REVOLTERPIECES: Σκέψεις για τον Δεκέμβρη του 2008 από κάποιον που τον έζησε
Ο Drugitiz κάνει τον απολογισμό ενός από τους πιο σημαντικούς και έντονους μήνες που έζησε ποτέ από τον οποίο έκλεισαν 10 χρόνια. Από την οπτική του τότε αναρχικού, εδώ και εφτά χρόνια λενινιστή.
Το προσωπικό βίωμα
Καταρχάς θέλω να ξεκαθαρίσω, για να κάνω ξεκάθαρη τη θέση μου μιας και είναι η πρώτη φορά που μιλάω για το θέμα δημοσίως, ότι η όλη υπόθεση “Δεκέμβρης 08” ήταν μια πολύ έντονη και συγκινησιακή κατάσταση για μένα, και είναι μια διαδικασία που με αφορά σε βαθμό μεγαλύτερο από τη μαζική πλειοψηφία των ανθρώπων. Αλλά αυτό δεν είναι θέμα που αφορά το παρόν κείμενο. To σημαντικό εδώ είναι να μιλήσουμε για το πολιτικό του πράγματος.
Είναι αρκετά περίεργο το συναίσθημα, κάτι το οποίο έζησες από την πρώτη στιγμή μέχρι τη τελευταία, μια υπόθεση που επένδυσες ό,τι είχες σαν άνθρωπος, εσύ να έχεις κάνει κάποιες άλλες επιλογές πια και αντί εσού να μιλάνε για όλα αυτά άτομα τα οποία ήταν πολλές φορές τουρίστες και περαστικοί στη καλύτερη. Νιώθεις ότι ακόμα και αν πλέον δεν ανήκεις εκεί, αυτό που έγινε πρέπει να το υπερασπίσεις από κακό-ανάγνωση για την ιστορική μαρτυρία και δικαιοσύνη. Είτε αναδεικνύεις την αρετή, είτε κριτικάρεις τα λάθη και τις ελλείψεις. Και δυστυχώς, έχουν μιλήσει (κυρίως αρθρογραφία σε περιοδικά και εφημερίδες) τόσο πολλοί που σε όλο αυτό ήταν περαστικοί, που θεωρώ ότι αξίζει τον κόπο να ακουστεί μια φωνή που το έζησε αυτό στον πυρήνα του.
Ο μήνας/δίμηνο της έκρηξης
Το Δεκέμβρη του 2008 έλαβε χώρα μια κοινωνική έκρηξη η οποία ακούστηκε κυριολεκτικά σε όλον τον πλανήτη. Από την ευρωπαϊκή ήπειρο μέχρι την Τσιάπας του Μεξικό1 και από τις ΗΠΑ μέχρι τη Ρωσία, υπήρξαν αντανακλάσεις επικοινωνίας σ’ αυτό που συνέβη και που ξεκίνησε από ένα συμβάν σε έναν πεζόδρομο των Εξαρχείων. Το πώς ξεκίνησε είναι γνωστό. Το θέμα είναι να βρούμε πώς εξελίχθηκε. Πώς εξελίχθηκε ο διάλογος και οι δράσεις εκείνες τις μέρες. Οι ανάγκες για αρχειακό υλικό για αυτό υπάρχουν, καθώς πιθανόν έχω συλλέξει ό,τι κείμενο/έντυπο/αυτοκόλλητο βγήκε εκείνες τις μέρες στην Αθήνα.
Οι καταλήψεις σαν κεντρικό εργαλείο πάλης
Η κύρια καρδιά της όλης κατάστασης ήταν οι 3 καταλήψεις σχολών. Το ΕΜΠ, η ΑΣΟΕΕ και η Νομική. Στη Νομική είχαν μπει η Αντιεξουσιαστική Κίνηση (μεταμοντέρνα- καστοριαδική πανελλήνια οργάνωση με έδρα το γνωστό στέκι των Εξαρχείων, Nosotros) και τα ΕΑΑΚ. Αυτή μπορούμε να πούμε ότι ήταν η πιο “mild” κατάληψη. Στην ΑΣΟΕΕ είχαν μαζευτεί κομμάτια της αναρχίας που δεν ήταν τόσο ξεκάθαρα ρεφορμιστικά όπως η ΑΚ αλλά δεν ήταν και ό,τι πιο λούμπεν έχεις δει. Στο Πολυτεχνείο πάλι… η “έρημος του πραγματικού”2. Ο υποφαινόμενος ήταν από το πρώτο βράδυ στη κατάληψη του Πολυτεχνείου και δεν έφυγε από εκεί μέχρι τη τελευταία βραδιά της. Γιατί “έρημος του πραγματικού”; Γιατί το ΕΜΠ εκείνες τις μέρες φιλοξενούσε τις πιο “μαύρες” πτυχές της αναρχίας, την περιβόητη “άγρια νεολαία”, μετανάστες, άτομα με ψυχιατρικά προβλήματα, τσιγγανάκια από το Μενίδι. Όλη η απόκληρη τότε κοινωνία βρήκε κάτι σε αυτήν την κατάληψη που την έκανε να νιώθει ότι ανήκει εκεί. Και αυτό για εμένα τότε ήταν από τα πιο όμορφα πράγματα της περιόδου. Μπροστά σε αυτήν την άγρια και πραγματική ομορφιά οι άλλες καταλήψεις μου φαίνονταν παράταιρες.
Υπήρξαν και άλλες καταλήψεις εκείνες τις μέρες. Η πιο πετυχημένη ήταν μάλλον η “καλλιτεχνική” της Λυρικής Σκηνής που ξεκίνησε στις 30/13 και τελείωσε 9 μέρες μετά4. Από την άλλη, η πιο σοβαρή κίνηση που έγινε μέσα στο μήνα, η κατάληψη της ΓΣΕΕ5 η οποία παρόλη την φιλοδοξία της να αγκαλιαστεί μαζικά από εργαζόμενους, δεν κατάφερε να συσπειρώσει ούτε όλον τον κόσμο που εκείνες τις μέρες ήταν στους δρόμους και παρόλη την κήρυξη γενικής απεργίας στις 10/12. Το γεγονός ότι απέτυχε το πείραμα αυτό δεν έχει να κάνει -κυρίως- με την ανικανότητα αυτών που έκαναν την κατάληψη, αλλά περισσότερο με το γενικό διαταξικό πνεύμα του Δεκέμβρη 2008 που έκανε τέτοιες κινήσεις να φαίνονται παράταιρες. Τέλος, ας σημειωθούν και οι δύο καταλήψεις δημαρχείων, στον Αγ. Δημήτριο και στο Χαλάνδρι.
Ο γραπτός λόγος
Όσον αναφορά το επίπεδο των κειμένων, αυτά κινήθηκαν άλλοτε σε πολύ καινοτόμους και ενδιαφέροντες ατραπούς, και άλλοτε σε πολύ βαρετά και κλισέ σχήματα. Το ενδιαφέρον είναι ότι όλες οι τάσεις του κινήματος βλέπανε στο συμβάν την επιβεβαίωση των θέσεών τους. Έτσι, ο Δεκέμβρης ήταν από “ξέσπασμα της εργατικής τάξης και των φτωχών στρωμάτων” μέχρι “αναρχική/μηδενιστική εξέγερση όπου οι ταξικές αναλύσεις είναι εχθρικές και σημασία έχει αν δηλώνεις εξεγερμένος ή ρουφιάνος και προσκυνημένος”. Ήταν τόσο απροσδιόριστο όλο αυτό όπου ο καθένας μπορούσε να δει ό,τι ήθελε σε αυτό. Και αυτό είναι μάλλον η πιο πραγματική αλήθεια. Εξίσου αληθές είναι ότι η εργατική τάξη σαν οργανωμένο συλλογικό υποκείμενο με τις πολιτικές και συνδικαλιστικές της εκφράσεις, απείχε από την όλη διαδικασία (δημιουργώντας παρόλα αυτά το δικό της χώρο και χρόνο και τρόπο για να διαμαρτυρηθεί για τη δολοφονία), κάτι που έδινε καύσιμο στη φωτιά των αναλύσεων ότι η εργατική τάξη δεν είναι πλέον το επαναστατικό υποκείμενο κτλ που έδιναν και έπαιρναν εκείνη την εποχή στον αναρχικό χώρο.
Θα ‘θελα να αναφερθώ παρόλα αυτά στη σύμπραξη των ομάδων “Ego te provoco”& “Flesh Machine”, οι οποίοι παρήγαγαν μάλλον τα καλύτερα και περισσότερα κείμενα από κάθε άλλον εκείνη τη περίοδο (λχ. Just a spoonfull of sugar makes the medicine go down6).
Κάτι άλλο ενδιαφέρον μέσα σε όλα που αξίζει να σημειωθεί, είναι η μετατόπιση του βάρους εντός του αναρχικού χώρου. Μέχρι τη δολοφονία, το επίκεντρο του διαλόγου ήταν οι δύο ομάδες που εξέδιδαν τις πανελλαδικές εφημερίδες: ΑΚ και Συσπείρωση Αναρχικών. Μετά από αυτό, αναδύθηκαν άλλες συσπειρώσεις και ομάδες που παρήγαγαν πιο βαρύνουσας σημασίας τοποθετήσεις και αναλύσεις.
Το 2009
Ο χρόνος μετά τα γεγονότα του Δεκέμβρη κινήθηκε σε κάποιους άξονες οι οποίοι εν πολλοίς αναδύθηκαν από τα ίδια. Άρνηση της ταξικής ανάλυσης, διάδοση του μεταμοντέρνου και νιτσεϊκού μηδενισμού και περαιτέρω διάδοση και εμβάθυνση της βίας. Οι εμπρηστικές, βομβιστικές και ένοπλες επιθέσεις έγιναν καθημερινή κατάσταση με πάνω από 200 επιθέσεις (πολλές εκ των οποίων ήταν μπαράζ) μέσα στο 2009, ενώ τα ένοπλα χτυπήματα και οι βομβιστικές επιθέσεις περνάνε μια περίοδο ποιοτικής και ποσοτικής αύξησης κυρίως μέσω του Επαναστατικού Αγώνα και της Σέχτας Επαναστατών. Αυτό οδήγησε σε έναν αυτοπεριορισμό και μια εσωστρέφεια που δεν είχε σχέση με τις ανάγκες της κοινωνίας η οποία πλέον είχε μπει σε τροχιά κρίσης και δεν είχε πλέον ανάγκη συμβολικές και επιτελεστικές ενέργειες αυτοεπιβεβαίωσης αλλά ψάχνει για πραγματικές απαντήσεις. Και η αλήθεια είναι ότι ο αναρχικός χώρος απέχει έτη φωτός από το να μπορέσει να αποκτήσει. Ακόμα και σήμερα, δεν έχει καταφέρει ούτε βασικές κινήσεις για να συγκροτήσει στιβαρή πολιτική υπόσταση. Δεν έχει βγάλει ούτε μια σοβαρή οικονομική ανάλυση, δεν έχει παράξει κάποιο συγκεκριμένο στρατηγικό πρόγραμμα, η επαφή του με την εργατική τάξη είναι στη καλύτερη “αλεξιπτωτική”, και σε αυτό αναφέρομαι και στα “σωματεία” του χώρου, οι ομάδες μεταξύ τους κινούνται μεταξύ της πρόσκαιρης συμφωνίας πάνω στη λογική “όλοι αναρχικοί είμαστε, ας τα βρούμε” μέχρι διασπάσεις. Είναι ενδεικτικό ότι στη προσπάθεια να δημιουργηθεί αναρχική ομοσπονδία, σαν μια κίνηση ανεβάσματος του επιπέδου οργάνωσης, κατέληξαν με 2 ομοσπονδίες(!) από τις οποίες παράγονται συνεχώς διασπάσεις, αποχωρήσεις7 και τσακωμοί.
Τα πάρκα
Πέρα από τις επιθέσεις, υπήρξαν και θετικά παραδείγματα, όπως η δημιουργία 2 πάρκων στην Αθήνα. Το κακό με αυτό είναι ότι οι περισσότεροι αναρχικοί τα είδαν σαν γενικότερο στρατηγικό πρόταγμα, με “διανοούμενους” όπως ο κοινωνιολόγος John Holloway να τα ανυψώνει σαν απάντηση στο ερώτημα “τι πρέπει να κάνει το κίνημα σήμερα”. Συνοδευόμενο μάλιστα από “μεγαλοφυείς” ιδέες όπως η τοποθέτηση πινακίδων έξω από το πάρκο που να λένε “εδώ stop στον καπιταλισμό”8. Ουσιαστικά αυτό δείχνει και τα όρια του χώρου, μιας και η στρατηγική βρίσκει τοίχο στην έννοια του πολίτη και την καστοριαδική αντίληψη ότι “το θέμα στη πολιτική είναι η κοινωνική αυτοθέσμιση”, γενικά και διαταξικά αόριστα.
Τα συνθήματα
Ακόμα και το επίπεδο των συνθημάτων είναι ενδεικτικό της κατάστασης. Στη πλειοψηφία τους προπολιτικά και έχουν να κάνουν με το συναίσθημα και με μια αφηρημένη εικόνα περί ηθικής: Μπάτσοι-γουρούνια-δολοφόνοι, Μίσος-μίσος-μίσος ταξικό/ σφαλιάρες και κλωτσές σε κάθε αφεντικό, φασίστες κουφάλες έρχονται κρεμάλες, αυτό είναι σωστό/επίθεση στα τμήματα να βάλετε μυαλό. Μεγάλο μέρος των συνθημάτων είχαν να κάνουν προφανώς και για τον Αλέξη με πιο διαδεδομένο το “Αυτές οι μέρες είναι του Αλέξη” ή το πολύ προβληματικό “Μπάτσοι μουνιά/σκοτώνετε παιδιά”, όπως και συνθήματα τύπου “Fuck May 68_Fight Now!”.
Το σήμερα
Μετά από όλα αυτά, είναι σχεδόν νομοτελειακό να καταλήξεις πως ό,τι καλύτερο έχεις να πεις σαν χώρος είναι οι ακτιβισμοί του Ρουβίκωνα, οι οποίοι συχνά δε συνοδεύονται από τα πιο ριζοσπαστικά κείμενα που έχεις διαβάσει. Γενικά, το βασικό πρόβλημα με τον αναρχικό χώρο, είναι ότι τα πάντα περιφέρονται γύρω από το Θέαμα, το συναίσθημα και τις συμβολικές κινήσεις. Και εν μέρει, είναι λογικό: Ό,τι εκπέμπεις, έλκεις. Αν η συσπείρωση του κόσμου σου γίνεται με όρους συγκίνησης με εικόνες μπάχαλων, το μόνο που καταφέρνεις είναι να αναπαράγεις όλο αυτό.
Το ερώτημα που τίθεται πλέον στο σήμερα, είναι ποια πρέπει να είναι η θέση του οργανωμένου εργατικού κινήματος με αυτό το ουτοπικό σοσιαλιστικό ρεύμα, το οποίο βρίσκεται αρκετά πιο πίσω από τις μεγαλύτερες ιστορικές κατακτήσεις άλλων ρευμάτων, όπως ο διαλεκτικός υλισμός και στην πραγματικότητα υφίσταται ακόμα κυρίως λόγω των οπορτουνιστικών λαθών του κομμουνιστικού κινήματος στον 20ό αιώνα και των ανατροπών στο ανατολικού μπλοκ. Αν δεις τον αναρχισμό σαν ένα σοσιαλιστικό ουτοπικό ρεύμα μέσα στο πέρασμα των αιώνων, καταλαβαίνεις ότι μπορεί να θέσει κάποια ερωτήματα προς το λαό -ακόμα και αν δε μπορεί να τα απαντήσει ο ίδιος. Το ζητούμενο δεν είναι να κάνεις στείρες επιθέσεις αλλά να ανυψώσεις το επίπεδο των αγώνων και των αναλύσεών σου, να κάνεις τις σωστές τακτικές επιλογές έτσι ώστε να καταστεί κάθε άλλη επιλογή παράταιρη. Αυτό είναι άλλωστε το στοίχημα που έχει μπροστά του το οργανωμένο ταξικό κίνημα απέναντι σε κάθε αντίπαλο.
Τέλος, θέλω να αναφερθώ και στο εξής: κάτι το οποίο έχει αλλάξει αρκετά σε σχέση με 10 χρόνια πριν, είναι η ηλικιακή σύσταση του χώρου. Από τις εποχές 70s-00s που ο μέσος όρος ηλικίας ήταν οι αρχές των 20, τώρα πλέον είναι πολύ πιο μέσης ηλικίας.
ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ
Επειδή υπήρξαν ήδη κάποιοι καλοθελητές που είτε για προσωπικούς είτε για πολιτικούς λόγους βγάλαν τη μιζέρια και τη γκρίνια τους, να ξεκαθαριστεί το εξής:
Ο αναρχικός χώρος για δεκαετίες δεν έχει μάθει να του ασκούν κριτική, παρά μόνο επιφανειακά και χωρίς ιδιαίτερη βαρύτητα. Αυτό οφείλεται από τη μια στη συμπάθεια που του έχει η παλιά σοσιαλδημοκρατία και ο τωρινός οπορτουνισμός, αλλά και λόγω φόβου για το ενδεχόμενο της σωματικής βίας που θα ασκηθεί σε όποιον τολμήσει να αρθρώσει αντίθεση. Εγώ πάλι δε διακατέχομαι ούτε από φόβο, ούτε από πάθος και θα λέω πάντα όσα νιώθω ότι είναι αλήθειες που πρέπει να ακουστούν.
Το κείμενο αυτό δεν είναι κάποιας μορφής “επίθεση” στον αναρχικό χώρο, είναι απλά η μαρτυρία κάποιου που πλέον κοιτάει το παρελθόν απομαγευμένος, με τα καλά και τα κακά της διαδικασίας. Αν κάποιος θεωρεί ότι αδικώ τον χώρο με τα γραφόμενα μου, ας το συζητήσουμε. Αν κάποιος πάλι θεωρεί ότι όσα λέω ισχύουν αλλά το βλέπει σαν επίθεση το ότι γράφονται αυτά δημόσια, εκεί είναι δικό του πρόβλημα και δε με αφορά. Οι επαναστάτες δε λειτουργούν με θρησκευτική αφοσίωση, πάντα προβληματίζονται και ψάχνουν τι πήγε λάθος στη πορεία τους. Όσοι δε λειτουργούν έτσι, δεν είναι επαναστάτες εξ αρχής. Είναι απλά φονταμενταλιστές που έχουν βάλει στη θέση της θρησκείας κάτι άλλο για να λατρεύουν. Και όπως είπε και ο Μαρξ στη 18η Μπρυμπαίρ:
Οι αστικές επαναστάσεις, όπως λ.χ. οι επαναστάσεις του 18ου αιώνα, βαδίζουν ορμητικά από επιτυχία σε επιτυχία, τα δραματικά τους αποτελέσματα ξεπερνούν το ένα το άλλο, άνθρωποι και πράγματα φαίνονται σα να περιβάλλονται από αστραφτερά διαμάντια, η έκσταση είναι το πνεύμα της ημέρας. Μα οι επαναστάσεις αυτές ζούνε λίγον καιρό, γρήγορα φτάνουν στο αποκορύφωμά τους και μια μακρόχρονη αποχαύνωση κυριεύει την κοινωνία προτού μάθει να αφομοιώνει νηφάλια τα αποτελέσματα της ορμητικής και θυελλώδικης εποχής της. Αντίθετα οι προλεταριακές επαναστάσεις, όπως οι επαναστάσεις του 19ου αιώνα κάνουν αδιάκοπη κριτική στον ίδιο τον εαυτό τους, διακόπτουν κάθε τόσο την ίδια τους την πορεία, ξαναγυρίζουν σε κείνο που φαίνεται ότι έχει πραγματοποιηθεί για να το ξαναρχίσουν από την αρχή, περιγελάνε με ωμή ακρίβεια τις μισοτελειωμένες δουλειές, τις αδυναμίες και τις ελεεινότητες των πρώτων τους προσπαθειών, φαίνονται να ξαπλώνουν χάμου τον αντίπαλό τους μόνο και μόνο για να του δώσουν την ευκαιρία ν’ αντλήσει καινούριες δυνάμεις από τη γη και να ορθωθεί πάλι πιο γιγάντιος μπροστά τους, οπισθοχωρούν συνεχώς μπροστά στην ακαθόριστη απεραντοσύνη των σκοπών τους, ώσπου να δημιουργηθεί η κατάσταση που κάνει αδύνατο κάθε ξαναγύρισμα και όπου οι ίδιες οι περιστάσεις φωνάζουν:
«Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα!3
Καλό Σαββατοκύριακο και να διαβάζεις Ρίζο…
1 Η ΟΡΓΗ ΚΑΙ Η ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΤΟΥ, blog κατειλημμένης Λυρικής Σκηνής
2. Οι φυλές των τριών (αναρχικών) καταλήψεων, Το Βήμα, 18/12/2008
6 Just a spoonfull of sugar makes the medicine go down, Ego te provoco//Flesh Machine