Social Media και λογοκρισία
Στα ΜΚΔ δεν είμαστε χρήστες ή πελάτες. Καμία ελευθερία διακίνησης ιδεών δεν υπάρχει. Περισσότερο μοιάζουν με εργοστάσιο, που έχει αφεντικό και παράγει εμπορεύματα. Εμπόρευμα είναι οι χρήστες, οι ιδέες, οι συνήθειες, οι αναρτήσεις τους. Αυτό το εμπόρευμα παράγεται μόνο όταν εξασφαλίζει στο αφεντικό τα απαραίτητα κέρδη.
Σήμερα, με αφορμή την λογοκρισία που δέχτηκε η Κατιούσα αλλά και τις απειλές για κατάργηση από το Facebook, έρχομαι να γράψω για ένα θέμα για το οποίο είχα αποφασίσει από μέρες ότι τις σκέψεις μου πρέπει να τις βάλω στο “χαρτί”. Για αρχή, οφείλω να ομολογήσω μια εσωτερική “αντίφαση”. Είμαι ιδιαίτερα χαρούμενος, παρά το γεγονός ότι δεν υποβαθμίζω καθόλου το ζήτημα της λογοκρισίας, που ανοίγει επιτέλους μια τέτοια συζήτηση. Θεωρώ ότι μόνο κερδισμένοι μπορούμε να βγούμε στο τέλος. Ας προσπαθήσω, λοιπόν, να βάλω ορισμένες σκόρπιες σκέψεις σε σειρά.
- 1. Είναι άραγε η λογοκρισία τίποτα το καινούριο;
Η απάντηση στο πρώτο ερώτημα είναι σαφώς αρνητική. Η λογοκρισία δεν έχει τίποτα το καινούριο. Ίσα-ίσα που βγάζει την ίδια παλιά μπόχα, όπως λέει και το τραγούδι:
από την πρώτη τη στιγμή
μου στείλανε τον ελεγκτή
να μου πετάξει στο αυτί
δυο λόγια νέτα σκέτα
Άκουσε φίλε εμιγκρέ
ο χρόνος είναι χρήμα
με τους εργάτες μη μιλάς…
Μιλάμε, λοιπόν, για την παλιά καλή συνταγή της κυρίαρχης τάξης να προσπαθήσει να φιμώσει την οποιαδήποτε αμφισβήτηση της εξουσίας της. Βασικό της εργαλείο σε αυτή την προσπάθεια (τις τελευταίες, τουλάχιστον, δεκαετίες) είναι οι τρομονόμοι που κατά καιρούς βλέπουμε να έρχονται με τη μορφή οδηγιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στη δική μας χώρα. Πρόκειται, πράγματι, για μία επιχείρηση που ξεκίνησε σχετικά δειλά με αφορμή τα τρομοκρατικά χτυπήματα στη Νέα Υόρκη στις αρχές του αιώνα, αλλά πήρε πραγματικά φόρα με το ξέσπασμα της καπιταλιστικής κρίσης του 2007-2008 και έκτοτε διαρκώς εξειδικεύεται σε κάθε πλευρά της ζωής μας. Τελευταίο επεισόδιο σε αυτό το σίριαλ είδαμε πρόσφατα με την ενσωμάτωση της οδηγίας 2018/1808 της ΕΕ (που ονομάστηκε «μουσικός τρομονόμος») και τις κατευθύνσεις που έδωσε για το οπτικοακουστικό υλικό. Ειδικά την τελευταία δεκαετία η στρατηγική της ΕΕ απέναντι στη «ριζοσπαστικοποίηση» δεν προσπαθεί καν να κρυφτεί πίσω από τους ορισμούς λάστιχο που η ίδια δίνει στην τρομοκρατία. Με αυτή τη στρατηγική, όπως είναι λογικό, συμφωνεί το σύνολο του αστικού πολιτικού κόσμου.
- 2. Γιατί υπάρχουν έντονες αντιδράσεις τώρα;
Η μία πλευρά είναι, ασφαλώς, η ίδια η ολοένα και αυξανόμενη ένταση της καταστολής-λογοκρισίας. Γίνεται, μάλιστα, μέρα με τη μέρα όλο και πιο καθαρό ποιος είναι ο αποδέκτης αυτής της λογοκρισίας. Δεν ξέρω αν το κάλεσμα του ΚΚΕ και του Πανελλήνιου Μουσικού Συλλόγου απέναντι στο «μουσικό τρομονόμο» θα έβρισκε την ίδια ανταπόκριση αν γίνονταν πριν 10 χρόνια, όταν δηλαδή ερχόταν στην Ελλάδα η αρχική μορφή της Ευρωπαϊκής Οδηγίας.
Η άλλη πλευρά αφορά στην ίδια την εξέλιξη του διαδικτύου και τις αυταπάτες που καλλιεργήθηκαν για τα social media. Τα τελευταία παρουσιάστηκαν ως «φάροι ελευθερίας», ως «επανάσταση στην επικοινωνία» και άλλα παρόμοια. Είναι όμως σαφές ότι δεν βρισκόμαστε στην εποχή των forums, όπου η διαχείριση του περιεχομένου γινόταν από τους ίδιους τους χρήστες. Μαζί με την τεράστια ανάπτυξη των social media, αναπτύχθηκαν και τα μονοπώλια του κλάδου και αποκαλύφθηκαν.
Αναπόφευκτα, λοιπόν, τα κάλπικα όνειρα για «ελευθερία» που είχαν καλλιεργηθεί γκρεμίζονται σαν πύργος από τραπουλόχαρτα. Και είναι ακριβώς αυτή η αυταπάτη που γκρεμίζεται και μας δίνει αρκετές αντιδράσεις, σήμερα, σε μια πολιτική που υπήρχε πολύ πριν υπάρξει διαδίκτυο. Άμα έρθει το αφεντικό στη δουλειά και σου πει “εδώ δε μιλάμε για πολιτικά φιλαράκι”, οι περισσότεροι ίσως το θεωρήσουν φυσιολογικό ή και λογικό. Άμα έρθει, όμως το Facebook και σου κατεβάσει την ανάρτηση, πολλοί θα νιώσουν την προσωπικότητά τους να “βιάζεται” μπροστά στην αδικία.
- 3. Αλγόριθμος ή ανθρώπινο χέρι με τις ευλογίες μιας αυταρχικής κυβέρνησης;
Αυτές τις μέρες, μετά το πογκρόμ λογοκρισίας από το Facebook, πολλοί αναρωτιούνται ειλικρινά τι από τα παραπάνω ισχύει. Για αυτούς έχω να απαντήσω το εξής: έχει, αλήθεια, καμιά σημασία; Καταλαβαίνω ότι οι άνθρωποι εμπιστεύονται πιο εύκολα τη «μηχανή», αλλά πρόκειται για μια εσφαλμένη εμπιστοσύνη. Πράγματι, δεν θα αισθανόμασταν άνετα αν είχαμε έναν ασφαλίτη να μας ακολουθεί κάθε μέρα, όλη μέρα και να καταγράφει τις ενέργειές μας. Λειτουργούμε όμως μια χαρά και άνετα, όταν παρά τα όσα ξέρουμε από τον Snowden εδώ και αρκετά χρόνια, είμαστε μόνιμα με ένα κινητό στην τσέπη.
Βλέπω όμως και μια, όχι και τόσο άδολη, προσέγγιση στο παραπάνω ερώτημα. Πρόκειται για αστικές και οπορτουνιστικές φωνές οι οποίες επιχειρούν πάση θυσία να δείξουν την ανθρώπινη παρέμβαση και ειδικά την κυβερνητική παρέμβαση. Πρόκειται, εμφανώς, για μια προσπάθεια να αθωωθεί το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα που δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς καταστολή και λογοκρισία. Μια επιχείρηση να φανεί η αντιδραστική πολιτική της λογοκρισίας ως αποτέλεσμα ακροδεξιάς διαχείρισης και επομένως μια άλλη διαχείριση θα τα κάνει όλα ρόδινα. Ας τα πουν αυτά στον Pablo Hasel στα μπουντρούμια της «προοδευτικής» κυβέρνησης της Ισπανίας…
Προσωπικά, δεν με ενδιαφέρει καθόλου αν είναι ανθρώπινο ή ψηφιακό το χέρι της λογοκρισίας. Αυτό που ξέρω είναι ότι εξυπηρετεί, άψογα, τα συμφέροντα του ιδιοκτήτη του μέσου.
- 4. Χρήστης; Πελάτης; Δημόσιος λόγος;
Τι είναι αλήθεια τα social media; Και κυρίως, τι ρόλο βαράνε σε αυτά όσοι τα χρησιμοποιούν; Στην αρχή, πολλοί τα είδανε ως μία “πλατεία”. Ένα χώρο που μαζεύονται οι διάφορες ατομικότητες και ανταλλάσσουν ελεύθερα τις απόψεις τους. Ένα χώρο στον οποίο θα μπορούμε να μιλάμε με κάθε άνθρωπο σε ολόκληρο τον κόσμο. Πολλοί σκέφτηκαν, να μια υπέροχη ευκαιρία για να μοιραζόμαστε τις ιδέες μας, την προπαγάνδα μας και αυτή να φτάνει σε ατελείωτα πλήθη. Ένας τρόπος να επηρεάζουμε τους πάντες και τα πάντα. Εύκολα, άκοπα, αβίαστα. Από την άνεση του πληκτρολογίου μας. Ας ξεπεράσω εδώ την πρόδηλη αυταπάτη να πιστεύει κανείς ότι μόνο επηρεάζει και δεν επηρεάζεται… Σιγά σιγά κατάλαβαν ότι η “πλατεία” είναι ιδιωτική, αλλά συνέχισαν να πιστεύουν ότι παραμένει “πλατεία”. Συνέχισαν και συνεχίζουν να πιστεύουν ότι το περιεχόμενο είναι δικό τους.
Η αλήθεια είναι ότι μέσα στα social δεν είμαστε χρήστες. Δεν είμαστε πελάτες. Ο χώρος σίγουρα δεν είναι δημόσιος και καμία ελευθερία διακίνησης ιδεών δεν υπάρχει. Περισσότερο μοιάζει με ένα εργοστάσιο. Το εργοστάσιο έχει αφεντικό και παράγει εμπορεύματα. Και το εμπόρευμα είναι οι ίδιοι οι χρήστες, οι ιδέες τους, οι συνήθειές τους και το περιεχόμενο των αναρτήσεών τους. Και αυτό το εμπόρευμα θα παράγεται μόνο όταν εξασφαλίζει στο αφεντικό τα απαραίτητα κέρδη. Άρα, το είδος, το περιεχόμενο και η ατζέντα της πλατφόρμας θα ορίζεται με κριτήριο το συμφέρον του ιδιοκτήτη της (και αναφέρομαι στο γενικό συμφέρον της αστικής τάξης, όχι απλά σε ένα φυσικό πρόσωπο).
- 5. Η λογοκρισία με αφορμή την απεργία πείνας του Δ. Κουφοντίνα και το μετά…
Η κατανόηση του παραπάνω πλαισίου αποτελεί προϋπόθεση για την όποια χρήση των social media. Στο Σοβιετικό Σύνταγμα του ΄36 γινόταν κατανοητό ότι δικαιώματα λόγου, τύπου, συνάθροισης, διαδήλωσης χωρίς τις απαραίτητες υλικές προϋποθέσεις είναι κενό γράμμα. Για αυτό το λόγο ήταν κατοχυρωμένη η διάθεση κάθε απαραίτητου υλικού (τυπογραφεία, χαρτί, δημόσια κτήρια, δρόμοι, επικοινωνίες κ.α) για να ασκείται το δικαίωμα. Ο καπιταλισμός ως γνωστόν δίνει δικαιώματα μόνο στα λόγια. Πολλοί πίστεψαν ότι με τα social media απέκτησαν τζάμπα εργαλεία. Ότι έχουν, επιτέλους, τις απαραίτητες υλικές προϋποθέσεις για να ασκήσουν την ελευθερία του λόγου ή να κάνουν ακόμα και «ιντερνετικό αντάρτικο». Άλλοι πίστεψαν ότι εκεί θα βρουν αντικειμενική ή «ανεξάρτητη» ενημέρωση. Κάτι τέτοιο δεν υπάρχει, φυσικά. Υπάρχουν, πράγματι, αρκετές ομάδες ανθρώπων που κατέληξαν εκεί από ανάγκη. Δημοσιογράφοι, καλλιτέχνες, φωτορεπόρτερ κ.λ.π., οι οποίοι σε ένα κοινωνικοοικονομικό σύστημα που δεν τους εξασφαλίζει εργασία ή αξιοπρεπές εισόδημα, άρπαξαν όποια ευκαιρία μπορούσαν για να προβάλλουν τη δουλειά τους.
Το μπαράζ λογοκρισίας στο Facebook σχετικά με την απεργία πείνας και δίψας του Δ.Κ. δίνει, πραγματικά, μια ευνοϊκή συγκυρία να σκεφτούμε σοβαρά όλα τα παραπάνω. Και λέω ευνοϊκή γιατί στην ουσία πρόκειται για ένα απλό αστικοδημοκρατικό αίτημα εφαρμογής του νόμου. Αν η αστική τάξη είναι πρόθυμη να πνίξει ακόμα και τέτοιες φωνές, μας κάνει απόλυτα καθαρό τι θα έκανε σε μια πιο κρίσιμη στιγμή. Ας χρησιμοποιήσουμε, λοιπόν, αυτή τη συγκυρία ως χρήσιμη εμπειρία για το μέλλον. Δεν λέω εδώ, ότι μπορούμε να αποφύγουμε τη λογοκρισία. Θεωρώ ότι προτάσεις για χρήση διαφορετικών μέσων ή γενικά για προοδευτική χρήση του διαδικτύου (όταν αυτό είναι στο έλεγχο της ιδιωτικής πρωτοβουλίας) δεν χτυπάνε στην ουσία. Όσο εύκολα κατεβαίνει μια ανάρτηση από το Facebook, το ίδιο εύκολα, αύριο, μπορεί να διακοπεί κάθε επικοινωνία και να πέσει μια μπόμπα στο κεφάλι μας, όσο εμείς θα κοιτάμε αποσβολωμένοι ή ανήμποροι, εξαρτημένοι από τις ψηφιακές μας επικοινωνίες.
Αυτό που πρέπει να γίνει, όσο και αν προσπαθεί η αστική τάξη να παρουσιάσει τα social media ως το απόλυτο πεδίο δημόσιου διαλόγου, είναι η συζήτηση στο χώρο που παράγεται, τελικά, η αστική πολιτική και η αντίδρασή της. Στους χώρους δουλειάς, στους χώρους μόρφωσης, στις γειτονιές, στα σωματεία μας. Εκεί βρίσκεται το κυρίαρχο πεδίο της αντιπαράθεσης και η χρήση οποιουδήποτε μέσου ελέγχει το κεφάλαιο δεν μπορεί παρά να είναι συμπληρωματική. Και όταν σκάει η λογοκρισία, η καταγγελία της πρέπει να γίνεται με όρους που να αποκαλύπτει της υποκρισία της αστικής δημοκρατίας. Η οποία στα λόγια ευαγγελίζεται την ελευθερία και στην πράξη μόνο να την πνίξει μπορεί. Μέχρι την τελική νίκη της εργατικής τάξης, η οποία θα βάλει και τις επικοινωνίες στην υπηρεσία του εργαζόμενου Λαού.