρο εργασίας; Μάλλον όχι. Με εξαίρεση ένα μικρό ποσοστό από αυτούς που συμβάλλουν στο virability της απεργίας, οι περισσότεροι στήριξη θεωρούν τα post στα social media και το μη παραγγέλνουν τις μέρες της απεργίαςδηλαδή, ακριβώς η δράση του πελάτη με αίσθημα κοινωνικής ευθύνης.

Έτσι, ενώ το σύνθημα είναι σκέψου σαν εργάτης και όχι σαν πελάτης”, η πράξη δείχνει το ακριβώς αντίθετο: όλοι αυτοί που “στηρίζουν την απεργία” σκέφτονται σαν πελάτες αλλά και “μισοαφεντικά” και λειτουργούν ανάλογα. Και ακριβώς πάνω σε αυτό το κοινωνικό μηχανισμό έρχεται και το virability των απεργιών των ντελιβεράδων. Στην καλύτερη λοιπόν σκέφτονται και λειτουργούν με τους νεοφιλελεύθερους αντικινηματικούς όρους της ατομικής λύσης του καταναλωτικού μποϋκοτάζ σε αλληλεγγύη προς ένα εργατικό πρόβλημα, “ξεχνώντας” ότι οι αγώνες γίνονται στο πεδίο της παραγωγής και όχι της κατανάλωσης. Δεν είναι το ταξικό τους μίσος που τους οδηγεί στην όποια αλληλεγγύη, είναι οι πελατειακές τύψεις τους. Είναι το “φταίω και εγώ” τους. Και έτσι η έκφραση των συναισθημάτων τους βρίσκει αντίστοιχη πραγμάτωση.

Χ

Μια άλλη σημαντική προβληματική του θέματος είναι και το αποτέλεσμα που έχει αυτή η λογική στους ίδιους τους εργαζόμενους. Όπως είπαμε, ένα σοβαρό θέμα είναι το πως μετατρέπεται η συνείδηση του εργαζόμενου από την ταξική στην αντιπελατειακή πάλη.
Και βέβαια αυτό έχει τεράστια επίπτωση στο πώς αντιλαμβάνονται οι ντελιβεράδες τον ταξικό αγώνα. Υπάρχουν ήδη μαρτυρίες ότι την ημέρα της τελευταίας απεργίας (11/4/2019) υπήρξαν
ντελιβεράδες που δούλευαν μεν, αλλά κάναν παράπονα στους πελάτες που παράγγελναν γιατί… αδιαφόρησαν για την απεργία! Είναι προφανές ότι με τέτοιους όρους κίνημα με προοπτικές δεν μπορεί να υπάρξει ούτε για αστείο. Αντιθέτως, όταν τέτοιες τερατογενέσεις ξεπετάγονται μέσα στους κόλπους του κινήματος, κάθε σοβαρή προοπτική πετιέται από το παράθυρο. Και για αυτό ακριβώς είναι καθήκον του ταξικού κινήματος να έρχεται σε σύγκρουση με τις αντιλήψεις και ανά περίπτωση και με τους φορείς τους στο κίνημα.

Χ

Οι ντελιβεράδες λοιπόν δεν είναι ένα αυτόφωτο, ξεκομμένο από την γενική κατάσταση επάγγελμα. Είναι μέρος της εργατικής τάξης της χώρας και μάλιστα σε έναν κλάδο, τον επισιτισμό, στον οποίο υπάρχει τεράστια εντατικοποίηση και κακοί μισθοί. Και το κίνημα τους, ίσως με κάποια πρωτοπορεία ή με κάποια καθυστέρηση, δεν μπορεί παρά να είναι σε μια αντίστοιχη κατάσταση με το υπόλοιπο εργατικό κίνημα. Είναι μεγάλη ανάγκη οι συνάδελφοι να συσπειρωθούν στο συνδικάτο τους, το ΣΕΤΞΑ1, και μαζί με συναδέλφους άλλων ειδικοτήτων να δώσουν την μάχη για τη ζωή που μας αξίζει. Με καθαρό, αγωνιστικό ταξικό κριτήριο και όχι να υποκύπτουν σε στρεβλώσεις που διαλύουν το κίνημα της τάξης μας.

ΥΓ. Ένα ωραίο γραφιστικό που μπορεί να αλιεύσει κανείς στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού: Η αντιπλουτοκρατικά, αλλά όχι ταξικά, οργισμένη σερβιτόρα με το αλφάδι ταττού στον ώμο ζητάει από τον πλούσιο… πελάτη να δίνει καλύτερα τιπς και είναι έτοιμη να το διεκδικήσει… με μολότωφ!

 

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: