REVOLTERPIECES – Αναπηρία
Τα ΑμεΑ στην Ελλάδα, δεν έχουν φωνή. Να γίνουμε η φωνή τους. Όχι επετειακά και περιστασιακά, αλλά μαζικά και οργανωμένα. Είμαστε το πώς διαχειριζόμαστε τα πιο υποτιμημένα κομμάτια μας. Αν τα αφήσουμε παραμελημένα, θα είμαστε αδύναμοι.
Αφορμή για αυτό το άρθρο, είναι η είδηση ότι ένας τυφλός φοιτητής ο οποίος πριν 3 χρόνια είχε φάει πόρτα από το ΑΠΘ και χρειάστηκε κοινωνική κατακραυγή για να αναγκάσει την κυβέρνηση σε υπουργική παρέμβαση για να τον δεχτεί- αυτός ο φοιτητής τώρα έγινε δεκτός σε πρόγραμμα στην Οξφόρδη. Δηλαδή, η κοινωνία μας ήταν έτοιμη να καταδικάσει έναν άνθρωπο με τεράστιες δυνατότητες μόνο και μόνο γιατί ήταν ανίκανη να ετοιμάσει τις δομές έτσι ώστε τα άτομα με αναπηρία να μπορούν να συμμετέχουν σε αυτήν. Αυτό το φαινόμενο στην Ελλάδα είναι γενικευμένο στα όρια της απολυτοποίησης και πάντα από την πρωτοεφηβική μου ηλικία με κάνει να βράζω από τα νεύρα μου κάθε που το συναντώ με τον ένα ή ένα άλλο τρόπο. Παρόλα αυτά ήταν ένα προσωπικό βίωμα που με έκανε να το δω το όλο θέμα από άλλα μάτια, με μια πιο άμεση ματιά.
Το 2007, (μια μέρα πριν τη συναυλία των Μεθυσμένων Ξωτικών με Χάσμα και Kill the Cat στο Μπραχάμι), φεύγοντας από τη πρόβα τζενεράλε τράκαρα με το παπί μου στη Βουλιαγμένης. Είχα σπάσει το πόδι μου πολύ άσχημα και ήμουν με εξωτερική οστεοσύνθεση για 7 μήνες. Μήνες γεμάτοι πόνο (καθημερινές φυσικοθεραπείες για να ξαναλυγίσει το πόδι έστω και μερικές μοίρες και 6 μονίμως ανοιχτές πληγές από τα σίδερα που ήταν καρφωμένα στο κόκκαλο μου και προεξείχαν μέχρι έξω) ήταν η κανονικότητα μου, αλλά αυτό που συνειδητοποίησα είναι ότι το χειρότερο από όλα ήταν κάτι άλλο. Και αυτό ήταν η αίσθηση του σώματος το οποίο δεν μπορεί να επιτελέσει ούτε αυτά που μέχρι χθες εννοούσε ως αυτονόητα. Το να πας μια βόλτα με τα πόδια ήταν αδιανόητο, το να κάνεις μπάνιο ήταν ολόκληρη διαδικασία, το να πάρεις μαζί σου ένα πιάτο φαγητό ήταν αδιανόητο γιατί πρέπει να κρατάς τις πατερίτσες σου. Αυτό όμως που για μένα ήταν απλά μια περαστική περιπέτεια που τέλος πάντων πέρασε, για τους ανάπηρους είναι πλέον μόνιμο state of mind. Όχι απλά κατάσταση, αλλά τρόπος αντίληψης του κόσμου. Και εκεί ήταν που η πεποίθηση μου βρήκε το βίωμα.
Στην Ελλάδα εν γένει τα ΑμεΑ… δεν υπάρχουν. Όχι βέβαια κυριολεκτικά, αλλά στο κοινωνικό γίγνεσθαι, στον κοινωνικό διάλογο. Δεν τους βλέπεις στο δρόμο, δε τους γνωρίζεις, δεν είναι κοινωνοί των υπολοίπων, δεν έχουν κανέναν να μιλάει για αυτούς. Αν κάνεις μια βόλτα στο δρόμο, θα νόμιζες ότι ζεις σε κάποια ουτοπία που ανάπηροι δεν υπάρχουν. Σε τέτοιο δε βαθμό που δε νοιώθουμε άσχημα όταν λχ παρκάρουμε τις μηχανές ή τίποτα γλάστρες πάνω στις διαβάσεις των τυφλών στα πεζοδρόμια γιατί- ποιόν κοροϊδεύουμε;- δεν υπάρχει πιθανότητα να πατήσει σε αυτές τυφλός γιατί δε πρόκειται να βγει καν από το σπίτι του, σίγουρα όχι ασυνόδευτος. Είναι η φάση που γίναμε τόσο συμβιβασμένοι με τη καφρίλα που δεν πειράζει κανέναν.
Πέρα από αυτό, υπάρχει και η αυτονόητη ταξική πλευρά του θέματος. Αν για τους ΑμεΑ υπάρχουν κάποια προβλήματα γενικότερα, για όσους ανήκουν στην εργατική τάξη εξ αυτών, τα προβλήματα εκτινάσσονται στον ουρανό. Στο κόσμο που η εργασία που κάνεις(ή που δεν κάνεις) χαρακτηρίζει τον άνθρωπο σαν δομικό στοιχείο, στο κόσμο που στο δίπολο της σχέσης Κεφάλαιο, ο έτερος πόλος, η Εργασία είναι αυτή που κάνει συνεχώς τις υποχωρήσεις και υποτιμάται συνέχεια. Και τα ΑμεΑ αποτελούν ίσως το πιο υποτιμημένο κομμάτι αυτής. Δεν υπάρχουν δομές μέσα στην οικονομία της χώρας στις οποίες μπορούν να πουλήσουν την εργατική τους δύναμη, και έτσι πετάγονται στην άκρη με ότι συνέπειες μπορεί να έχει όλο αυτό και για την ψυχολογία των ανθρώπων που ζουν σε ένα κόσμο που αυτά καθορίζουν και την αυτοεκτίμηση του. Και επειδή δεν υπάρχει τρόπος να κερδίζουν τη διαβίωση τους, μετατρέπονται σε εξαρτημένους στις κρατικές πολιτικές “μέριμνας” ή στην οικονομική ευχέρεια των κοντινών τους ανθρώπων. Αυτό για να μη ξεχνάμε κάποιες από τις πλευρές της καπιταλιστικής σαπίλας που συνήθως ξεχνάμε να αναφέρουμε καν.
Για να κλείσουμε, μια ανακεφαλαίωση: Τα Αμεα στην Ελλάδα, δεν έχουν φωνή. Να γίνουμε η φωνή τους. Να τους δώσουμε το βήμα να αποκτήσουν φωνή. Όχι επετειακά και περιστασιακά, αλλά μαζικά και οργανωμένα. Είναι προϋπόθεση στη συγκρότηση μιας συλλογικής ταυτότητας γενικότερης από αυτό το κομμάτι της κοινωνίας, που μιλάει για όλους μας. Είμαστε το πως διαχειριζόμαστε τα πιο υποτιμημένα κομμάτια μας. Αν τα αφήσουμε παραμελημένα, θα είμαστε αδύναμοι.
Υγ. Χωρίς να έχω κάποια πρόθεση υπεράσπισης κάποιου “κομματικού πατριωτισμού” (που ούτως ή άλλως δεν αποτελώ μέλος του κόμματος), πρέπει να δώσω τα εύσημα στο μοναδικό φορέα που έχω δει στη ζωή μου να κάνει τα ΑμεΑ συμμέτοχους και κοινωνούς των υπολοίπων μας, που είναι το ΚΚΕ-ΠΑΜΕ. Σε πορείες, σε δράσεις για τα δικαιώματα τους, αλλά και σε εκδηλώσεις και στα φεστιβάλ της ΚΝΕ, είναι τα μοναδικά μέρη που γίνομαι κοινωνός με αυτούς τους ανθρώπους και αυτό όχι ως κάποια μορφή λαϊκιστικής φιλανθρωπίας αλλά ως δομές οργάνωσης κάθε κομματιών της εργατικής τάξης χωρίς διαχωρισμούς ούτε με βάση την εθνικότητα, τη θρησκεία αλλά ούτε στις δυνατότητες των σωμάτων. Για μένα αυτό είναι σημάδι υγείας και νοιώθω την ανάγκη να τονίσω την διαφορά που σε κάτι τέτοια μικρά δείχνουν τη ποιότητα.
Υγ2. Και στον πολιτικό χώρο που ήμουν προηγουμένως, τον αναρχικό είχα γίνει μάρτυρας ευαισθησίας για το ζήτημα από πολλά άτομα. Αλλά όπως τα πάντα με αυτό το χώρο, μένουν στο θυμικό, στη συνθηματολογία και στον ακτιβισμό στη καλύτερη και σίγουρα μένουν μακριά από τη παραγωγή ουσιαστικής πολιτικής. Αποτέλεσμα, να μιλάνε για τα ΑμεΑ, αλλά χωρίς να μπορούν να τα ενσωματώσουν στο σύνολο του χώρου. Παρόλα αυτά αξίζει να αναφερθεί για να είμαστε δίκαιοι και σωστοί.