Το παραβάν του παραλόγου
Παλεύοντας για επιβίωση, μια ικανή μερίδα του λαού εξοικειώθηκε με το παράλογο. Αφέθηκε βορά στον κάθε τσαρλατάνο, απατεώνα, εκμεταλλευτή, φασίστα, λούμπεν καθίκι.
Φάγαμε στη μάπα μνημόνια, πι-ες-άγια, πετσοκόμματα μισθών, συντάξεων, σφαγιασμό δικαιωμάτων, ήρθαν και ξεθεμέλιωσαν τη ζωή και το ηθικό μας εκατόμβες καμένων και πνιγμένων ανθρώπων μας. Σαν σε θρίλερ κακιάς ώρας, είδαμε νιάτα να ξενιτεύονται, γέρους και γριές να ξυλοδέρνονται, πρόσφυγες να σκυλοπνίγονται, φασισταριά να κοκορεύονται στη Βουλή, να σφάζουν στην ψύχρα παλικάρια κι ύστερα να στήνουν κι εκπομπές μέσα από τη φυλακή… Ζούμε συμμορίες εφήβων αγοριών και κοριτσιών να παίζουν το μαχαίρι καλύτερα κι από το τάμπλετ, νέους να χάνονται απ’ τη σύνθλιψη της ανεργίας ως το νέφος της μαστούρας… Δεν έχει τελειωμό αυτό το έσχατο στάδιο της βαρβαρότητας και της σήψης που τη συνοδεύει σ’ ένα σύστημα που πουλάει μούρη σπάζοντας τα μούτρα των πολλών. Το αποδεικνύει κι ο κατατεθείς προϋπολογισμός, συντρόφια. Βλέπει αύξηση 4,5% του ΑΕΠ και ξεμπερδεύει με την πραγματική αύξηση του μέσου μισθού κατά 0,2%! Εξωπραγματική προσφορά στα μαθηματικά της υποκρισίας και της απανθρωπιάς του καπιταλισμού, που ράβει τις εξισώσεις στα μέτρα του, κι εμείς τα σάβανα των ονείρων μας για μια καλύτερη ζωή στην εποχή των τεχνολογικών κι επιστημονικών θαυμάτων. Αμ δεν μπορείς πια να πεις «πάμε μια βόλτα στο φεγγάρι» χωρίς την άδεια και τα λεφτά του κάθε Μασκ, μασκαρά με τα λεφτά που βγάζει από το ξύγκι της τεχνητής νοημοσύνης, της ταγμένης να εκμεταλλεύεται, κι όχι να συμπληρώνει την κοινή δική σου.
Όμως, μέσα στο ζόφο της δεύτερης δεκαετίας του 21ου αιώνα μας, ανάμεσα στ’ αμόνι της σαστιμάρας που φέρνει το τέλος των ψευδαισθήσεων, και το σφυρί του ξεδιάντροπου πλουτισμού των αρπακτικών της κάθε καπιταλιστικής κρίσης, θαρρώ μας ξέφυγε ολωνών μας μια ζημιά τεράστια. Μια χαοτική πληγή σε μεγάλο μέρος του κοινωνικού σώματος. Είναι το εμφύτευμα του παράλογου στον κοινό νου. Του π α ρ ά λ ο γ ο υ. Γι’ αυτό και τόσος λόγος τώρα τελευταία περί ορθολογισμού κι ανορθολογισμού. Τον κάνουν αυτοί ακριβώς που πάτησαν πάνω στη ζημιά του λαϊκού μυαλού και το τραύμα της κοινής ψυχής του. Αυτοί που βρήκαν φυσικό να… δημοψηφίζουν το όχι σε ναι, να συγκυβερνούν πρωταριστερά με την άκρα δεξιά κι οι άλλοι που πήραν μια… δεξιά πολυκατοικία και της αλλάζουν τα επίθετα στα κουδούνια των ορόφων, απ’ το ΠΑΣΟΚ ως το ΛΑ.Ο.Σ. κι ακόμα παραπέρα. Κι όλοι μαζί να λένε πως η ψήφος των ναζί δε μυρίζει άμα στην εξουσία σε διατηρεί…
Παλεύοντας για επιβίωση, μια ικανή μερίδα του λαού εξοικειώθηκε με το παράλογο. Αφέθηκε βορά στον κάθε τσαρλατάνο, απατεώνα, εκμεταλλευτή, φασίστα, λούμπεν καθίκι. Που φόρεσε στολή, ράσο, πτυχίο, δημοσιότητα του διαδικτυακού συρμού, και βγήκε σαν τον χάρο παγανιά. Τρομοκρατημένα μυρμηγκάκια έγιναν τερμίτες. Ποντικάκια έγιναν αρουραίοι των φανερών υπονόμων. Μυγάκια έγιναν ακρίδες. Κι όπως έλεγε κι ο παλαιός αστικός κώδικας, «ο εκμεταλλευόμενος την κουφότητα και την απειρία του άλλου υποχρεούται σε αποζημίωση», ακριβώς ανάποδα, όρμησαν ενάντια στην πραγματικότητα της πανδημίας. Και δεν οφείλουν αποζημίωση ούτε στην ίδια τη ζωή, τη δική τους και των άλλων. Αυτή η πανδημία αποκάλυψε το παράλογο σ’ όλο το θλιβερό του μέγεθος. Και αλλάζει εκ βάθρων τις ανθρώπινες σχέσεις και την αλληλεπίδραση ομάδας – αγέλης. Κάθε απλή καθημερινή κουβέντα διεξάγεται υπό τη σκιά ενός σκοτεινού θηριώδους αγάλματος του εγώ, που περιφρονεί και φτύνει το όποιο εμείς. Ατομική ευθύνη έπεσε σα μπίλια στη ρουλέτα, που δε σταματάει να γυρίζει και να θερίζει ζωές. Καζίνο. Ένα κατοστάρικο ο βίος. Φθηνά πανάκριβος. Άνθρωποι σημερινοί, αντάμα γραμματιζούμενοι κι αγράμματοι, αυτοδιαγνώνονται, αυτογιατρεύονται, αυτοεκπροσωπούνται, αυτοεκπαιδεύονται, αυτοχειρουργούνται, αυτοφαρμακώνονται, αυτοθαυμάζονται, αυτοκαταστρέφονται, αυτοκαταδικάζονται, αυτοκτονούν, αυτοκαταριούνται κι αυτοευλογούνται, αυτοφύονται ανάμεσά μας κι εναντίον όλων. Θέλει όμως πολλή προσοχή ακόμη κι ένα χωρατό ή και μια οργή της στιγμής. Αυτή η πληγωμένη και χύμα απλωμένη μάζα είναι το τέλειο καύσιμο για να πάρει μπρος η μηχανή του ανθρώπινου κιμά απ’ τον οποίο οι ναζί έφτιαχναν σαπούνι και πλένονταν. Ναι, πλένονταν. Κι ίσως τώρα θέλουν να ξεπλύνουν και την κοινή λογική, ώστε να μην τους αναγνωρίζει όταν ξεμυτάνε από το παραβάν του παραλόγου. Κι εδώ κι αλλού κι ολούθε στον κόσμο. Τον κοινό νου, την κοινή λογική, τα κοινά βάσανα, τα κοινά θαύματα και τα μάτια μας… γιατί δεν ανθρωπεύει ο άνθρωπος άμα αγαπήσει το κτήνος μέσα του.
Το άρθρο της Λιάνας Κανέλλη είναι αναδημοσίευση από τον Ριζοσπάστη του σαββατοκύριακου 4-5/12/2021