Το σοκαριστικό είναι ότι κανείς δε σοκάρεται πια
Το σοκαριστικό είναι ότι πάθαμε ανοσία και δε μας σοκάρει τίποτα. Ότι έχουμε συνηθίσει το τέρας. Τους περισσότερους δεν τους νοιάζει καν, άλλοι πιστεύουν ότι δεν μπορεί να αλλάξει τίποτα. Το πραγματικό σοκ (και δέος) θα τους το προκαλέσουμε εμείς, όταν σταματήσουμε να προσπερνάμε αδιάφοροι τον θάνατο και τη σαπίλα και φύγουμε από τη θέση του θεατή.
Σοκ! “Οργή και θλίψη” -προσθέτουν το πένθιμο πρωτοσέλιδο των “Νέων του Κροκο-δειλινού”. Μα πάνω απ’ όλα, σοκ και αηδία!
Αλλά τι ακριβώς μας σοκάρει; Τι από αυτά δε γνωρίζαμε; Τι μας κάνει να πέφτουμε απ’ τα σύννεφα του ανέφελου ουρανού μας;
Μας σοκάρει ότι οι φασίστες δολοφονούν; Ότι οργανώνουν θρασύδειλα πεσίματα, για να επιβεβαιώσουν την “παλικαριά” τους; Ότι δεν υπολογίζουν την ανθρώπινη ζωή;
Και πώς να μάθουν να την εκτιμούν δηλαδή; Κρίνοντας από τη δική τους, που είναι βουτηγμένη στα σκατά;
Μήπως μας σοκάρει η διαπίστωση ότι ζούμε κατά τύχη; Μας σοκάρει πόσο λίγο αξίζει μια ζωή για τις αρχές του τόπου; Είχαμε δηλαδή άλλα δείγματα από την πανδημία, από τα Τέμπη, από τα εργατικά δυστυχήματα -που είναι εργοδοτικά εγκλήματα; Όσο πιο ακριβή γίνεται η ζωή μας -ως κόστος διαβίωσης- τόσο λιγότερο κοστίζει η απώλειά της, όταν μιλάμε για κοινούς θνητούς.
Μας σοκάρει ότι οι Κροάτες χούλιγκαν είναι νεοναζί, άξιοι συνεχιστές των ουστάσι; Και ότι άναψαν κάποτε στο γήπεδο το φιτίλι ενός εμφυλίου;
Ποιος να το έλεγε ότι η ήττα των κομμουνιστών είναι το πιο γόνιμο έδαφος για να φυτρώσει η σαπίλα του ντουνιά και η κοπριά των νεοναζί; Ποιος να περίμενε ότι εκεί που “τελείωσε η ιστορία”, βγήκαν παγανιά τα προϊστορικά νεάντερνταλ, γυρνώντας το είδος μας στην εποχή που περπατούσε με τα τέσσερα;
Πρώτη φορά ξανασυμβαίνει σε αυτές τις χώρες -όπου κάποτε υπήρχαν Σπαρτάκ και Ντιναμό.
Και ας μην ξεχνάμε ότι σήμερα είναι η επέτειος του “ματς του θανάτου”, με τους παίκτες της Ντιναμό Κιέβου να ταπεινώνουν τους ναζί στο γήπεδο και να τους εξοργίζουν. Σήμερα στην κερκίδα της Ντιναμό ευδοκιμούν πυρήνες νεοναζί με σβάστικες. Και απλώς ελπίζουμε να μη δούμε και αυτά τα “μπουμπούκια” σε δράση στη Θεσσαλονίκη, όπου παίζει η ομάδα τους με τον Άρη.
Μας σοκάρει άραγε ότι βρίσκουν ζωτικό χώρο στα γήπεδα παράσιτα με φασιστικές ιδέες και παρακρατική δράση; Δεν είχαμε αντίστοιχα δείγματα -από τα πρόσφατα ΕΠΑΛ μέχρι το πογκρόμ του ’04 κατά των Αλβανών; Μήπως μας σοκάρει η ασυλία τους; Μήπως μας εκπλήσσει η (υπαλληλική) σχέση τους με ιδιοκτήτες και αφεντικά ομάδων -που εξηγεί βασικά και την ασυλία;
Όσοι αφήνουν τα κανάλια να σκέφτονται για αυτούς, έχουν το προνόμιο της απορίας και της έκπληξης για ό,τι δείχνει πως οι φασίστες είναι τα μαντρόσκυλα των εφοπλιστών -και λοιπών “ευεργέτιδων τάξεων”- και ότι χωρίς αυτούς θα ήταν γατάκια (ή λαγοί και κότες, κατά το οπαδικό λεξιλόγιο). Ευτυχώς όμως το τηλεοπτικό ποίμνιο έχει βραχυχρόνια μνήμη, αρκετά σύντομη ώστε να μπορεί να πέσει πάλι από τα σύννεφα την επόμενη φορά.
Άντε γεια! Με ταξικά ασυνείδητους δε μιλάω…
Σοκάρει μήπως κανέναν η “επιχειρησιακή αδυναμία” της αστυνομίας, που γνώριζε τα πάντα για την άφιξη των νεοναζί -εκτός από το νούμερο του παπουτσιού τους- αλλά τους άφησε να διασχίσουν τη μισή Ελλάδα και τους έχασε όταν λέει “έκαναν ελιγμό” στην Αττική Οδό; Τι Γράμμος-Βίτσι και ιστορίες. Και πώς να προβλέψει δηλαδή η ΕΛ.ΑΣ. ότι θα πήγαιναν στο ΟΑΚΑ και από εκεί καρφί για Νέα Φιλαδέλφεια; Να μυρίσει ο Ραντανπλάν τα νύχια του; Το πολύ-πολύ να πιάσει -την άλλη μέρα- στο κέντρο της Αθήνας 9 Κροάτες, που ήταν σεσημασμένοι τουρίστες, χωρίς την παραμικρή ανάμειξη με τα επεισόδια…
Μήπως είναι η πρώτη φορά που η αστυνομία “παρακολουθεί διακριτικά” φασίστες να δολοφονούν; Τον άλλο μήνα κλείνουν δέκα χρόνια από τη δολοφονία του Φύσσα, υπό την υψηλή εποπτεία της ΕΛ.ΑΣ. (Ελλήνων Χριστιανών). Δεν είναι τόσο πολλά, για να έχουμε το άλλοθι της αμνησίας -όπως δεν είχαν άλλοθι και καθαρά χέρια ή συνείδηση, όσοι τους ψηφίζουν τόσα χρόνια, έκτοτε.
Σοκάρει κανέναν πως όταν αφήνεις φασίστες να αλωνίζουν, σπέρνεις θύελλες και θερίζεις αθώα θύματα; Μα τι μπορεί, αλήθεια, να πάει στραβά όταν επιδράμουν στίφη νεοναζί σε στιλ νέων Βανδάλων; Ας ρωτήσουμε τις πόλεις-κράτη που κατέλυσαν στο διάβα τους. Αρκεί να κόψουμε τη λιωμένη καραμέλα για το “δικό μας καταλυμένο κράτος”.
Ίσως το πιο σοκαριστικό τελικά να είναι αυτή η πηχτή βλακεία που συμπυκνώνεται στη φράση “δεν υπάρχει κράτος”. Μιλάμε για το ίδιο κράτος που, αν είχε να κάνει με διαδηλωτές, θα ‘χε στήσει εκατό μπλόκα και δε θα τους άφηνε να κάνουν ούτε 500 βήματα -όχι χιλιόμετρα. Δεν είναι θέμα ικανότητας, είναι θέμα προτεραιοτήτων.
Και όμως όχι, τελικά έχουμε άλλο νικητή. Ακόμα πιο σοκαριστική είναι η βλακεία όσων λένε πως η αστυνομία είχε δεμένα χέρια. Και πως αν είχε επέμβει, τώρα θα λέγαμε για “χούντα”, “αλόγιστη βία” κτλ. Είναι όντως σοκαριστικό να μη βλέπεις πως ο ρόλος της αστυνομίας είναι αυτός του “μπάτσου”. Και πως ο μόνος στόχος της είναι ο “εσωτερικός εχθρός”. Όχι η ευταξία και άλλα τέτοια κλισέ για τα δελτία ειδήσεων.
Ο μικροαστός κυρ-Παντελής μπορεί να σοκάρεται που δε νιώθει ασφάλεια, με τόσους ασφαλίτες γύρω του. Ίσως να πιστεύει πως η λύση είναι να προσλάβουμε και άλλους αστυνομικούς και να φτιάξουμε μια “αθλητική αστυνομία”. Και ούτε μπορεί να φανταστεί πως ο λόγος που αναβλήθηκε το χτεσινό ΑΕΚ-Ντιναμό ήταν για να μη ξεσπάσει την οργή του ο κόσμος, όχι στους αντίπαλους, αλλά στους μπάτσους. Αντι-κρατικό θα ήταν το μίσος του, όχι αντι-κροατικό.
Ναι, είναι σοκαριστικό να “σκοτωνόμαστε για τις ομάδες” -πόσο μάλλον όταν είναι ανώνυμες εταιρείες και η μόνη “ιδέα που εκπροσωπούν” είναι το κέρδος. Αλλά μάλλον δεν είναι αυτή ακριβώς η περίπτωση. Είναι σα να λέμε “τον σκότωσε για το ποδόσφαιρο”, ενώ μιλάμε για φασιστικές ορδές -που έχουν πάντα ντόπιους συνεργάτες.
Σωστές και απαραίτητες οι γενικεύσεις και τα συμπεράσματα για τη σαπίλα αυτού του βούρκου. Αρκεί να μην ξεπλένουμε τους φασίστες που βαράνε αδιακρίτως ηλικιωμένους και γυναικόπαιδα, που είναι αμετανόητοι και επιχαίρουν γιατί τα “ναρκομανή, αριστερά-αναρχικά αποβράσματα (…) πήραν αυτό που ήθελαν”.
Αλλά ας μη χάνουμε από τον ορίζοντά μας και τον αντίποδα. Δεν αρκεί να βαφτίζουμε κάτι “Antifa” και να βαυκαλιζόμαστε πως διαφέρουμε από τους άλλους, όταν κάνουμε τα ίδια ακριβώς, αλλά με προοδευτικά προσχήματα -το σημειώνω γενικά, ανεξάρτητα από τη συγκυρία.
Πρέπει να τελειώνουμε με τη λογική του “τίμιου ξύλου”, να εξιδανικεύουμε τις “παλιές, καλές εποχές” με το “αγνό ξυλίκι”, που είχε άγραφους κανόνες και τον δικό του κώδικα τιμής, σαν ένα είδος σύγχρονων ιπποτών. Να σταματήσουμε να καμαρώνουμε για τα κλεμμένα πανιά, το ξύλο που ρίξαμε στους άλλους. Να μη νιώθουμε ανατριχίλα για λάθος λόγους (ανάμικτη τάχα με δέος και σεβασμό) για την ιστορία στο Ρίβερ – Μπόκα, που οι μεν νίκησαν 2-0 αλλά οι άλλοι σκότωσαν δύο οπαδούς των νικητών και έλεγαν πως το τελικό σκορ ήταν 2-2. Κι εμείς φωνάζαμε “ζήτω και γεια”, λες κι είχαμε να κάνουμε με τους ήρωες της δικής μας εποχής…
Χρειάζεται, παρεμπιπτόντως, μια σοβαρή συζήτηση: τι πετάμε και τι μπορούμε να κρατήσουμε από όλα αυτά. Πρέπει να καταργήσουμε τις ΠΑΕ ή τις ομάδες συνολικά; Να καταργήσουμε όλους τους συνδέσμους, γενικώς και αδιακρίτως, γιατί είναι φωλιές εγκληματικότητας και ναρκωτικών; Μήπως να γυρίσουμε την πλάτη μας στον οργανωμένο αθλητισμό, που είναι μια προσομοίωση πολέμου, με μιλιταριστικό πνεύμα; Που καλλιεργεί μικρούς “εθνικισμούς”, ψεύτικα δίπολα (“εμείς” κόντρα σε όλους τους άλλους) και μεγαλοϊδεατισμούς για περιούσιες ομάδες που δε μοιάζουν με καμία άλλη; Να βάλουμε φρένο σε ό,τι αφιονίζει το πόπολο και γίνεται σύγχρονο όπιο των λαών; Να τελειώνουμε με ό,τι μας αφήνει θεατές, εντός και εκτός γηπέδων;
Αφήνω επίτηδες αναπάντητα τα ερωτήματα. Περιορίζομαι να σημειώσω πως δεν πρέπει να πετάξουμε το μωρό μαζί με τα νερά. Ότι τα ναρκωτικά είναι -γενικά μιλώντας- ένα είδος φαρμάκου (και) με ιατρική χρήση. Και πως το όπιο των λαών είναι παυσίπονο σε μια κοιλάδα των δακρύων, η “καρδιά ενός άκαρδου κόσμου”, για να θυμηθούμε ολόκληρη τη φράση του Μαρξ. Δεν το λέω για να αθωώσω το αφιόνι, αλλά για να δείξω πως τα πράγματα είναι αρκετά πιο σύνθετα.
Το βασικό σε κάθε περίπτωση -και σε κάθε αφιόνι- είναι να πιάσεις τους εμπόρους, που χτίζουν περιουσίες με αυτό. Η δική μας νίκη ενάντια στο αφιόνι δε θα είναι ένα απλό άθροισμα από πολλές ατομικές ευθύνες εναντίον του, αλλά το γκρέμισμα της εξουσίας των καθαρμάτων και του σάπιου κόσμου που εμπορεύεται κάθε πτυχή της ζωής μας και της κοινωνικής δραστηριότητας.
Επιστρέφοντας στο αρχικό θέμα.
Το πραγματικά σοκαριστικό είναι ότι πλέον κανείς δε σοκάρεται. Κι όσοι δηλώνουν σοκαρισμένοι, στα ΜΜΕ, είναι υποκριτές που πετάνε το μπαλάκι με τις ευθύνες στην εξέδρα -και αυτούς που πρέπει να αποβάλει.
Το πρόβλημα είναι ότι κανείς δε σοκάρεται πραγματικά με τη δολοφονία του Άλκη, του Μιχάλη και άλλων. Ξέρουμε την κατάσταση που επικρατεί, αλλά σιωπούμε. Μας σοκάρουν τα ακραία συμπτώματα αλλά όχι η αρρώστια, η νοσηρή κατάσταση κάτω από την επιφάνεια. Μας σοκάρει ο θάνατος, όταν ξεχειλίζουν τα σκατά από τον υπόνομο, αλλά μαθαίνουμε να βουλώνουμε τη μύτη μας και να κάνουμε ότι δεν τρέχει τίποτα. Η ζωή συνεχίζεται. Οι δολοφονίες που την αφαιρούν και την ευτελίζουν, επίσης.
Το σοκαριστικό είναι ότι πάθαμε ανοσία και δε μας σοκάρει τίποτα. Ότι έχουμε συνηθίσει το τέρας. Τους περισσότερους δεν τους νοιάζει καν, άλλοι πιστεύουν ότι δεν μπορεί να αλλάξει τίποτα. Και το δηλητήριο συνεχίζει αθόρυβα να επεκτείνεται, μέχρι να πιάσει κεντρική φλέβα.
Το πραγματικό σοκ (και δέος) θα τους το προκαλέσουμε εμείς, όταν σταματήσουμε να προσπερνάμε αδιάφοροι τον θάνατο και τη σαπίλα, όταν γίνουμε πραγματικά επικίνδυνοι, ξεφεύγοντας από τη νιρβάνα της απάθειας και του θεατή.
Υστερόγραφο
Ναι, μπορεί η ταινία “Χούλιγκαν”, της δεκαετίας του ’80, να φαίνεται σε κάποιους καλτ.
Κάτι ο τίτλος και ο ρετρό όρος “χούλιγκαν”. Κάτι το ηθικοπλαστικό συμπλήρωμα του τίτλου: Κάτω τα χέρια από τα νιάτα!
Κάτι η γνωστή σκηνή – ατάκα με τον Πετρόχειλο για την αλήθεια και τους Σεξ Πίστολς.
Και πάνω από όλα το ηθικό δίδαγμα της ταινίας, που δείχνει πως μια φασιστική οργάνωση, με επικεφαλής την Κατιάνα Μπαλανίκα σε ρόλο ναζί cat-woman, φανατίζει τη νεολαία με “σώβρακα και φανέλες” και την χειραγωγεί.
Ναι αλλά, καλτ-ξε-καλτ, η ταινία είχε δίκιο. Και ο Πετρόχειλος έγινε όντως φασίστας χρυσαυγίτης. Γκέγκε;