The fucking forest
ΦΑΚΟΣ ΕΡΥΘΡΑΣ ΕΠΑΦΗΣ: Για να ξελαμπικάρει το κεφάλι μου και να μπορώ να ξεχωρίσω το φάρμακο απ’ το φαρμάκι, το Μίκη από το Θεοδωράκη και τη ΧΑ από το χαχανητό πήρα να διαβάζω ξανά “το άξιον εστί” του Ελύτη, τον μόνο που μπόρεσε να μου εξηγεί πώς γίνεται ο κόσμος να είναι… αέν και μικρός και μέγας.
Αχ αυτό το ρημάδι το δέντρο που κρύβει πάντα “the fucking forest”, μετάφραση αναγκαστικά απρεπής, το γαμημένο το δάσος, των συμφερόντων! Καταφέρνει να προσελκύει μάζες και πλήθη μικροσκοπικών φυλλοβόλων “εγώ”, που διογκώνονται απ’ τους θυελλώδεις ανέμους των καιρών χωρίς ποτέ να γίνονται σμήνη γονιμοποιητικών μελισσών. Κι έτσι οι λέξεις σε άτακτη σειρά, ασύντακτες κι ανέμπνευστες, υποταγμένες στη γραμματική της ιδιοτέλειας κρύβουν και συνάμα ακούσια αποκαλύπτουν τους αρθρώνοντες το λόγο της εποχής.
Τι θλιβερό για παράδειγμα να κόπτονται όλοι για το έθνος, με πρώτους τους φασίστες που κρύβουν τη σβάστικα πίσω απ’ τον εθνικισμό, και κανείς να μην ασχολείται με τις πολυεθνικές εταιρείες, που σαν πρωτόγονοι τροφοσυλλέκτες, μασάνε τον πλούτο που παράγουν και τα έθνη που τους φιλοξενούν και τα έθνη που καταναλώνουν τα προϊόντα τους.
Τι συνθλιπτικό να μιλάνε για κάθαρση οι έχοντες αποδεχθεί στα πλαίσια της Αγοράς ότι μπορεί να παράγεται και σαπούνι από το πλήθος των φουρνισμένων ανθρώπων ή να παράγουν ευλογία τα προσκυνήματα σε μούμιες ή κόκκαλα άλλων και όλων των θρησκειών. Είναι οι στιγμές της ιστορίας που οι λέξεις ειδικεύονται παράγοντας ιδεολογία μιας χρήσεως και στιγμιαίους καφέδες παρηγοριάς, με τους φθόγγους αποστειρωμένους νοήματος.
Μ’ αυτά και μ’ εκείνα το δέντρο των γεγονότων, των ειδήσεων και της επικαιρότητας γίνεται τέρας που αναφωνεί και βρυχάται με λουδοβίκεια μεγαλοπρέπεια, “εγώ είμαι το δάσος και επί εμού οικοδομήσεις την υλοτομική σου δραστηριότητα”, και φυσάει, κι ακούς γύρω τους ανθρώπους να υποφέρουν από πραγματική άπνοια, κινούμενοι και μη συλλαλούντες μεταξύ Novartis και Νοvamakedonia προσπαθούν να διακρίνουν τον σούπερ νόβα αστέρα μιας ρημαγμένης από βομβαρδισμούς σύγχρονης Βηθλεέμ, όπου το πολυεθνικό συστατικό του Ηρώδη είναι ο νεωτερισμός της σφαγής νηπίων τε και ενηλίκων και γερόντων…
Για να ξελαμπικάρει το κεφάλι μου και να μπορώ να ξεχωρίσω το φάρμακο απ’ το φαρμάκι, το Μίκη από το Θεοδωράκη και τη ΧΑ από το χαχανητό πήρα να διαβάζω ξανά “το άξιον εστί” του Ελύτη, τον μόνο που μπόρεσε να μου εξηγεί πώς γίνεται ο κόσμος να είναι… αιέν και μικρός και μέγας. Δε λέω πως σώθηκα, αλλά γλίστρησα τουλάχιστον, για λίγο ακόμα, απ’ την επιβίωση στην πλευρά της ζωής που είναι ελεύθερη μόνον όταν έχει έλεγχο του νου της και μπορεί να ξεχωρίσει όσο δυο γαϊδουριών άχυρα, την άνοια από τη διάνοια, και το πότε τα φρούτα των καιρών είναι φαγώσιμα.
Αρχισα να σκαρφαλώνω πίσω στην επιβίωση, όταν έμαθα για τη σαραντάχρονη κόρη μιας εβδομηντάχρονης φίλης μου, που ακόμα δουλεύει για να συμπληρώσει συντάξιμα, η οποία πρέπει επειγόντως να χειρουργηθεί. Με μέσον, πήρε ραντεβού από κρατικό νοσοκομείο, γιατί και διεγνώσθη αμέσως χειρουργίσιμη. Κι είναι χαρούμενη γιατί απ’ το Γενάρη πήρε σειρά στο χειρουργείο της 10ης Μαΐου! Εκεί έχασα, σ’αυτό το “επειγόντως”, κάθε επαφή με την πραγματικότητα και του δέντρου και του δάσους. Κι όπου το είπα, όλοι επιδόθηκαν σε ερμηνείες του επείγοντος με μόνιμη επωδό το γνωστό… πάλι καλά γιατί εμείς δεν είμαστε και γιατροί, που έτσι κι αλλιώς θα φταίνε, χωρίς να φταίνε.
Είμαι βέβαιη πως όποιος δεν ζει, αλλά ερμηνεύει κι αναλύει την πραγματικότητά του, έχει πεθάνει προ πολλού με την ψευδαίσθηση ότι είναι αθάνατος. Κι επειδή αυτό είναι γεγονός που κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει στη ζωή του ως δέντρου μέσα στο δάσος, έφυγα από τον ποιητή Ελύτη και πήγα στο πεζό του που έτσι κι αλλιώς μας προσκαλεί “με ανοιχτά χαρτιά” να ερμηνεύσουμε κατά το εμπειρικό δοκούν το θηρίο μέσα μας, κι ανάπνευσα: “τόσο δύσκολο, μα τόσο δύσκολο ν’ αφήσεις την εποχή σου να σε σφραγίσει, χωρίς να σε παραχαράξει”.
ΛΙΑΝΑ ΚΑΝΕΛΛΗ