Βλαντίμιρ Μαγιακόφσκι: έζησε την αυγή του νέου κόσμου
“Το μέλλον δε θα ’ρθεί από μονάχο του έτσι νέτο σκέτο αν δεν πάρουμε μέτρα κι εμείς”
«Η τέχνη δεν είναι ένας καθρέφτης που αντανακλά τον κόσμο, αλλά ένα σφυρί για να τον διαμορφώσει», πίστευε ο Βλαντίμιρ Μαγιακόφσκι και πάλευε με όλες του τις δυνάμεις για να το αποδείξει και να το κάνει πράξη με τους στίχους του. Στη σύντομη ζωή του κατάφερε και είδε πολλά και πήρε μέρος σε ακόμα περισσότερα. Έζησε την αυγή του νέου κόσμου, βίωσε το ξεκίνημά του, πήρε μέρος στο μαντάλωμα του παλιού με το καινούργιο. Είδε ακόμα από κοντά τα πρώτα πισωγυρίσματα και συνειδητοποίησε τις δυσκολίες. Ποτέ του, όμως, δεν απογοητεύτηκε, δεν έχασε το χαμόγελο από τα χείλη του, την επαναστατική του αισιοδοξία, το λαμπερό και σπινθηροβόλο του βλέμμα. Ίσως μόνο τη μέρα που αποφάσισε να βάλει τέλος μόνος του στη ζωή του, να αποχαιρετήσει τον κόσμο με την ίδια ορμή και προκλητικότητα με την οποία έζησε και έγραψε. Έφυγε από τη ζωή σαν σήμερα, στις 14 Απριλίου του 1930.
«Εμείς, καθένας από μας, κρατάει στα χέρια του τους κινητήριους ιμάντες του σύμπαντος», είχε γράψει πριν ακόμα από την επανάσταση του 1917, μία επανάσταση στην οποία τάχθηκε με όλη του την καρδιά. Θάβοντας κάθε αμφιβολία, κάθε μα και γιατί, στρατεύτηκε σαν απλός στρατιώτης στον αγώνα για την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Έναν αγώνα για τον οποίο φυσικά δεν είχε αυταπάτες, ήξερε πως ήταν σκληρός και απαιτητικός, αλλά ταυτόχρονα είχε συνείδηση πως ήταν και ο μόνος αγώνας για τον οποίο άξιζε να παλέψει. Και πάλεψε… Με όλα του τα όπλα και με όλη του την καρδιά.
Ο θάνατός του συγκλόνισε όχι μόνο το σοβιετικό κράτος, αλλά και ολόκληρο τον κόσμο. Στο πρόσωπο του Βλαδίμηρου, άλλωστε, έβλεπαν πολλοί τον άνθρωπο του μέλλοντος: αυτόν που θα νικούσε την αδράνεια, θα κινητοποιούσε την ταξική συνείδηση και θα εγκιβώτιζε ένα νέο όραμα για τον κόσμο.
«Βλαδίμηρε, δεν έπρεπε να φύγεις. Σε χρειαζόμασταν ακόμα και με κείνη την παράξενη κίτρινη πουκαμίσα σου κομμένην απ’ το τσίτι της πρώτης σοβιετικής λιακάδας. Σε χρειαζόμασταν. Χρειαζόμασταν τα μυδράλλια των στίχων σου που ’ριχναν ίσα στον εχθρό ίσα και στον εχθρό που ’χε κρυφτεί και μέσα σου και μέσα μας», έγραψε ο Γιάννης Ρίτσος μετά το φευγιό του Βλαδίμηρου.
Τον είπαν ποιητή της επανάστασης και όχι άδικα. Υπήρξε τολμηρός και δοτικός, ένας άνθρωπος που παθιαζόταν με ό,τι καταπιανόταν. Ο έρωτας είναι διαρκώς παρών στα ποιήματά του, ενώ οι ίδιες οι γυναίκες αποτελούν ανεξάντλητη πηγή έμπνευσης, μία ζείδωρη δύναμη που είναι σαν να τον κατευθύνει.
Με τη στάση του, άνοιξε νέους δρόμους για τη σχέση που πρέπει να έχει ένας καλλιτέχνης με την πολιτική, με τον λαό και τους ανθρώπους. «Δεν υπάρχει έργο τέχνης που να με τράβηξε περισσότερο από τον Πρόλογο του Μαρξ στην “Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας”», είχε παραδεχτεί σε μικρή ακόμα ηλικία.
Στρατεύτηκε στην υπεράσπιση της νεογέννητης σοβιετικής εξουσίας, χωρίς τον παραμικρό δισταγμό και αμφιβολία. «Έφτασε να διαφημίζει τα προϊόντα των κρατικών εργοστασίων, πιστεύοντας πως το καθήκον του είναι να βοηθήσει με κάθε τρόπο τη σοβιετική εξουσία», έγραψε ο Άρης Αλεξάνδρου.
Γύρω από το θάνατό του, κάποιοι επιχείρησαν να στήσουν ένα βρώμικο παιχνίδι περί σταλινικής εκκαθάρισης ή προσωπικής απογοήτευσης από μία επανάσταση που εξελισσόταν σε κάτι που δεν είχε φανταστεί. Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν ισχύει. Ο Βλαντίμιρ, πριν αυτοκτονήσει, νοσηλεύτηκε με κατάθλιψη σε ψυχιατρική κλινική. Τα τρία τελευταία χρόνια της ζωής του είχε προλάβει να δώσει 200 βραδιές σε πόλεις της ΕΣΣΔ. Ήταν χαρισματικός ρήτορας, που δεν λογάριαζε την κούραση όταν μιλούσε στον κόσμο, επειδή, όπως έλεγε, ήθελε να «τον καταλάβει η πατρίδα του».
Μετά τον θάνατό του, το όνομά του δεν θα αναφερθεί στον Σοβιετικό τύπο μέχρι το 1935, όπου η Λίλια Μπρίκ, σύντροφος του Βλαδίμηρου, με προσωπικό της γράμμα στον Στάλιν θα εκδηλώσει τις ανησυχίες της. «Ο Μαγιακόφσκι είναι ο καλύτερος και πιο ταλαντούχος ποιητής της Σοβιετικής εποχής. Η αδιαφορία προς την πολιτιστική του κληρονομιά ισοδυναμεί με έγκλημα», απάντησε ο Στάλιν εισακούγοντας τους προβληματισμούς της.
Ο Μαγιακόσφκι με τη μούσα της ζωής του, Λίλια Μπρικ
Ο Λένιν υποστήριζε πως «κάποτε μερικοί μήνες επανάστασης διαπαιδαγωγούν πιο γοργά και πιο πλέρια τους πολίτες, απ’ ό,τι δεκαετίες πολιτικής στασιμότητας». Αυτό ισχύει στην περίπτωση του Μαγιακόφσκι, που έφυγε νωρίς αλλά έζησε βαθιά και έντονα. Η σχέση του με την επανάσταση του Οκτώβρη ήταν αλληλοτροφοδοτούμενη κι αυτό δεν σταμάτησε ακόμα και όταν έφυγε από τη ζωή. Τα ποιήματά του δονούν μέχρι σήμερα χιλιάδες προοδευτικούς ανθρώπους, που νιώθουν την καρδιά τους να πάλλεται μπροστά στην αδικία, που σφίγγουν τις γροθιές τους κάθε φορά που βιώνουν την εκμετάλλευση.
Οι στίχοι του μοιάζουν με φωνή που μας καλεί να μην τα παρατήσουμε, να μην οπισθοχωρήσουμε, να μη δειλιάσουμε μπροστά στους σημερινούς αρνητικούς συσχετισμούς. Να τους υπερβούμε, να τους ανατρέψουμε και, γιατί όχι, να ξεκινήσουμε να οικοδομούμε τον κόσμο εκείνο που θα κραδαίνει ως λάβαρο την αυτοπραγμάτωση του ανθρώπου. Ναι, ξέρω, ουτοπικά θα πείτε όλα αυτά, γι’ αυτό και αφήνω τον Μαγιακόφσκι να σας απαντήσει: «Το μέλλον δε θα ’ρθεί από μονάχο του έτσι νέτο σκέτο αν δεν πάρουμε μέτρα κι εμείς».