Βουβάλια και Βατράχια
Όταν μαλώνουν τα βουβάλια την πληρώνουν τα βατράχια.
Όταν μαλώνουν τα βουβάλια την πληρώνουν τα βατράχια. Σε συνθήκες καπιταλισμού, κακά τα ψέματα, κανείς μα κανείς δεν μπορεί να βάλει στη θέση των βουβαλιών τους λαούς, κι εκεί που είναι τα βατράχια τους κακόμοιρους τους πλούσιους και τις επενδύσεις τους. Αυτό όμως που μπορεί να συμβεί στους άγριους πολεμικούς καιρούς μας, είναι να αλλάξουν θέση τα πελάγη και οι θάλασσες! Γιατί αν σήμερα κάποιος αναρωτηθεί, και δη στα Αγγλικά, πού βρίσκονται η Υδρα, οι Σπέτσες και τα Ψαρά, θα πάρει απάντηση πως δεν είναι στο Αιγαίο, αλλά κάπου εκεί στην Ερυθρά, αντικαθιστώντας τα νησιά με φρεγάτες, σε έναν πολιτισμό που επιμένει σε επίπεδο βουβαλιών δεκαετίες τώρα ότι όταν τα βατράχια μιλάνε για χρυσοπράσινο φύλλο ριγμένο στο πέλαγο, δεν μιλάνε για την Κύπρο, αλλά για το μεγαλύτερο αεροπλανοφόρο, και μάλιστα «σταθερό», στην Ανατολική Μεσόγειο. Κανονικά θα πρεπε να βάζω εδώ εισαγωγικά σ’ όλα τα ονόματα νησιών και καραβιών στην προσπάθεια να τα διαχωρίσω, αλλά προφανώς εδώ απευθύνομαι σ’ ένα κοινό που δεν έχει οπωσδήποτε φορέσει γυαλιά αλγορίθμου.
Οσοι νομίζουν ότι ήρθε το τέλος των ψευδαισθήσεων, μάλλον δεν βλέπουν ότι έχει ήδη αρχίσει η εποχή των παραισθήσεων. Μια εποχή όπου ο κυνισμός ξεπερνάει και τους ίδιους τους εκφέροντες τον λόγο του. Οπότε μετά την αιματηρή χαίνουσα ανακωχή – πληγή χωρίς γάζα στη Γάζα, με διαπραγματευτή έναν εργολάβο οικοδόμων, μπορεί να γράφει ο Πρετεντέρης στα «ΝΕΑ» πως «η ευρύτερη περιοχή θα μπορέσει ενδεχομένως να σχεδιαστεί ξανά και να οικοδομηθεί χωρίς σκάρτα υλικά…». Γράφει κι άλλα, που δεν αντέχω να μεταφέρω εδώ, και δεν θα καταδεχόμουν να σταθώ απέναντί τους, αν αυτή η βουβαλίσια πένα δεν έβλεπε τους χιλιάδες άμαχους νεκρούς, τα ακρωτηριασμένα παιδιά και το απέραντο νεκροταφείο που ξαναστήθηκε στην Παλαιστίνη, ως μπάζα. Που θα θαφτούν, θα πεταχτούν στη θάλασσα της λήθης κι όλα θα γίνουν ένα βουβαλοχώραφο. Ομως οι παραισθήσεις είναι για τα βατράχια. Μια απ’ αυτές θέλει, όπως το διάβασα και δύσκολα κράτησα τα μάτια μου στις κόγχες τους, τη μικρή Ελλάδα και δη τη Θήβα να σηκώνει κεφάλι κι αντάρτικο απέναντι στον κινέζικο δράκο, σαν περήφανο γαλάζιο ευρωβούβαλο στον αιώνιο ανταγωνισμό των καπιταλιστών. Θ’ ανοίξει λέει ο Μυτιληναίος, που έγινε metlen, ένα, όχι επτά επί Θήβαις, εργοστάσιο για να βγάζει γάλλιο, εκτός από βοξίτη, για να μην έχουν μόνο οι Κινέζοι σπάνιες γαίες και πεινάει η Ευρώπη για ισχύ στον πόλεμο της μπαταρίας. Αντίστοιχες αναζητήσεις γίνονται κι αλλού, από τη Χίο ως κι εγώ δεν ξέρω πού, και πωλούνται ως πλούτος της πατρίδας μάλιστα, που όμως δεν θα δουν ποτέ τα βατράχια της ούτε με το κανοκυάλι. Γιατί όταν η πατρίδα γίνεται βάλτος, τότε παράγει μόνο μεγάλα κέρδη, βρώμικο νερό, βρώμικο φαΐ, και στην αποξήρανση το τίποτε για τα βατράχια.
Ο εικοστός πρώτος αιώνας προχωράει χωρίς παραμύθια, αλλά με όλα τα «παρά» στις θεμελιώδεις έννοιες και λέξεις του, έτσι που να μην υπάρχει μεγάλη ανατριχίλα για τίποτε κακό, μεγάλη συγκίνηση για τίποτε καλό, ποτέ συγκλονισμός για το απαράμιλλο κάλλος. Γράφω απαράμιλλο κάλλος και ακούγεται σαν ακαταλαβίστικη γλώσσα. Τέτοια που δεν χωράει στις εξυπναδίλες της κοινωνικής δικτύωσης και την υπεργνωμοδότηση τόσων μοιραίων και άβουλων αντάμα ναρκίσσων. Προσοχή λοιπόν, γιατί όποιος εκλάβει την παρουσία των Αμερικανών, εκτός των Αγγλων, στην Κύπρο ως ενδυνάμωσή της, και την εκεχειρία στη Γάζα ως ειρήνη, τότε θα παγιδεύεται ως έντομο αναζητώντας τη γαλήνη σε μια επικονίαση του αίματος. Χρειαζόμαστε μια ολική επαναφορά στην πραγματικότητα.