Σεμνότυφος Ακροδεξιός Παγανισμός
Η βικτωριανής ηθικής έκρηξη του ταύρου Οικονόμου απέναντι στο κόκκινο πανί Κανέλλη, δεν αντέχει σε κριτική. Δείχνει πώς, και θα είναι και θα φαίνονται, οι κασιδιαροειδείς νέοι, άμα μεγαλώσουν κι αποκτήσουν κάποια θέση, σε εταιρία ή εκπομπή. Σαν το Δημήτρη. Θ’ αποτάσσονται μετά βδελυγμίας το σατανά του μπατσικού παραγγέλματος «γαμήστε τους», αλλά όχι του «σκοτώστε τους».
Προσοχή! Μπήκαμε στη νέα, καρναβαλική αυτή τη φορά, περίοδο της καταχρηστικής εξουσίας των ΜΜΕ και του μεσαίου υψωμένου δακτύλου. Τρανό δείγμα η οικονομία χρόνου και λόγου του Οικονόμου! Χρήσιμη ως αποκάλυψη. Δείχνει πώς, και θα είναι και θα φαίνονται, οι κασιδιαροειδείς νέοι, άμα μεγαλώσουν κι αποκτήσουν κάποια θέση, σε εταιρία ή εκπομπή. Σαν το Δημήτρη. Θ’ αποτάσσονται μετά βδελυγμίας το σατανά του μπατσικού παραγγέλματος «γαμήστε τους», αλλά όχι του «σκοτώστε τους». Αυτό θα μπορούσε να περιγραφεί σοβαρότερα και ως Σεμνότυφος Ακροδεξιός Παγανισμός. Είναι το σύνδρομο που συχνά εμφανίζεται σε ανασφαλείς, αναγνωρίσιμους χάρη στα ΜΜΕ ανθρώπους, που κοιτάζονται στο μόνιτορ αντί για τον καθρέφτη. Και ναρκισσεύονται κατά μόνας, ψιθυρίζοντας, «κοίτα ρε ψηλά που έφτασα», σηκώνοντας για πλάκα πιθανόν και το μεσαίο δάκτυλο στον ίδιο τους τον εαυτό.
Είναι όμως και μια ολόκληρη σέχτα, δήθεν αξιοπρεπών στην εμφάνιση μιμητών, του διαδεδομένου στον 21ο αιώνα τραμπισμού. Έχουν μάλιστα εντελώς απολέσει την αίσθηση του γελοίου των αντιφάσεων που προβάλλουν. Είναι σαν κουστουμαρισμένοι τραμπούκοι των σαλονιών όπου δουλεύουν, τρόπος του λέγειν, τεμπέλικα, απλώς εκτελώντας κατά γράμμα τη σκαλέτα, το σενάριο, το αφήγημα, το non paper, που φτάνει στα ταμπλετάκια και τα σμαρτφονάκια τους από τους γενίτσαρους της πολιτικής επικοινωνίας. Ψάχνουν δε το ιερό Γκράαλ. Σαν κάποτε τα χιτλερόπουλα που κατέχουν εξουσία, έξω και πέρα από κάθε εκλογική διαδικασία. Είναι προσβλητικό για τους χαμαιλέοντες να τους παρομοιάσεις με αυτά τα συμπαθή σαυροειδή, γιατί δεν προσαρμόζονται στο χρωματικό περιβάλλον. Έχουν την αντίληψη ότι οι ίδιοι είναι το περιβάλλον. Μαύρο. Στο οποίο κατά καιρούς προσκαλούν οποιονδήποτε ταιριάζει καθ’ εκάστην με το χρώμα της γραβάτας τους. Έξις δευτέρα φύσις. Οπότε την έβδομη μέρα χτίζουν τον κόσμο στα όρια του ιδεολογικού τους μικρόκοσμου και τσαμπουκαλεύονται μετ’ ευτελείας.
Θ’ αναρωτηθεί κανείς και γιατί οι φιλοξενούμενοι πάμε. Καταρχάς, γιατί αν ο βασιλιάς καρνάβαλος νομίζει ότι έχει και υπηκόους και βασίλειο, δεν υποχρεούσαι να του το αναγνωρίζεις κιόλας. Αφ’ ετέρου επειδή ξέρεις ότι δεν είναι και δικό του. Τρίτον, ξέρεις κι ότι στο τέλος, ο καρνάβαλος θα καεί. Και στο κάτω-κάτω της γραφής, έχεις πάντα τη δυνατότητα να πας αμασκάρευτος, χωρίς να χρωστάς ή να σου χρωστάνε τίποτα στον, κυριολεκτικά, αέρα τους.
Τώρα στα επιμέρους, η βικτωριανής ηθικής έκρηξη του ταύρου Οικονόμου απέναντι στο κόκκινο πανί Κανέλλη, δεν αντέχει σε κριτική από μεριάς μου. Δεν καταλαβαίνω, ως ένα βαθμό καν, γιατί έγινα είδηση. Από τι να εκπλαγώ δηλαδή. Από τη μη τήρηση της δεοντολογίας, των κανόνων, της… δημοκρατίας, κι άλλα τέτοια βαρύγδουπα; Δημοσιογράφος που διαλέγει πτώματα ή τραυματίες, θύτες ή θύματα, φονιάδες λαών ή ιδεών, θέματα, για να πει ό,τι πρέπει να πει, ώστε να μη χάσει τον… αέρα, αποκτά και την ψευδαίσθηση ότι μπορεί να υπαγορεύει ή να επιβάλλει και στους άλλους τι θα πουν. Και πανικοβλήθηκε. Και φάνηκε τσίτσιδος. Όχι όπως τον γέννησε η μάνα του. Αλλά όπως αποκαλύπτεται αργά η γρήγορα on air τελικά, του καθενός μας ο πραγματικός εαυτός.
Όταν ο αέρας λοιπόν, ο τηλεοπτικός, δεν αντέχει την πραγματικότητα των γεγονότων, τότε αυτά από μόνα τους την ξεκαθαρίζουν. Αντίθετα, ο αέρας μολύνεται. Κι όχι μόνον από τα δακρυγόνα. Αυτά καθ’ αυτά τα γεγονότα λογόκρινε. Όχι εμένα. Κι αυτή είναι η κυρίαρχη πολιτική. Η απόκρυψη των γεγονότων. Που όμως εκδικούνται. Πήγα περιγράφοντας χωρίς μάσκα, την σκληρή πραγματικότητα. Αποδείχτηκε λοιπόν πως ο καρνάβαλος όταν δεν την αντέχει, αν δεν καεί, αυτοαναφλέγεται.