Το Πάσχα και η ταξική του διάσταση
Είναι προφανές ότι, αν ξαναρχόταν ο Χριστός, το χριστιανικό ιερατείο θα τον ξανασταύρωνε, και το κάνει άλλωστε κάθε μέρα…
Ένα επίκαιρο λόγω των ημερών άρθρο του Γ. Μ. Σαρηγιάννη, που δημοσιεύτηκε στον Ριζοσπάστη του Σαββατοκύριακου 26-27 του Απρίλη 1997:
Στον πασχαλιάτικο Τύπο εμφανίζεται κάθε χρόνο πληθώρα άρθρων, σχετικά με την ιστορική, θεολογική και άλλες πλευρές του Πάσχα. Το έθιμο δεν αποφεύγει ούτε ο “Ριζοσπάστης”. Πέρσι, για παράδειγμα, είχε δημοσιεύσει ένα λαογραφικού περιεχομένου άρθρο (“πέρασμα”, άνοιγμα και Ανάσταση, του Τ. Δ. ) και ένα αναφερόμενο στην Τέχνη (Πάθη θεϊκά και ανθρώπινα, της Ηλ. Μόρτογλου).
Καλογραμμένα άρθρα, αλλά από το “Ριζοσπάστη” περιμένουμε και άλλα.
Δύο κατά τη γνώμη μου είναι τα σημεία που θα έπρεπε να τονιστούν, τουλάχιστον αν θέλουμε να κάνουμε ανάλυση με βάση τον ιστορικό υλισμό: Το ένα, η αρχική σημασία της γιορτής μέσα στα κοινωνικοοικονομικά πλαίσια της εποχής που θεσπίστηκε, το εβραϊκό Πάσχα πριν τρεισήμισι χιλιάδες χρόνια, και το άλλο η σημασία του χριστιανικού Πάσχα των Παθών μέσα κι αυτό στα πλαίσια της δικής του εποχής, στην αποσύνθεση της δουλοκτησίας, πριν δύο χιλιάδες χρόνια.
Πάσχα, λοιπόν, Πεσάχ στα εβραϊκά ή Πισάχ στα αιγυπτιακά σημαίνει “πέρασμα”, και ήταν η γιορτή του περάσματος από το χειμώνα στην άνοιξη – μην ξεχνάμε ότι γιορτάζεται σύμφωνα με το σεληνιακό ημερολόγιο σε σχέση με την πρώτη πανσέληνο μετά την εαρινή ισημερία – και από κει και πέρα βγαίνουν ένα σωρό συμβολισμοί, τόσο στον ιουδαϊσμό όσο και στο χριστιανισμό, που θεμελιώνονται σε αρχέγονους μύθους και τελετές σε όλους τους λαούς: Χειμώνας – Ανοιξη, Θάνατος – Ζωή (μην ξεχνάμε το μύθο του Αδωνη στην αρχαία ελληνική (;) μυθολογία, αδωνάι = ο Κύριος, ο Θεός στα εβραϊκά), διονυσιακές γιορτές και Σατουρνάλια, Απόκριες. Σκλαβιά – Απελευθέρωση (των Εβραίων από τους Αιγυπτίους, αλλά και εμείς λέγαμε “καλή Ανάσταση” και το 1821 και το 1942 και τώρα ακόμη), το “πέρασμα” της Ερυθράς Θάλασσας, κ.ά. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι το Πάσχα στους Εβραίους είναι η Χαγκ Ααβίβ, “Γιορτή της Ανοιξης”, όπως ακόμη ότι τρεις από τις μεγάλες γιορτές του ιουδαϊσμού αναφέρονται παράλληλα σε αγροτικές εργασίες: το Πεσάχ στο θερισμό του κριθαριού, το Σαβουότ (η παράδοση του Νόμου στον Μωυσή) στο θερισμό του σιταριού και η Σουκότ, η γιορτή της Σκηνοπηγίας (ως ανάμνηση του νομαδικού βίου) στη συγκομιδή της παραγωγής (το φθινόπωρο).
Στο χριστιανικό Πάσχα το κύριο στοιχείο είναι τα Πάθη του Χριστού. Και εδώ θα πρέπει να τονιστούν:
Πρώτο, ο Ιησούς Χριστός ήταν Εβραίος, που δεν αμφισβήτησε το μωσαϊκό νόμο, αλλά απαίτησε την εφαρμογή του που είχαν διαστρεβλώσει οι τότε ιθύνοντες, η πολεμική του εστιαζόταν στους Γραμματείς και τους Φαρισαίους και στους Ιουδαίους φοροεισπράκτορες της Ρώμης, τους τελώνες, και όχι στους στρατιωτικούς διοικητές της Ρώμης, δηλαδή επρόκειτο για καθαρά κοινωνική επανάσταση και όχι “εθνική”, θα λέγαμε σήμερα, “κατά της ξένης και ντόπιας ολιγαρχίας”.
Δεύτερο, ότι ο ίδιος ποτέ δεν ισχυρίστηκε ότι ήταν ο Μεσσίας ή ο υιός του Θεού, τόνιζε πάντα ότι ήταν ο “υιός του ανθρώπου”. Τα κηρύγματά του είχαν θρησκευτικό χαρακτήρα αναπόφευκτα, δεδομένου ότι κάθε κοινωνικό κίνημα στην προκαπιταλιστική εποχή περιβαλλόταν θρησκευτικό μανδύα και από ό,τι φαίνεται η θεοποίηση του Ιησού έγινε μεταγενέστερα από τους Αποστόλους.
Πέρα από την πολεμική του για την παραβίαση του μωσαϊκού νόμου από τους ιθύνοντες, επέκτεινε μερικές βασικές αρχές του ιουδαϊσμού εκσυγχρονίζοντάς τες, όπως η ισότητα όλων των ανθρώπων.
Προπαγάνδιζε μια κομμουνιστική κοινοκτημοσύνη, που εκφράστηκε στους πρωτοχριστιανικούς χρόνους με τα κοινόβια, τα κοινά συσσίτια και την άρνηση της ιδιοκτησίας. Η προέλευσή του ήταν από τις ομάδες των Εσσαίων που είχαν αποτραβηχτεί σε κοινόβια (όπως τα σημερινά κιμπούτς) στις όχθες της Νεκράς Θάλασσας, τα περισσότερα κεφάλαια της διδασκαλίας του είχαν ήδη εφαρμοστεί από τους Εσσαίους στα κοινόβιά τους και σε απλοποιημένη έκφραση ήταν μια επιστροφή στις ρίζες του ιουδαϊσμού.
Ακριβώς η διαφορά του Ιησού από τους Εσσαίους ήταν ότι δεν αποτραβήχτηκε στα κοινόβιά τους, αλλά πήγε αγωνιστικά μέσα στις πόλεις και κήρυξε στο τότε προλεταριάτο.
Και φυσικά εξοντώθηκε με εντολή της ιουδαϊκής άρχουσας τάξης (τους Ρωμαίους τους βόλευε να μείνουν φαινομενικά έξω από το έγκλημα “νίπτοντες τας χείρας τους” (και στη Μακρόνησο, Ελληνες διοικούσαν και δρούσαν, και τον Μπελογιάννη Ελληνες δικαστές τον καταδίκασαν, Ελληνες πολιτικοί “επέτρεψαν” την εκτέλεσή του και Ελληνες στρατιωτικοί τον εκτέλεσαν, οι επικυρίαρχοι Αμερικανοί ένιπταν τας χείρας των “μη επεμβαίνοντας” στην ελληνική Δικαιοσύνη και ελληνική πολιτική εξουσία…).
Η κοινωνική αυτή εξέγερση ρίζωσε αργότερα σε πλατιές μάζες, επέζησε διωγμών και εκατομβών θυμάτων (όπως είπε στην απολογία του ο Μπελογιάννης, οι πρώτοι χριστιανοί αγωνίζονταν για έναν κόσμο που θα απολάμβαναν αμέσως μετά το μαρτύριο και το θάνατό τους, τον Παράδεισο, ενώ οι κομμουνιστές αγωνίζονται για έναν κόσμο που οι ίδιοι δε θα γευτούν).
Μετά την εξάπλωσή τους, όμως, ακολούθησαν τη μοίρα πολλών κοινωνικών κινημάτων, οι ίδιοι οι δικοί τους, τους πρόδωσαν, δημιουργώντας μια ξεχωριστή τάξη ιθυνόντων, την επισκοπική νομενκλατούρα, η οποία “αποκάθαρε” τις αρχές του κινήματος εξαφανίζοντας τις επαναστατικές και ανατρεπτικές διακηρύξεις του, και το μετέτρεψε σε ένα θρησκόληπτο πλαίσιο υποταγής στους ανωτέρους, τυφλής υπακοής και δουλικής εξυπηρέτησης στο ιερατείο, που έγινε χειρότερο από τους καταγγελθέντες Γραμματείς και Φαρισαίους.
Είναι προφανές ότι, αν ξαναρχόταν ο Χριστός, το χριστιανικό ιερατείο θα τον ξανασταύρωνε, και το κάνει άλλωστε κάθε μέρα…
(Για να μη θεωρηθεί “θεολογικό” το άρθρο δίνω μια επιλογή μαρξιστικής βιβλιογραφίας: Φρ. Ενγκελς: “Σχετικά με την ιστορία του πρώτου χριστιανισμού”. Το βιβλίο της Αποκάλυψης. Ο Μπρούνο Μπάουερ και ο πρώτος χριστιανισμός (όλα στις εκδόσεις Αναγνωστίδη). Γιάννη Κορδάτου: “Ιησούς Χριστός και Χριστιανισμός”. Αθήνα 1975, εκδ. Μπουκουμάνη. Σάββα Αγουρίδη: “Τα χειρόγραφα της Νεκράς Θαλάσσης” (2η εκδ. Αθήνα 1991, εκδ. Κέντρου Βιβλικών Μελετών). Τηλ. Λουγγή: “Σχετικά με την ιστορική διαδρομή της Ορθοδοξίας” (στον τόμο “Θέματα ελληνικής ιστορίας, μαρξιστική προσέγγιση”. εκδ. “Σύγχρονη Εποχή”, 1995). Και τέλος, του Σοβιετικού Ι. Λέντσμαν: “Οι ρίζες του χριστιανισμού”. Μόσχα 1961. (ελλ. μετάφρ. εκδ. Ράππα Αθήνα 1976).