Δημήτρης Κουτσούμπας: Λύση δεν θα δούμε αν δεν βγουν από τη μέση τα συμφέροντα των μεγάλων ομίλων, όσο ο αθλητισμός είναι εμπόρευμα
Πόσα νομοσχέδια για τη λεγόμενη «οπαδική βία» πρέπει να έρθουν για να καταλάβετε όλοι σας ότι είμαστε στο ίδιο έργο θεατές, πολλά χρόνια τώρα; Το ερώτημα βέβαια απευθύνεται πρώτα και κύρια στην κυβέρνηση, αλλά και στα άλλα κόμματα που έχουν κυβερνήσει. Απλώς κάθε φορά αλλάζουν οι πρωταγωνιστές…
Ξεκίνησε χτες και ολοκληρώνεται σήμερα στην Ολομέλεια της Βουλής η συζήτηση επί του νομοσχεδίου της κυβέρνησης, που περιλαμβάνει την κύρωση της ΠΝΠ του Δεκέμβρη για τα «έκτακτα μέτρα απαγόρευσης διάθεσης εισιτηρίων και παρουσίας θεατών σε αγώνες ποδοσφαίρου για επιτακτικούς λόγους προστασίας της δημόσιας τάξης και ασφάλειας» και τη «Λήψη μέτρων για την αποτροπή και αντιμετώπιση της βίας στο πλαίσιο αθλητικών συναντήσεων και λοιπές ρυθμίσεις αρμοδιότητας υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού».
Το σχέδιο νόμου κινείται στην πεπατημένη της συστηματικής καταστολής, με μέτρα που δεν αγγίζουν τις πραγματικές αιτίες του φαινομένου της λεγόμενης οπαδικής βίας.
Στο νομοσχέδιο η κυβέρνηση κατέθεσε τροπολογία για τη μη διακοπή ρεύματος στους πληγέντες αγρότες που χρωστούν στη ΔΕΗ, υπόσχεση που είχε δώσει από τις μεγάλες πλημμύρες της Θεσσαλίας και μέχρι σήμερα δεν είχε εφαρμοστεί.
Ακόμα, στην τροπολογία περιλαμβάνεται διάταξη με την οποία επισπεύδεται η διαδικασία έναρξης της διαβούλευσης για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού. Σύμφωνα με την τροπολογία, η αποστολή έγγραφης πρόσκλησης από την Επιτροπή Συντονισμού της διαβούλευσης προς τους φορείς που εμπλέκονται θα γίνει φέτος μέχρι τις 5 Φλεβάρη, ενώ η εισήγηση της υπουργού Εργασίας προς το Υπουργικό Συμβούλιο για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού θα υποβληθεί μέχρι τις 22 Μάρτη. Σε κάθε περίπτωση, αυτό που επισπεύδεται είναι η διαδικασία που έχει επιβληθεί με τον γνωστό μνημονιακό νόμο Βρούτση – Αχτσιόγλου, που απαγορεύει τη συλλογική διαπραγμάτευση για τον κατώτατο μισθό, τον οποίο αναλαμβάνει να καθορίσει η κυβέρνηση, με βάση τους σιδερένιους κανόνες της «ανταγωνιστικότητας» της οικονομίας και της κερδοφορίας των επιχειρήσεων. Εξάλλου, οι διαρροές της κυβέρνησης για το ύψος της αύξησης δείχνουν ότι θα πρόκειται για «παρηγοριά στον άρρωστο», σε συνθήκες που έχουν τσακίσει το λαϊκό εισόδημα.
Ακολουθεί η ομιλία του ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ Δημήτρη Κουτσούμπα στη σχετική συζήτηση στη Βουλή:
Πόσα νομοσχέδια για τη λεγόμενη «οπαδική βία» πρέπει να έρθουν για να καταλάβετε όλοι σας ότι είμαστε στο ίδιο έργο θεατές, πολλά χρόνια τώρα; Το ερώτημα βέβαια απευθύνεται πρώτα και κύρια στην κυβέρνηση, αλλά και στα άλλα κόμματα που έχουν κυβερνήσει. Απλώς κάθε φορά αλλάζουν οι πρωταγωνιστές, δηλαδή τα θύματα, οι θύτες και οι κυβερνητικοί υπεύθυνοι.
Πόσα νομοσχέδια πρέπει να έρθουν για να κατανοηθεί ότι τα μέτρα καταστολής από μόνα τους δεν λύνουν το πρόβλημα; Οτι τα φαινόμενα σήψης είναι εδώ, οι συγκρούσεις και τα επεισόδια είναι εδώ, οι συμμορίες είναι εδώ, τα θύματα είναι εδώ; Και κάθε φορά ακολουθεί και ένα νομοσχέδιο που κατά τ’ άλλα υπόσχεται σύγκρουση και πάταξη των φαινομένων βίας στον αθλητισμό;
Καταρχάς, για άλλη μια φορά, μιλάμε για ένα αθλητικό νομοσχέδιο που αποκλείει τον αθλητισμό από τη λύση του προβλήματος, τον αποκλείει και ασχολείται μόνο με την καταστολή.
Οπως άλλωστε και τα περισσότερα νομοσχέδια για τη λεγόμενη «οπαδική βiα» ήθελαν το κράτος να παρεμβαίνει, ως ρυθμιστής του ανταγωνισμού των μεγαλοεπιχειρηματιών των ΠΑΕ και των ΚΑΕ, κάθε φορά που η δυσωδία από τον τζόγο, τα στημένα, τη διαφθορά, τη βία των «οπαδικών» στρατών ξεχείλιζε.
Ακόμα και ο όρος «οπαδική βία» είναι παραπλανητικός! Γιατί ουσιαστικά αφήνει στο απυρόβλητο την επιχειρηματική δράση στον χώρο του αθλητισμού, τα παζάρια και τους ανταγωνισμούς των μεγάλων επιχειρηματιών, από όπου απορρέουν και τα φαινόμενα βίας που θέτουν σε κίνδυνο ακόμη και τις ανθρώπινες ζωές.
Ο αθλητισμός είναι ένα όπλο που δεν αξιοποιείται
Ο αθλητισμός, όμως, είναι ένα όπλο που δεν αξιοποιείται. Και εξηγούμαστε. Στην Ελλάδα, σε σύνολο περίπου 3.000 ποδοσφαιρικών σωματείων, τα επαγγελματικά σωματεία είναι περίπου 50. Και όλες οι κυβερνήσεις υποκλίνονται σε αυτά και στους μεγάλους επιχειρηματίες, δίνοντας τηλεοπτικές καλύψεις, χρήματα από το στοίχημα, δεν τους κάνουν κανέναν ουσιαστικό οικονομικό έλεγχο αν και είναι Ανώνυμες Εταιρείες. Ακόμα και από τα χρήματα που μοιράζετε από το στοίχημα, αθωώνοντας τον τζόγο, το μεγαλύτερο μέρος πάει στις ΠΑΕ.
Ταυτόχρονα, το ποσοστό των Ελλήνων μαθητών χαμηλών κοινωνικοοικονομικών στρωμάτων που δεν αθλείται εκτός σχολείου υπερδιπλασιάστηκε στα χρόνια της πανδημίας, και μαζί μ’ αυτό, βέβαια, το ποσοστό παχυσαρκίας και υπέρβαρων παιδιών! Οι ώρες της Φυσικής Αγωγής μειώνονται αντί να αυξάνονται και λιγότερο από το 20% των Ελλήνων μαθητών Δημοτικού και Γυμνασίου γυμνάζεται, με το ποσοστό να μειώνεται ακόμη πιο δραματικά στο Λύκειο.
Μειώνονται οι ώρες συστηματικής άσκησης, μειώνονται οι ασκούμενοι, αυξάνονται τα περιστατικά επιθετικότητας – bullying. Μετά την πανδημία και τον εγκλεισμό έχει δημιουργηθεί ένα εσωστρεφές, επιθετικό ψυχικό δυναμικό, μια αδυναμία και δυσκολία επικοινωνίας, η οποία εντάθηκε από την ενασχόληση με τα smartphones, τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης και άλλα …εξαρτησιογόνα! Και αυτό αφορά κυρίως τη νεολαία.
Δεν ασχολείστε με αυτά. Κανένα νομοσχέδιο τα τελευταία χρόνια δεν ασχολήθηκε με αυτό. Κανένα νομοσχέδιο δεν ασχολήθηκε με το πόσες ώρες άσκησης χρειάζεται καθημερινά η σχολική ηλικία και, φυσικά, πόσους γυμναστές χρειάζεται να έχεις γι’ αυτό. Και κανένα νομοσχέδιο δεν ασχολήθηκε με το κάθε άθλημα και τα προβλήματά του, με τα σωματεία και τους ανθρώπους που δραστηριοποιούνται σε αυτά, τα ζητήματα ανάπτυξης, τα ζητήματα των υποδομών και των χώρων άθλησης, την αξιοποίηση των ταλέντων, τη χρηματοδότηση. Με όλα αυτά δηλαδή που αφορούν την οικογένεια, που αφορούν τους γονείς, την προσπάθεια που κάνουν, την αγωνία που έχουν να στηρίξουν τα παιδιά τους.
Γιατί τα λέμε όλα αυτά; Γιατί θα ήταν σίγουρα διαφορετική η κατάσταση αν η νεολαία είχε κάνει στάση ζωής την ενασχόληση με τον αθλητισμό και την άσκηση. Αν δεν αντιμετωπιζόταν ως παθητικός δέκτης και θεατής, αλλά ως πρωταγωνιστής στο γήπεδο. Αν είχε πρόσβαση – χωρίς να μεσολαβεί η τσέπη – στα οφέλη της άσκησης, ένα εκ των οποίων είναι και το να μάθεις να λειτουργείς σε συλλογικά πλαίσια, να σέβεσαι τον αντίπαλο, να μαθαίνεις τους κανόνες και το πώς λειτουργεί το κάθε άθλημα, να βλέπεις τις ικανότητές σου, να μη μένεις μόνος σου τελικά, στο περιθώριο, παθητικός παρατηρητής, ευάλωτος.
Θα ήταν πιθανόν διαφορετική η συμπεριφορά πολλών παιδιών που σήμερα παρασύρονται, αν είχαν κάνει στάση ζωής την άσκηση, την ενασχόληση με ένα άθλημα. Αλλά, είπαμε: Οταν είναι εμπόριο που πουλιέται και αγοράζεται, η πρόσβαση θα είναι μικρή. Γιατί γνωρίζουμε όλοι πάρα πολύ καλά ότι ο αθλητισμός συμβάλλει ώστε ο άνθρωπος να γίνεται ενεργητικός και δραστήριος.
Ο νέος άνθρωπος μπορεί να δει από πρώτο χέρι τα αποτελέσματα της συλλογικής, της οργανωμένης δουλειάς, την ανάπτυξη των ατομικών του ικανοτήτων και την προσφορά του στο σύνολο. Αυτή η ιδιότητα μεταφέρεται γενικά στη ζωή του, και έτσι έχει περισσότερες πιθανότητες να γίνει και κοινωνικά δραστήριος, να παρέμβει στην πραγματικότητα που ζει και να την αλλάξει.
Αλλά εσάς αυτά δεν σας αγγίζουν! Είστε ταγμένοι στην εμπορευματοποίηση των πάντων, στο να τα μετράτε όλα με όρους οικονομικού κόστους και οφέλους. Αφήστε που πιστεύετε ότι σας βολεύει ιδεολογικά να τσουβαλιάζετε εντελώς ανόμοια πράγματα κάτω από την ταμπέλα της «βίας», της «παρανομίας», για να στοχοποιείτε συλλήβδην όλη τη νεολαία και κυρίως όσους αγωνίζονται ενάντια στην ανάλγητη πολιτική σας.
Δεν υπάρχει σχέδιο για ανάπτυξη του αθλητισμού στο σχολείο, στη γειτονιά
Φέρνετε ένα νομοσχέδιο «μια απ’ τα ίδια», το ‘παμε. Γιατί δεν υπάρχει σχέδιο για την ανάπτυξη του αθλητισμού στο σχολείο, στη γειτονιά, το πώς θα αναπτυχθεί το κάθε άθλημα, πώς θα ενισχυθεί η συμμετοχή του πληθυσμού και ιδιαίτερα της νεολαίας. Ποιες δομές και τι προϋποθέσεις χρειάζονται για να διευκολυνθεί η οικογένεια, τα παιδιά της, προκειμένου να έχουν πρόσβαση στη συστηματική άσκηση ως τρόπο ζωής.
Αυτό είναι ένα υπερόπλο που μπορεί να λειτουργεί ως αντίβαρο διαχρονικά. Και λέω διαχρονικά γιατί όσο πιο πίσω πάμε, τόσο καλύτερα θα δούμε ότι δεν πρόκειται να γίνουν βήματα αν δεν αντιμετωπιστεί η αιτία του προβλήματος: Η επιχειρηματική δράση στον αθλητισμό και ιδιαίτερα στο ποδόσφαιρο.
Ας θυμηθούμε κάτι: Δεν είναι λίγες οι παλιές ελληνικές ταινίες, τα ντοκιμαντέρ που όλοι μας παρακολουθούμε, όπου βλέπουμε εικόνες με γεμάτα τα γήπεδα και τους φιλάθλους των διαφόρων ομάδων αγκαλιά, με τα πειράγματα να πηγαίνουν και να έρχονται. Είναι έτσι ή δεν είναι; Οι παλιοί το γνωρίζουν πάρα πολύ καλά αυτό.
Πότε αρχίζουν όλα αυτά τα ωραία να φθίνουν και να εξαφανίζονται τελικά στην Ελλάδα; Από τότε που το ποδόσφαιρο σταδιακά έγινε επαγγελματικό, έγινε Ανώνυμη Εταιρεία, έγινε επιχείρηση. Ε, από τότε ξεκινάει και το μπαράζ νομοσχεδίων, αλλάζοντας μόνο το καρμπόν. Τα ανέλυσε και εδώ συγκεκριμένα ένα – ένα τα άρθρα του νομοσχεδίου και τα νομοσχέδια όλα ο εισηγητής μας, ο Μανώλης ο Συντυχάκης.
Τα μέτρα δεν απέδωσαν ούτε στο ελάχιστο. Ενώ ολοένα και περισσότερο αποκαλύπτεται η δράση καλά εξοπλισμένων και πειθαρχημένων στρατών, με δομή και μεθόδους δράσης που θυμίζουν τάγματα εφόδου. Γιατί κανένας απ’ αυτούς τους νόμους δεν ήθελε και δεν μπορούσε να αγγίξει την ουσία του προβλήματος, να καταπολεμήσει τις πραγματικές αιτίες: Τα ισχυρά επιχειρηματικά συμφέροντα που κινούν τα νήματα του εμπορευματοποιημένου αθλητισμού.
Οι παρεμβάσεις όλων των κυβερνήσεων ήταν «τόσο όσο» για να περιφρουρήσουν το «προϊόν» των μεγαλοεπιχειρηματιών και των χορηγών από την απαξίωση, κάθε φορά που το καπάκι του υπόνομου άνοιγε και η δυσοσμία προκαλούσε γενικευμένες αντιδράσεις.
Και για ποια μέτρα να μιλήσουμε, για ποια αυστηρότητα και αποφασιστικότητα να μιλήσουμε, όταν τις προάλλες έτυχαν υποδοχής ηρώων από τους συμπατριώτες τους οι ναζί χούλιγκαν της Ντιναμό Ζάγκρεμπ που αιματοκύλησαν τη Νέα Φιλαδέλφεια, ανάβοντας ακόμα και καπνογόνα στο αεροδρόμιο; Επομένως, ούτε καινοτομία ούτε σκληρότητα.
Αξίζει όμως να πούμε κάτι, που «ο κόσμος το ‘χει τούμπανο κι εσείς κρυφό καμάρι», μετά τη συρραφή και προσκόμιση στον Αρειο Πάγο, από πλευράς της κυβέρνησης, όλων αυτών των δικογραφιών από το παρελθόν μέχρι σήμερα. Αλλά αφού γνωρίζουν τις συμμορίες, τη σύνθεση, τη δράση, τους επικεφαλής, που δεν έχουν καμία σχέση βεβαίως με την πλειοψηφία του φίλαθλου κόσμου, γιατί δεν τους αντιμετωπίζουν; Γιατί χρειάζεται να γίνονται μαζικές συλλήψεις – όπως έγινε πρόσφατα στου Ρέντη – που τρομοκρατούν τον κόσμο, ενώ μπορούν να διαλύσουν αυτές τις συμμορίες μέσα σε μια μέρα;
Καμία κυβέρνηση δεν τολμά και δεν θέλει να κόψει το νήμα που συνδέει τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα με τον αθλητισμό, με τους «οπαδικούς στρατούς», ακόμα και με τον ίδιο τον κρατικό μηχανισμό που, κατά τ’ άλλα, θα έπρεπε να προστατεύει τους αθλητικούς χώρους. Και αυτό το νήμα είναι που ασκεί πολιτική πίεση σε βουλευτές, σε κυβερνήσεις, αξιοποιώντας ως δεξαμενή ψήφων τους οπαδούς μιας ομάδας.
Αυτό το νήμα είναι που αξιοποιεί επεισόδια και μέτρα για να συσπειρώνει «οπαδικούς στρατούς», γιατί όχι να στέλνει και ορισμένους φυλακή, να κλείνουν τα γήπεδα, να τιμωρούνται και ομάδες, για να φαίνεται ότι το σύστημα μπορεί, δήθεν με την «αυτοκάθαρση», να ξαναπαίρνει μπροστά, να κάνει «restart». Γιατί τελικά δεν λύνεται το πρόβλημα των επεισοδίων στα γήπεδα;
Η βία στα γήπεδα αποτελεί αντανάκλαση της βίας, της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης που δέχεται καθημερινά ο εργαζόμενος, ο νέος της κάθε λαϊκής οικογένειας, σε όλους τους τομείς που αφορούν την ικανοποίηση των αναγκών του μέσα στην κοινωνία. Τομείς που οι περισσότεροι λειτουργούν με βάση το κέρδος και έχουν περάσει στα χέρια των μονοπωλίων, πολυεθνικών εταιρειών, μεγαλοεπιχειρηματιών.
Η τάξη όλων αυτών γνωρίζει πολύ καλά ότι το γήπεδο αποτελεί έναν χώρο όπου μπορούν να υπάρξουν εξάρσεις αυθορμητισμού, αλλά και οργανωμένες ενέργειες που, ανεξάρτητα από το περιεχόμενο και τη μορφή, μπορεί να έχουν το στοιχείο και της συλλογικότητας και της αυτενέργειας. Γνωρίζει ότι την αγανάκτηση και την οργή που έχει ένας νέος, για την αβεβαιότητα και την ανασφάλεια που ζει, την εκφράζει και μέσα στο γήπεδο, ιδιαίτερα σε φάση όξυνσης των προβλημάτων, των αδιεξόδων του, όπως είναι η σημερινή περίοδος. Και την αγανάκτηση αυτή την αξιοποιεί, τη στρέφει για να εκτονωθεί σε ανώδυνα βέβαια κανάλια, στο όνομα της ομάδας και της ιστορίας της.
Ταυτόχρονα, η αντανάκλαση του ανταγωνισμού, του νόμου της ζούγκλας δηλαδή, για να συνεννοούμαστε, εκδηλώνεται στο γήπεδο με τις συγκρούσεις ανάμεσα σε οπαδούς των ομάδων, που χωρίζονται σε «φίλους και εχθρούς». Ετσι, ενώ από τη μία βράζουν μαζί στο ίδιο καζάνι της εκμετάλλευσης, έχοντας στον σβέρκο τους τον ίδιο πιθανόν εργοδότη, από την άλλη είναι «αντίπαλοι» στο γήπεδο.
Εμείς παλεύουμε για αθλητισμό για τους πολλούς, για όλους
Για να ‘ρθουμε και στο διά ταύτα, όταν μιλάμε για τον αθλητισμό και το ποδόσφαιρο, η κατάργηση της επιχειρηματικής δράσης πρέπει επιτέλους να έρθει αυτή στο προσκήνιο.
Αλλά εδώ μέσα αυτό που σας ενδιαφέρει είναι πώς θα θωρακιστεί αυτή η δράση, τα κέρδη, το στοίχημα που γίνεται χορηγός και ευεργέτης σε αθλητές για την προετοιμασία τους, και κατά τ’ άλλα μιλάμε για το «Ολυμπιακό ιδεώδες», για τις «αξίες του Ολυμπισμού»! Εχουμε και τους Ολυμπιακούς Αγώνες φέτος στο Παρίσι… Θα τα δούμε κι εκεί όλα αυτά.
Λύση επομένως ριζική δεν θα δούμε αν δεν βγουν από τη μέση τα συμφέροντα των μεγάλων ομίλων, που αξιοποιούν τον αθλητισμό, τον κόσμο και τη σπουδαία ιστορία των ομάδων ως πίεση για να κερδίζουν περισσότερα. Και, φυσικά, λύση δεν θα δούμε όσο ο αθλητισμός, η ενασχόληση με ένα άθλημα, είναι εμπόρευμα, αφορά τους λίγους δηλαδή και όχι τους πολλούς. Και τέτοιο αθλητισμό, αθλητισμό των πολλών, μπορούμε να έχουμε.
Αθλητισμό για όλους, που να προάγει την υγεία, να φτιάχνει «γερό νου και γερό σώμα», άνθρωπο δραστήριο, ενεργό, που θα αξιοποιούσε και όλες τις σπουδαίες υποδομές των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, που τις αφήνετε να μαραζώνουν όλα αυτά τα χρόνια. Θα διόριζε γυμναστές στα σχολεία, θα ‘φτιαχνε υποδομές με σύγχρονα μέσα, ώστε να καλλιεργείται η άσκηση ως στάση ζωής, αλλά και να ανιχνεύεται το ταλέντο. Θα συντηρούσε τις υπάρχουσες υποδομές και θα σχεδίαζε κι άλλες, αξιοποιώντας ελεύθερους χώρους με βάση τις ανάγκες του πληθυσμού. Θα στήριζε τη δουλειά που κάνουν οι άνθρωποι στα σωματεία, σημαντικό έργο στα αθλητικά σωματεία που δεν πρέπει να χαθεί, γιατί δεν υπάρχει τίποτα άλλο σήμερα μετά το σχολείο.
Εμείς γι’ αυτό παλεύουμε, μαζί με ανθρώπους του αθλητισμού που «το πονάνε» και καταθέτουν και την ψυχή τους ακόμα καθημερινά στο γήπεδο, στο στάδιο, βοηθώντας τα παιδιά μας, τους νέους και τις νέες μας.
Και έτσι θα συνεχίσουμε. Μαζί με όλους και όλες αυτές και αυτούς που μοχθούν για να ανοίξουν έναν δρόμο καλύτερο και μέσα στα γήπεδα και έξω από αυτά, στους δρόμους του καθημερινού αγώνα.