REVOLTERPIECES – Φωτιά στα προάστια
Να μη μένεις στην έκρηξη οργής και στο θέαμα που παράγει μια φωτιά στη μητρόπολη αλλά να έχεις συγκεκριμένο σχέδιο να νικήσεις, οι συγκρούσεις να μην είναι μόνο με τις δυνάμεις καταστολής αλλά με το αστικό κράτος στο σύνολό του.
Μιας και πρόσφατα η Γαλλία μας απασχόλησε για άλλη μια φορά με το θέμα της ανόδου της ακροδεξιάς και την τάχα νίκη εναντίον της μέσω της εκλογής ενός “δημοκράτη” τραπεζίτη για πρόεδρο, νομίζω είναι μια καλή ευκαιρία να δούμε μια σελίδα της ιστορίας της χώρας από κάποιες άλλες εποχές που αξίζει να θυμόμαστε αν θέλουμε να κρατάμε μια καλή εικόνα για το από που προέρχεται αυτή η κοινωνία. Και αυτό δεν είναι άλλο από την εξέγερση στα παρισινά γκέτο το 2005.
Εδώ τα σήματα καπνού προς πάσα κατεύθυνση δεν είναι απλά σχήμα λόγου. Είναι η ωμή πραγματικότητα που έλαβε χώρα πριν 12 χρόνια στην καρδιά της Ευρώπης. Και ήταν κάτι που άφησε το σημάδι της για πολύ καιρό. Μιλάμε προφανώς για την εξέγερση στα παρισινά προάστια το 2005.
Το κείμενο δεν έχει σε καμία περίπτωση την φιλοδοξία να αναλύσει σε βάθος το ιστορικό γεγονός του τότε, παρά μόνο να αποδώσει την εντύπωση που μου έχει αποτυπωθεί μέσα από την αρθρογραφία που έχω διαβάσει για αυτό όπως και μέσα από τις συζητήσεις που έχω κάνει με άτομα που ήταν ενεργά μέρος του.
Τα γεγονότα αυτά ήταν ένα από τα κεντρικά θέματα προς συζήτηση κατά τη διάρκεια της προσωρινής συμβίωσης (τρεις μέρες, όσο μείναν Ελλάδα) μου με την Keny Arkana και την παρέα της όταν είχαν έρθει στην Ελλάδα (είχαμε και να μοιραστούμε τη συγκίνηση για τη διασκευή που είχαμε κάνει με τα Μεθυσμένα Ξωτικά στο La Rage– που την ήξερε ήδη και τη λάτρεψε). Μια rapper γέννημα θρέμμα των παρισινών προαστίων, η οποία με το μπολιασμένο με ανησυχίες καταγγελτικό της rap, έχει γίνει μια από τις φωνές αυτών που δεν έχουν φωνή στη γαλλική κοινωνία. Των φτωχών μεταναστών δεύτερης γενιάς, οι οποίοι ζώντας χωρίς χαρτιά είναι αιχμάλωτοι της κρατικής και κεφαλαιοκρατικής τρομοκρατίας χωρίς την πραγματική νομική υπόσταση. Και μου εξήγησε αρκετά πράγματα για το πώς είναι τα πράγματα εκεί. Πώς είναι να ζεις σε τεράστια μονομπλόκ εργατικών κατοικιών που ζουν ως και 2.000 άνθρωποι στοιβαγμένοι. Πώς είναι να σε θεωρεί παράσιτο το κράτος με το οποίο η πρωταρχική σου σχέση ήταν ότι ο τόπος καταγωγής σου ήταν αποικία του. Πώς είναι να μην έχεις την παραμικρή δυνατότητα να βρεις το δίκιο σου απέναντι σε μια στρατιά από κρατικά προστατευμένους κανίβαλους μπάτσους που σε βλέπουν πιο πολύ σαν παιχνίδι για να ικανοποιήσουν τα σαδιστικά τους γούστα παρά σαν άνθρωπο. Πώς είναι ο ίδιος ο πολιτικός ηγέτης της χώρας (Σαρκοζί) να αναφέρεται σε σένα με τον όρο “απόβλητα”. Ακόμα και πως είναι να είσαι σκουρόχρωμος οπαδός της Μαρσέιγ σε περιοχές που “παίζει μπάλα” η Παρί.
Η εξέγερση σαν διαδικασία τότε ήταν μια εξ αρχής χαμένη υπόθεση. Πολλή ζημιά, πολύ αίμα, πολλές συλλήψεις, πολλές φωτιές- όλα χωρίς την παραμικρή προοπτική. Το εξεγερτικό υποκείμενο δεν είχε καμία ιδέα για το πού θέλει να πάει και πολύ περισσότερο πώς θα φτάσει εκεί, και έμενε σε μια σκέτη έκφραση της κοινωνικής του δυσφορίας. Η φωτιά και το σπάσιμο δεν ήταν πλέον μέσο αλλά αυτοσκοπός. Και οι στόχοι δεν είχαν καν μια τυπική αντιπλουτοκρατική ή αντικρατική ή έστω αντιμπατσική στόχευση: οτιδήποτε στον περιβάλλοντα χώρο γινόταν στόχος. Σε κάποια φάση μάλιστα η κατάσταση είχε εκφυλιστεί τόσο που μετατράπηκε σε ένα διαγωνισμό μεταξύ γειτονιών του ποιος θα κάψει τα πιο πολλά αμάξια. Παρόλες τις αδυναμίες όμως, η εξέγερση ήταν δίκαιη και άφησε ένα σημάδι στο πρόσωπο του σύγχρονου καπιταλισμού που δε θα φύγει εύκολα όσο και να το μασκαρέψει.
Όλο αυτό ήταν μια από τις κοινωνικές εκρήξεις της εποχής της ήττας του κομμουνιστικού κινήματος που λειτουργούσαν χωρίς αιτήματα, χωρίς πολιτική ατζέντα, χωρίς συγκεκριμένη αίσθηση του τι πρέπει να κατακτηθεί και να αλλάξει. Μόνο οργή (La rage) και μίσος προς έναν κόσμο που είναι τόσο μεγάλος και όμως δε σε χωράει. Ταξική σύνθεση και ένστικτα αλλά όχι στρατηγική και συνείδηση.
Παρόλα αυτά, το σινιάλο που έστειλαν από τη καρδιά της Ευρώπης, είναι η εδώ υποχρέωση μας να το λάβουμε, να το μελετήσουμε και να φροντίσουμε να πάμε ένα βήμα πιο πέρα όταν έρθει η ώρα των δικών μας εξεγέρσεων. Να μην υπάρξει ποτέ ξανά κενό μεταξύ των καταπιεσμένων και υποτιμημένων κοινωνικών ομάδων και της πολιτικής πρωτοπορίας. Να μη μένεις στην έκρηξη οργής και στο θέαμα που παράγει μια φωτιά στη μητρόπολη αλλά να έχεις συγκεκριμένο σχέδιο να νικήσεις, οι συγκρούσεις να μην είναι μόνο με τις δυνάμεις καταστολής αλλά με το αστικό κράτος στο σύνολό του.
Για αυτό το λόγο το κομμάτι που συνοδεύει το κείμενο αυτή τη φορά δεν είναι κάτι από τα παρισινά γκέτο (όπως το La Rage της KA), αλλά το κομμάτι των RC που δένει διαλεκτικά το “εκεί” με το “εδώ” ερχόμενο στα παραπλήσια συμπεράσματα με αυτά του κειμένου.