Τρίτος Παγκόσμιος Πόλεμος (Η επιστροφή της Ιεράς Εξέτασης)
Ένα κομβικό ερώτημα είναι πώς λοιπόν αυτός ο ιός κατάφερε να δημιουργήσει τέτοιο βαθμό αναστάτωσης και αναταραχής στις οργανωμένες κοινωνίες. Η απάντηση δεν είναι μόνο ιατρικού χαρακτήρα, αλλά εμπεριέχει κοινωνικές και πολιτικές απολήξεις, όπως εξάλλου και κάθε ζήτημα δημόσιας υγείας.
«Την ίδια στιγμή, η σκιά κάποιου ανείπωτα βίαιου κατακλυσμού κρέμεται σε ολόκληρη τη χώρα. Ορισμένες μεμονωμένες πράξεις βίας – ειδικά όταν διαπράττονται από τρομοκράτες – αντιμετωπίζονται ως προάγγελοι μιας γενικής κατάρρευσης. Μια ψεύτικη κίνηση και θα μπορούσαμε να είμαστε όλοι νεκροί. » How democracy ends
Τη δεκαετία του ’90 τα έργα επιστημονικής φαντασίας, κινηματογραφικές ταινίες και λογοτεχνικά βιβλία με πιο δυστοπικό περιεχόμενο, περιέγραφαν ένα σκηνικό τρίτου παγκοσμίου πολέμου είτε μεταξύ των συνήθων υπόπτων (Αμερική και Ρωσία), είτε μεταξύ γήινων και εξωγήινων, είτε μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων. Σε καμία περίπτωση όμως δεν φανταζόταν σχεδόν κανείς ότι θα υπήρχε μια περίοδος όπου οι διαμάχες θα θύμιζαν την περίοδο του μεσαίωνα, καθώς ακόμα και οι πιο δυσοίωνες από αυτές εμπεριείχαν πρώτα μια τεράστια τεχνολογική πρόοδο που μετά κατέληγε σε κατάρρευση της κοινωνίας .
Στην περίπτωση της πεζής πραγματικότητας όχι μόνο η τεχνολογική πρόοδος δεν έφτασε ποτέ σε τέτοιο βαθμό, αλλά η κοινωνία (κυρίως του δυτικού κόσμου) είναι έτοιμη να καταρρεύσει από μια πανδημία με αιτιολογικό παράγοντα ένα μικροοργανισμό με σχετικά αρκετή μικρότερη θνητότητα (2,7-3,4%) από αιτιολογικούς παράγοντες προηγούμενων πανδημιών (χαρακτηριστικά ο MERS είχε 40%, ενώ η μαύρη πανώλη είχε εξαφανίσει περισσότερο από τον μισό πληθυσμό). Ένα κομβικό ερώτημα είναι πώς λοιπόν αυτός ο ιός κατάφερε να δημιουργήσει τέτοιο βαθμό αναστάτωσης και αναταραχής στις οργανωμένες κοινωνίες.
Η απάντηση δεν είναι μόνο ιατρικού χαρακτήρα, αλλά εμπεριέχει κοινωνικές και πολιτικές απολήξεις, όπως εξάλλου και κάθε ζήτημα δημόσιας υγείας. Η πανδημία της Covid-19 βρήκε την κοινωνία ήδη σε ένα βαθμό μεγάλης αποδιοργάνωσης, αφού το κοινωνικό και οικονομικό μοντέλο που επικράτησε προώθησε σε τέτοιο βαθμό τον ατομικό δρόμο και απέκοψε τον άνθρωπο από τη φύση, την παραγωγή και το περιβάλλον, και τελικά το άτομο όχι μόνο δε βρήκε την ευημερία που έψαχνε, άλλα χάθηκε στο αχανές αστικό περιβάλλον και στις όλο και πιο καταπιεστικές συνθήκες εργασίας.
Μέσα σε αυτό το εκρηκτικό περιβάλλον, ιδιαίτερα και μετά τις απανωτές οικονομικές κρίσεις, ένα σημαντικό μέρος των πολιτών επέλεξε να στραφεί όχι ενάντια στις εκάστοτε και κατά τόπους κυβερνητικές πολιτικές, αλλά σε ένα από τα λίγα θετικά στοιχεία που είχε να επιδείξει ο καπιταλισμός: οι αστικές επαναστάσεις αμφισβήτησαν την έως τότε κυριαρχία των δεισιδαιμονιών και του ιερατικού κατεστημένου, υπέρ του ορθολογισμού και της διεύρυνσης της ελευθερίας των επιστημών και του μεσαίωνα. Και η αμφισβήτηση αυτή δεν αφορά μια προοδευτική σκοπιά που αμφισβητεί την πρόσδεση της επιστήμης στο άρμα της κερδοφορίας των πολυεθνικών και την εμπορευματοποίηση της κοινωνίας.
Θα μπορούσε να πει δηλαδή κάποιος πως από την προοδευτική σκοπιά του σοσιαλισμού, το κίνημα των ψεκασμένων μας αφήνει παγερά αδιάφορους. Το πρόβλημα είναι ότι το συνονθύλευμα ψεκασμένων, αρνητών και φονταμεταλιστών έχει αποκτήσει μαζικές διαστάσεις, και αν συνεχίσει να οργανώνεται θα αποτελεί πρόβλημα κομβικό για τα θεμέλια έστω και αυτού του αναχρονιστικού κοινωνικού συμβολαίου που υπάρχει. Στην πραγματικότητα η μάζα αυτή δεν υπερασπίζεται το δικαίωμα στη διαφορετικότητα ακόμα και από μια φιλελεύθερη αστική σκοπιά, καθώς η πλειοψηφία των υποστηρικτών του ήταν τόσο με την υποχρεωτική αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες, όσο και εναντίον του δικαιώματος στην έκτρωση ή στην επιλογή διαφορετικού σεξουαλικού προσανατολισμού.
Αυτό που επί της ουσίας αμφισβητούν λοιπόν είναι ο ορθολογισμός και η επιστημονική παρατήρηση, πράγμα πιο συντηρητικό ακόμα και από την τότε ιερά εξέταση, καθώς εκείνη την περίοδο δεν υπήρχαν ούτε τόσα πειραματικά δεδομένα, ούτε τόσα τεχνολογικά μέσα. Και αυτό ακριβώς δείχνει τη μεγάλη δύναμη που διαθέτουν τόσοι οι παραθρησκευτικές οργανώσεις όσο και οι εθνικιστικές συντηρητικές ομάδες. Το ακόμα πιο ανησυχητικό είναι οι δυνατότητες που αποκτούν οι πολίτες αυτοί, σε θέσεις ευθύνης, όπως το στελεχιακό δυναμικό του εθνικού συστήματος υγείας, καθώς σε μια περίοδο υγειονομικής κρίσης δεν είναι επικίνδυνη η έκφραση διαφορετικής γνώμης, είναι όμως επικίνδυνη η συνεπικουρία ή η ώθηση σε ενέργειες επικίνδυνες για τη δημόσια υγεία.
Αυτό επαληθεύουν και τα αυξανόμενα νούμερα θυμάτων, γεγονός όμως το οποίο δεν περιορίζει την συγκρότηση του υπερσυντηριτικού αυτού κομματιού, ενώ δυστυχώς δεν κινητοποιεί το κομμάτι της αντίπερα όχθης στο να τους αντιμετωπίσει ως έναν υπαρκτό κίνδυνο. Γιατί πλέον ούτε απλώς γραφικοί είναι, ούτε λίγοι, ούτε ανοργάνωτοι. Οπότε ας αναλογιστεί ο καθένας αν για παράδειγμα ένας γιατρός σε ένα νοσοκομείο αρνούνταν λόγω θρησκευτικών πεποιθήσεων να πραγματοποιηθεί μετάγγιση αίματος, ποια ακριβώς θα πρεπε να ήταν η στάση των σωματείων; Να υπερασπιστούν το δικαίωμα του να χρησιμοποιεί μια θέση δημόσιου λειτουργού για να σκοτώνει κόσμο επειδή αυτό διασφαλίζει τις ατομικές ελευθερίες του;
Το ερώτημα λοιπόν δεν αφορά (και δε θα μπορούσε άλλωστε) το δικαίωμα του καθενός στο να πιστεύει ό,τι θέλει. Το ερώτημα αφορά μια σύγκρουση τριών στρατοπέδων τα οποία δομούνται αυτή την περίοδο: ένα που προσπαθεί να υπερασπιστεί το υπάρχον σύστημα με κάθε τρόπο και κάθε κόστος, ένα που θεωρεί ότι για τις κοινωνικές ανισότητες και αδικίες ευθύνεται όχι ο τρόπος παραγωγής και οργάνωσης της κοινωνίας αλλά η αλλοτρίωση του ανθρώπου λόγω της τεχνολογίας που τον απομακρύνει από το Θεό (και για αυτό το λόγο με αυτή την αντίληψη περί αλλοτρίωσης συστρατεύονται και τα κομμάτια του ουτοπικού σοσιαλισμού και αναρχισμού) και ένα που θέλει να κρατήσει τις τεχνολογικές και επιστημονικές προόδους, αλλά να αλλάξει τον τρόπο παραγωγής και χρήσης τους.
Υπό αυτό το πρίσμα η μάχη των πραγματικά προοδευτικών δυνάμεων οφείλει να είναι διμέτωπη, τόσο απέναντι στην νεοφιλελεύθερη πολιτική της κυβέρνησης και της ΕΕ, όσο και απέναντι στις σκοταδιστικές φασίζουσες δυνάμεις που συγκροτούνται αυτή την περίοδο και αποκτούν όλο και μεγαλύτερο κοινωνικό έρεισμα. Με καμία από αυτές τις δύο δυνάμεις δε μπορεί να υπάρχει κοινός τόπος καθώς στον πυρήνα τους είναι αντικοινωνικές. Οπότε πλέον το ερώτημα δεν είναι με ποιον τρόπο και με ποιο κόστος θα βγούμε από την πανδημία, αλλά σε τι κόσμο θα ζούμε: σε έναν νέο μεσαίωνα με νέες φωτιές για τους άπιστους, σε ένα ερειπωμένο αστικό χάος ή σε μια νέα μορφή οργάνωσης με ό,τι ρίσκα και αν αυτό συνεπάγεται;
«για να φτάσουμε σε οποιαδήποτε δυστοπία, πρέπει ακόμα να φτάσουμε από το εδώ στο εκεί. Το ερώτημα παραμένει τι συμβαίνει στο ενδιάμεσο. Οι χειρότεροι εφιάλτες μας είναι πάντα πιθανό να μπλοκαριστούν από τα εμπόδια που βάζουν στον δρόμο τους τα απομεινάρια της ιστορίας. Ελάχιστα κοινωνικά φαινόμενα τελειώνουν με κρότο.» How democracy ends
Για περισσότερο διάβασμα:
Pickover C., The medical book
Runciman D., How democracy ends
Διεθνές Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, Προφητείες από έναν άλλο κόσμο: Sci-fi και Cli-fi 1950-1990
Ριζοσπάστη, Επετειακή έκδοση του πρώτου τεύχους της ΚΟΜΕΠ
Χριστοδούλου Πάνος, Βιοπαθολόγος / Εργαστηριακός Ιατρός, MSc Διοίκησης Μονάδων Υγείας, Υποψήφιος Διδάκτορας Ιατρικής Πανεπιστημίου Πατρών, PGCert Διαχείρισης κρίσεων στη δημόσια υγεία και ανθρωπιστικής απάντησης, Μεταπτυχιακός φοιτητής στο ΠΜΣ Τρόφιμα, Διατροφή και Μικροβίωμα της ιατρικής του ΔΠΘ