Συλλογική μνήμη
Η συλλογική μνήμη αναφέρεται στο πώς ομάδες και έθνη θυμούνται το παρελθόν τους, πώς διαμορφώνει την προσωπική μας ταυτότητα και σχετίζεται με κοινωνικά φαινόμενα όπως η εθνικότητα και η πολιτιστική ταυτότητα, οι οποίες βασίζονται σε κοινές αντιλήψεις του εαυτού μας και του άλλου.
Ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης στην ομιλία του στο Αμερικανικό Κογκρέσο παραλληλίζει τον αγώνα της ανεξαρτησίας μας του 1821 με τον πόλεμο της Ουκρανίας εναντίον της Ρωσίας και συγκρίνει την ηρωική έξοδο του Μεσολογγίου με τις συγκρούσεις στη Μαριούπολη. Ο υπουργός εξωτερικών της χώρας Ν. Δένδιας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης χαρακτηρίζει την 29η Μαίου, ημέρα κατάληψης της Κων/πολης από τους Οθωμανούς Τούρκους, ως αποφράδα ημέρα για την εθνική μας μνήμη. Στο μήνυμά της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης η πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας Κ. Σακελλαροπούλου για την επέτειο της 9ης Μαΐου επιλέγει να θυμηθεί τη διακήρυξη του Ρ. Σουμάν που γέννησε την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, γιορτάζοντας την Ημέρα της Ευρώπης. Κι αυτά είναι μερικά ενδεικτικά παραδείγματα δηλώσεων που αναφέρονται στη συλλογική μνήμη, όπως εκφράζεται από παράγοντες στα κρατικά θεσμικά όργανα. Το παρελθόν επανεμφανίζεται και ζει πάλι στο παρόν, με νέα νοηματοδότηση που δικαιώνει πολιτικές επιλογές της κυρίαρχης ηγεσίας, σχετικά με τον πόλεμο στην Ουκρανία ή την Ευρωπαϊκή Ένωση ή ακόμα και την εκμετάλλευση του μεγαλοϊδεατισμού.
Η ερμηνεία και η ανάκληση στη μνήμη ιστορικών γεγονότων μπορεί να χειραγωγηθεί για πολιτικό κέρδος. Κι αν θυμόμαστε τα χρόνια της κατοχής ως τα ηρωικά χρόνια της αντίστασης στους ναζί και η λέξη Πολυτεχνείο έχει ταυτιστεί με την εξέγερση των φοιτητών εναντίον της χούντας, ο κίνδυνος παρερμηνείας ή παραποίησης της ιστορίας στο πλαίσιο της συλλογικής ιστορικής μνήμης δεν παύει να είναι υπαρκτός. Έτσι η επιβολή των μνημονίων από την Ε.Ε, με προεξάρχουσα τη Γερμανία, υπήρξε μια απότομη υπενθύμιση της κατοχής, με την ανάλογη βέβαια εκμετάλλευση από δημαγωγικές φωνές που ήθελαν να παραπλανούν, και ταίριαζε και στην αφήγηση για τους σκληρούς Γερμανούς που πρέπει να εξευμενιστούν. Γι’ αυτό, και οι ακροδεξιοί δημαγωγοί πλειοδοτούσαν σε βερμπαλιστική αγωνιστικότητα με απεικονίσεις της καγκελαρίου Α. Μέρκελ με ναζιστική στολή.
Η συλλογική μνήμη αναφέρεται στο πώς ομάδες και έθνη θυμούνται το παρελθόν τους, πώς διαμορφώνει την προσωπική μας ταυτότητα και σχετίζεται με κοινωνικά φαινόμενα όπως η εθνικότητα και η πολιτιστική ταυτότητα, οι οποίες βασίζονται σε κοινές αντιλήψεις του εαυτού μας και του άλλου. Η μνήμη δηλ. του παρελθόντος, συμπεριλαμβανομένων των σκοτεινότερων τμημάτων της ιστορίας μας, αποτελεί σημαντικό στοιχείο της διαμόρφωσης της εθνικής μας ταυτότητας. Όταν κατανοούμε τις αναμνήσεις μιας χώρας σημαίνει ότι κατανοούμε κάτι ουσιαστικό για την εθνική ταυτότητα και προοπτική της χώρας, γιατί οι άνθρωποι κάθε χώρας διατηρούν διαφορετικές αναμνήσεις ακόμα και σε κοινά θέματα. Έτσι πχ. αν οι Αμερικανοί θυμούνται από τον β παγκόσμιο πόλεμο την επίθεση στο Περλ Χάρμπορ και οι Ρώσοι γεγονότα όπως τη μάχη στου Στάλινγκραντ ή την πολιορκία του Λένινγκραν, εμείς θυμόμαστε την πείνα της κατοχής, τους χιλιάδες εκτελεσμένους και τις αφανίσεις χωριών. Και βέβαια οι συλλογικές μνήμες ενός λαού μπορούν να αλλάξουν με τη πάροδο των γενεών και καθώς η συλλογική ανάμνηση υπονοεί ότι συμβαίνει και συλλογική λήθη, γεγονότα αξιοσημείωτα μπορεί να τα καταπιεί η λήθη. Για παράδειγμα, ενώ επαναλαμβάνονται οι θρήνοι και η ανακύκλωση αναμνήσεων από τη χαρισάμενη ζωή στη Σμύρνη πριν τη μικρασιατική καταστροφή, σχεδόν έχουν ξεχαστεί ευθύνες και πολιτικές σκοπιμότητες της ελληνικής ηγεσίας που συμβάλλαν σ’ αυτή.
Η κυρίαρχη εξουσία συχνά αντλεί από συλλογικές αντιλήψεις του παρελθόντος για να χρησιμοποιήσει τη μνήμη ως μέσον πολιτικής, με αναφορά σε γεγονότα διαμορφωτικά της συλλογικής συνείδησης της κοινότητας, χειραγωγώντας τη ώστε να νομιμοποιήσει τις ενέργειές της. Κι επειδή στη συλλογική μας μνήμη το κυριότερο σημείο αναφοράς σχετίζεται με εξέγερση και αντίσταση, κληρονομιά του αγώνα της ανεξαρτησίας και της εθνικής αντίστασης, ο κυρίαρχος λόγος προσπαθεί να τις ενσωματώσει ποικιλοτρόπως. Έτσι λοιπόν όταν από τη μια ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ Α. Τσίπρας με τις αναφορές σε εθνική αντίσταση προσπαθεί να την σφετεριστεί και από την άλλη υπουργοί της κυβέρνησης Κ. Μητσοτάκη, όπως ο Μ. Βορίδης, εκτοξεύουν κατηγορίες για την ιδεολογική ηγεμονία της αριστεράς, στην πραγματικότητα προσπαθούν να απαξιώσουν αυτό που αποτελεί επίκεντρο στη συλλογική μας μνήμη, τη δυναμική των λαϊκών αγώνων. Επιπλέον, επειδή η συλλογική μνήμη των λαϊκών στρωμάτων ταυτίζεται με τους αγώνες της αριστεράς που όλη τη μεταπολεμική περίοδο τροφοδότησαν μια πολιτική ριζοσπαστικότητα, πάντα για την κυρίαρχη τάξη υπάρχει ο φόβος να εκφραστεί αυτή η ριζοσπαστικότητα μέσα από αγώνες και βαθιούς ιδεολογικούς μετασχηματισμούς σε σύγκρουση μ’ αυτήν.
Εν ολίγοις, αν η μνήμη μας έχει τις ρίζες της στο παρελθόν, όμως η διαχείρισή της για την επιθυμητή επικοινωνιακή επίδρασή της στο παρόν υποκινείται από σύγχρονες πολιτικές εκτιμήσεις, για να μεταβληθεί ο τρόπος με τον οποίο συνολικά οι άνθρωποι σκέφτονται και αντιδρούν σε καταστάσεις στο παρόν. Παραδείγματα, όπως ο υπερτονισμός της συμβολής των ξένων δυνάμεων στη δημιουργία του ελληνικού κράτους ή η αιτιολόγηση των ναζιστικών φρικαλεοτήτων ως αντίποινα σε πράξεις της αντίστασης, αποδεικνύουν πώς με λογικοφανή τρόπο γίνεται επέμβαση στη συλλογική μνήμη της αντίστασης και εξέγερσης υποβαθμίζοντάς τη αν όχι ακυρώνοντάς τη.
Βέβαια, μπορεί να συμβεί και το αντίστροφο, δηλ. οι διαφωνίες ή οι παραδοχές για το παρελθόν ανάμεσα στους καθημερινούς ανθρώπους να εισχωρούν και να επηρεάζουν τις λειτουργίες των επίσημων θεσμών του κράτους. Στη μεταπολίτευση η ζωντανή μνήμη της αντίστασης, μετά την πτώση της χούντας, με την άνοδο του λαϊκού κινήματος κυριάρχησε στη συλλογική μνήμη και συνέβαλε στην αναγνώρισή της από τα θεσμικά όργανα του κράτους.
Η συλλογική μνήμη λοιπόν διαμεσολαβείται μέσω σύνθετων μηχανισμών συνειδητής χειραγώγησης από την κυρίαρχη εξουσία και ασυνείδητης απορρόφησης από μέλη της κοινωνίας. Αυτά τα κοινωνικά πλαίσια όχι μόνο δίνουν νόημα και σε μεμονωμένες αναμνήσεις, αλλά παρέχουν επίσης το ευρύ ιστορικό πεδίο που διαμορφώνει την επιλογή και την ερμηνεία των διαμορφωτικών της συλλογικής μνήμης γεγονότων. Οι συνεχείς επομένως επιλεκτικές αναφορές τον τελευταίο καιρό από κυβερνητικούς παράγοντες για βανδαλισμούς στο χώρο των πανεπιστημίων και βιαιότητες των φοιτητών αποσκοπούν να παραποιήσουν τη μνήμη, που έχει τις ρίζες της ιδιαίτερα στα χρόνια της χούντας, για την αγωνιστικότητα των φοιτητών και την ακαδημαϊκή ελευθερία, ώστε ν’ αλλάξουν τον τρόπο που μεγάλο μέρος του πληθυσμού σκέφτεται και αντιδρά, για να γίνει αποδεκτή η αστυνόμευση και καταστολή στον πανεπιστημιακό χώρο.
Κι αν ξεχωρίζει από την ιστορία η συλλογική μνήμη είναι γιατί επικεντρώνεται στο πώς κατανοούνται στο παρόν τα παρελθόντα γεγονότα. Αν βέβαια άκριτα συγκατανεύουμε, αποδεχόμαστε πρόσωπα και πράγματα που ο κυρίαρχος λόγος επιβάλλει, εξισώνοντας τους πάντες και τα πάντα, παροπλίζεται η μνήμη και η σύνδεση με το παρελθόν. Ο έλεγχος όμως της μνήμης είναι μια μορφή ισχύος και τα άτομα που βρίσκονται σε θέση να χειριστούν τη μνήμη και μαζί της τα πολύτιμα σύμβολα μιας κοινωνίας ή μιας ομάδας, μπορούν να αποκτήσουν ισχυρή εξουσία.
Όταν όμως από όλους αυτούς τους ανθρώπους που διεκδικούν και αγωνίζονται η μνήμη μεταφέρεται από τον εσωτερικό, προσωπικό χώρο στον εξωτερικό κόσμο, παύει τότε να έχει διάσταση ενδόμυχη και μετουσιώνεται σε δημόσια πράξη. Γι’ αυτό και οι εκδηλώσεις του ΚΚΕ σε επετείους για γεγονότα που σημάδεψαν τη δική του ιστορία και του ελληνικού λαού είναι ουσιαστικά εκδηλώσεις κινητοποίησης της μνήμης που ακυρώνουν την προσπάθεια της κυρίαρχης εξουσίας να μετατραπούμε όλοι σε καταναλωτές μνήμης που το υλικό της μας το προμηθεύει η ίδια.