REVOLTERPIECES – Γελωτοποιοί του βασιλιά
Ο ρόλος του καλλιτέχνη στη σύγχρονη εποχή έχει καθιερωθεί σαν μια καρικατούρα ανθρώπου που αρκεί να παράγει ένα καλό αποτέλεσμα και κατά τα άλλα να απέχει από κάθε συλλογική κοινωνική μορφή κίνησης. Καιρός να ξαναθυμηθούμε το μοντέλο του ανθρώπου που η Τέχνη είναι μια ακόμα εργασία και ο καλλιτέχνης αποτελεί άλλον έναν μεταξύ μας, όχι το στερεότυπο του απομακρυσμένου “προφήτη”.
-Αιφνιδιάστηκες που βγήκαν στον δρόμο εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι για το Μακεδονικό;
-Ο άνθρωπος, από τότε που απέκτησε συνείδηση, είναι ένα βαθιά μοναχικό όν. Επομένως, η πορεία του από τη ζωή στον θάνατο είναι μια σκληρή και βαθιά χαοτική κατάσταση. Είναι σαν να μας παρασέρνει το ποτάμι και δεν ξέρουμε πού θα εκβάλει. Ξεκινήσαμε από το άγνωστο, πλέουμε στο ποτάμι σαν τα κούτσουρα και πηγαίνουμε επίσης στο άγνωστο. Σε αυτόν τον παρασυρμό, πολλοί από εμάς θέλουμε εναγωνίως κάτι για να πιαστούμε. Από τα πρώτα που μας προΣφέρονται για βοήθεια είναι η αίσθηση να ανήκουμε κάπου – σε ένα έθνος, μια πατρίδα, μια θρησκεία. Η οικογένεια, οι φίλοι, όλα αυτά είναι χέρια που προσπαθούν να ξορκίσουν τους φόβους μας και να μας τραβήξουν πάνω. Προσωπικά, εγώ νιώθω μεν ένα τρομαγμένο ον του σύμπαντος, όμως δεν θέλω μια τέτοια βοήθεια. Θέλω να οδηγηθώ στο άγνωστο, χωρίς βοήθεια. Προσωπικά, αυτά δεν με αγγίζουν, δεν με «ψήνουν».
Απόσπασμα από συνέντευξη του Θανάση Παπακωνσταντίνου στο Vice σε ερώτηση για τα φασιστοσυλλαλητήρια του τελευταίου καιρού. Σύμφωνα με τον τραγουδοποιό, δεν υπάρχει εθνικισμός σαν μηχανισμός του Κεφαλαίου προκειμένου να διαμορφώσει επεκτατικές πολιτικές και από ό,τι φαίνεται το σύνθημα “Η Μακεδονία είναι ελληνική” και τα συνθήματα περί “γυφτοσκοπιανών” δεν κρύβουν μίσος προς τους γείτονες λαούς, αλλά είναι αποτέλεσμα του να μην απολαμβάνεις τη μοναξιά. Μάλιστα.
Ο τίτλος της συνέντευξης, είναι η δήλωση του μουσικού ότι “Αρνείται να Κάνει τον Γελωτοποιό της Άρχουσας Τάξης”. Κάτι το οποίο δεν αμφισβητώ σαν πρόθεση. Θέλω να πιστεύω ότι γενικά είναι ένας τίμιος άνθρωπος και ότι η περιστασιακή προοδευτική στάση που παίρνει σε διάφορα ζητήματα δεν είναι αποτέλεσμα επένδυσης στο δημογραφικό κοινό που ξέρει ότι έχει ήδη οικοδομήσει (που εδώ και πάνω από μια ντουζίνα χρόνια αποτελείται κυρίως από νεολαίους του αναρχοαριστεροχωρίου) αλλά είναι πηγαίες θέσεις με βάση έναν αξιακό κώδικα. Αλλά ξέρεις τι λένε για το δρόμο για την κόλαση και τις καλές προθέσεις.
Η απάντηση ενός από τους πλέον χαρακτηριστικούς mainstream καλλιτέχνες που έχει να υπερηφανευτεί ο μέσος φοιτητής που προσδιορίζει τον εαυτό του ως “ανταγωνιστικό κίνημα” ότι λατρεύει, είναι τουλάχιστον απογοητευτική. Αλλά το πρόβλημα δεν είναι προσωπικό του. Για την ακρίβεια, μια τέτοια μεσοβέζικη και απολίτικη απάντηση δεν είναι καν η πρώτη που ακούμε σε αυτό το τόπο. Ειδικά μέσα στα χρόνια της κρίσης, κάθε καημένος που θεωρεί ότι η ικανότητά του να διασκεδάζει το κοινό του τον κάνει ικανό να “καταλαβαίνει”, μας πέταγε στη μούρη και μια ανάγνωση του γιατί η χώρα “είναι σε κρίση”, που ξεκινούσαν από το ότι “η κρίση πρώτα από όλα είναι αξιακή” και κατέληγε στο “να νοιώσουμε άνθρωποι και πάλι, να αγαπήσουμε το διπλανό”. Ζω για τη μέρα που θα διαβάσω δήλωση καλλιτέχνη για τη κρίση που θα την επιρρίπτει στο ότι δεν αλλάζουμε συχνά τα σεντόνια μας ή γιατί πετάμε τις μύξες στο πάτωμα.
Και όσον αφορά τα πιο οικεία μας, αρκεί κάποιος να κοιτάξει προς… ΕΣΗΕΑ μεριά, και ειδικότερα στον άνθρωπο που για άλλη μια φορά έκλεψε και εκεί τη παράσταση, για να δει στην καλύτερη έναν ωκεανό ξερολίστικης απολιτίκ μαλακίας που διεκδικεί την πρωτιά σε κάποιο ανύπαρκτο διαγωνισμό edgy ατάκας, στη χειρότερη ένα εμπόριο εναλλακτισμού από ανθρώπους που είναι όντως οι παλιάτσοι του βασιλιά. Και μιλάμε για hiphop εδώ.
Το ερώτημα που προκύπτει εδώ είναι ξεκάθαρο: Ήταν πάντα τόσο μπετόβλακες οι καλλιτέχνες σε αυτόν τον τόπο; Σίγουρα υπήρχαν κάποιοι που ήταν κοσμάρες ακόμα και στις πιο μαύρες μέρες της ιστορίας της χώρας. Ακόμα και άνθρωποι που ήταν μέρος του επαναστατικού κινήματος κάποιες φορές φάνηκαν λίγοι -30 χρόνια Μίκης. Αλλά σίγουρα υπήρξαν και αρκετοί άνθρωποι που τους έκοβε αρκετά και δε κώλωναν αρκετά για να βάζουν το δάχτυλο στη πληγή. Που όταν μίλαγαν για θέματα που αφορούσαν τους συνανθρώπους τους, την κοινωνία δηλαδή, δεν σπάγαν το κεφάλι τους να βγάλουν την πιο αφαιρετική ποίηση που μπορούν να σκεφτούν προκειμένου να μην πουν τίποτα.
Το θέμα λοιπόν είναι, τι κάνει την ποιοτική διαφορά. Εδώ θα πω ότι μάλλον η καλύτερη γραμμή άμυνας που έχεις απέναντι σε αυτό το φαινόμενο, είναι η επαφή με την οργανωμένη συλλογική σκέψη. Η τριβή με τα πραγματικά προβλήματα. Η άρνηση του ρόλου του καλλιτεχνά που σαν μοναδικό τρόπο παρέμβασης στα κοινά έχει, καθήμενος εκεί ψηλά στο θρόνο του, το να παράγει τέχνη και να κάνει δηλώσεις όταν του παίρνουν μια συνέντευξη, αλλά (στη θέση του) το μοντέλο ανθρώπου που φτύνει αυτά τα στερεότυπα και πέφτει στη μάχη, ακόμα και στις πιο βαρετές, διαδικαστικές, άχαρες, αντιηρωικές πλευρές της μαζί με την υπόλοιπη συλλογικότητα.
Οι άνθρωποι που μπορώ να σκεφτώ που δεν ήταν φελλοί σαν αυτούς που περιγράφω, ήταν στη πλειοψηφία τους αυτοί που δρούσαν με τέτοιους όρους. Ο Ρίτσος. Ο Άλκης Αλκαίου. Ο Λοΐζος. Ο Μπρεχτ. Ο Άισλερ. Πόσοι άλλοι… Άνθρωποι που δεν ήταν καρικατούρες που περιοριζόντουσαν στο να παράγουν καλαίσθητα προϊόντα αλλά ολοκληρωμένοι άνθρωποι που τους ενδιέφερε να καταλάβουν τον κόσμο ολοκληρωμένα και έτσι να εκφραστούν. Και που για αυτό δεν ξεκόβανε από τη συλλογική ζωή, αλλά ακριβώς μέσα από αυτή βρίσκαν την προσωπική τους ολοκλήρωση. Σε αντίθεση με κάθε παλιάτσο στην αυλή του μικροαστικού τοπίου.
Παίζει κούτελο όσο φούμαρο πουλά το κάθε νούμερο
περνάς για στοχαστής αν είσαι βόθρος στην Ελλάδα
Μας κόψαν τις ζωές; Ε θα τους κόψουμε τη γκλάβα
Εδώ δεν είναι βούρκος είναι λάβα