Θεατρικές Παραστάσεις
Η αστική δημοκρατία δέχεται να συνδιαλέγεται μόνο με τον εαυτό της, ενώ οι πολίτες δεν αντιμετωπίζονται παρά σαν καθρέφτες της αστικής εξουσίας, η οποία στην πραγματικότητα δεν δέχεται να διαπραγματευτεί ούτε καν τους επικοινωνιακούς της όρους.
Κι όλες αυτές τις μέρες με τη συμφωνία των Πρεσπών, φωτογραφίες και βίντεο πλημμύρισαν τα ΜΜΕ είτε καταγράφοντας στιγμιότυπα από την υπογραφή της συμφωνίας είτε από τις αντιδράσεις που αυτή προκάλεσε επιμένοντας, μέρες μετά, στα επεισόδια με αποδοκιμασίες στελεχών των κυβερνώντων κομμάτων. Κι έτσι η ψήφιση του πολυνομοσχεδίου με τα προαπαιτούμενα για το κλείσιμο της 4ης αξιολόγησης του προγράμματος με το φτωχό εικονογραφημένο υλικό της, πέρα από τις κοκορομαχίες της βουλής για δευτερεύοντα ζητήματα, μοιάζει να μένει στο περιθώριο του ενδιαφέροντος, παρόλο που επηρεάζει καθοριστικά τη ζωή μας.
Οι εικόνες από την υπογραφή της συμφωνίας των Πρεσπών, με τους ηγέτες των δυο χωρών σε ευφρόσυνη διάθεση και με συμπεριφορές οικειότητας μεταξύ τους, θέλουν να σηματοδοτούν έναν κόσμο δίχως αντιφάσεις, παραδομένο στη βεβαιότητα και ασφάλεια, ενώ οι εικόνες από τις κακότεχνα σκηνοθετημένες υπερβολές των εθνικιστών στις διαμαρτυρίες τους θέλουν να πείσουν για το μέγεθος και πάθος της αντίδρασής τους.
Εξάλλου και όλη η εορταστική παράσταση που στήθηκε στο Ζάππειο από την κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ για να πείσει για την έξοδο από τα μνημόνια ακολούθησε την τεχνική της διαφήμισης, με τον πρωταγωνιστή πρωθυπουργό να ενεργεί περισσότερο βάσει των κανόνων της βιομηχανίας του θεάματος. Μ’ αυτόν τον τρόπο το πολιτικό διακύβευμα ταυτίστηκε με στυλιστικές διαφορές και αντιθέσεις αποσκοπώντας στη συναίνεση και συγκατάθεση
Οι εικόνες υπεραπλουστεύοντας το μήνυμα που μεταδίδουν επιβάλλουν μια ψευδή θεώρηση της πραγματικότητας, που στηρίζεται σε επιθυμίες και ένστικτα. Η πολιτική οπτικοποιείται, γίνεται με μηντιακούς όρους, κατασκευάζεται ως είδηση μέσω των ΜΜΕ.
Και βέβαια η πολιτική-θέαμα, όταν κατακρίνεται ως τυχαίο γεγονός, θεωρείται μια αρρωστημένη παρενέργεια του συστήματος των ΜΜΕ επί του πολιτικού συστήματος. Κι έτσι προϋποθέτουμε ότι ανάμεσα στην πολιτική και την επικοινωνία, την πραγματικότητα και τους συμβολισμούς, το προσκήνιο και τα παρασκήνια υπάρχουν σύνορα που χωρίζουν το τεχνητό από το αυθεντικό, ενώ στην πραγματικότητα η πολιτική στην αστική δημοκρατία, έχοντας γίνει ένα εμπορεύσιμο αγαθό, δεν κρύβει πίσω της κανένα παρασκήνιο όπου να διεξάγεται το ουσιώδες, γιατί αυτό δεν βρίσκεται στο πεδίο των πολιτικών.
Οι πολιτικοί είναι για να πείθουν πως η πολιτική ζωή είναι περισσότερο μία χειροπιαστή σύγκρουση ανάμεσα σε πρόσωπα – κάτι που μπορεί εύκολα να καταγραφεί από τις τηλεοπτικές κάμερες και να προσφερθεί ως θέαμα στο τηλεοπτικό κοινό – παρά ως μία σύγκρουση ιδεών και συμφερόντων, που δεν μπορούν να γίνουν αντικείμενο αναπαράστασης.
Το ουσιώδες, ο καπιταλιστικός τρόπος οργάνωσης της παραγωγής με τα παρεπόμενά του, παραμένει στο παρασκήνιο και προσαρμόζει τις δραστηριότητες και αποφάσεις των πολιτικών, αλλά δεν ορίζεται από αυτούς. Και κάπως έτσι, η πολιτική αστάθεια της Ιταλίας καταλήγει σε σχηματισμό κυβέρνησης πριν λίγο καιρό, όπως συνέβη πριν ένα χρόνο και στο νεοβαπτισθέν κράτος της Βόρειας Μακεδονίας, όπου για μήνες ο πρόεδρος Ιβάνοφ αρνούνταν να δώσει στον Ζάεφ εντολή σχηματισμού κυβέρνησης
Κι όσο ο πολίτης μπροστά στα σημαντικά ζητήματα της ανεργίας, οικονομίας κλπ. αισθάνεται αδύναμος, η υπεραπλούστευση του πολιτικού μηνύματος και η άμεση επικοινωνία των πολιτικών με τους ψηφοφόρους στήνουν γέφυρες για τη σύνδεση του κόσμου της πολιτικής με την καθημερινή ζωή, αποσπώντας τη συναίνεση για τις πολιτικές που ασκούνται. Γι’ αυτό και δίνεται έμφαση σε ένα είδος δημόσιου γεγονότος που παρουσιάζεται ως ιδιωτικό, όπως πολιτικές γκάφες, ιδιότυπες συμπεριφορές που άλλοτε προσχεδιασμένα και άλλοτε αυθόρμητα κάνουν οι πολίτικοί ως άτομα.
Η προσωποποίηση της πολιτικής και η μετατροπή της σε θέαμα ενισχύει τη συναίνεση αναπαράγοντας την κυρίαρχη ιδεολογία με τη γενίκευση του συγκεκριμένου και τη συγκεκριμενοποίηση του γενικού. Το ορατό αποκτά πρόσωπο, μέσω μάλιστα και των ΜΜΕ. Έτσι η φτώχεια και η ανεργία μετατρέπονται σε ορατή και εμπειρική πραγματικότητα χωρίς ν’ αναζητούνται όμως οι αιτίες της. Εξάλλου, από την απεικόνιση μιας μοναδικής και κάποιες φορές και ανεπανάληπτης ενέργειας, προκύπτει αυθαίρετα κι ένα γενικός κανόνας. Έτσι η αποκάλυψη ενός οικονομικού σκανδάλου καθιερώνει την πεποίθηση της γενικευμένης διαφθοράς ως αιτίας της οικονομικής κρίσης.
Δυο παραδείγματα προσωποποίησης της πολιτικής, πέρα απ’ αυτό του δικού μας πρωθυπουργού και της ταύτισης των στυλιστικών του επιλογών με επαναστατικότητα, δίνονται από τον ολλανδό πρωθυπουργό και τον γάλλο πρόεδρο. Πριν κάποιες βδομάδες, με παρουσία κάμερας βέβαια, ο ολλανδός πρωθυπουργός Ρούτε όταν έριξε τον καφέ του αποφάσισε να καθαρίσει μόνος του το σημείο, αποσπώντας το χειροκρότημα υπαλλήλων του κοινοβουλίου. Από την άλλη, πριν μερικές μέρες, Ε. Μακρόν, αποκαλώντας τον με το χαϊδευτικό του μικρού του ονόματος, προκάλεσε την έντονη αντίδρασή του, κι αυτό παρουσία κάμερας.
Όσο μεγαλώνει το έλλειμμα νομιμοποίησης των πολιτικών που ασκούνται και δεν πραΰνονται οι αρνητικές επιπτώσεις τους με παρηγορητικά μέτρα τόσο μοιάζει η πολιτική να καταποντίζεται στη σκηνοθεσία επικοινωνιακών τεχνασμάτων. Τα δυο παραδείγματα συμπεριφοράς πολιτικών δείχνουν όμως και την απαίτηση της εξουσιαστικής πολιτικής να σκηνοθετεί μονομερώς τις θεατρικές παραστάσεις της, ίσως γιατί αυτή είναι η μοναδική της εξουσία που της απέμεινε.
Με το επικοινωνιακό τους παιχνίδι οι πολιτικοί αναδιπλασιάζουν την ταυτότητά τους στους πολίτες, αφού απαιτούν να αντικατοπτρίζονται σ’ αυτούς και έτσι η συμμετοχή του πολίτη σ’ αυτό καταλήγει μια διαδικασία αυτοορισμού του. Γι’ αυτό ενώ ο γάλλος πρόεδρος δείχνει φιλικός και οικείος να βγάζει σελφις με διάφορους ανθρώπους, ορίζοντας ο ίδιος τα όρια της οικειότητας, αντιδρά όταν αυτά τα επεκτείνει ένας νεαρός.
Και αυτό το περιστατικό μοιάζει να συνοψίζει τα όρια της πολυφωνίας κι ανεκτικότητας της αστικής δημοκρατίας μας, η οποία στην τελική δέχεται να συνδιαλέγεται μόνο με τον εαυτό της, ενώ οι πολίτες δεν αντιμετωπίζονται παρά σαν καθρέφτες της αστικής εξουσίας, η οποία στην πραγματικότητα δεν δέχεται να διαπραγματευτεί ούτε καν τους επικοινωνιακούς της όρους.