Δημήτρης Μελιόπουλος: Στο ποδόσφαιρο ένιωθα σαν ρομπότ, έχανα την ελευθερία μου…
Γίνεσαι σαν ρομπότ πλέον και δεν σκέφτεσαι. Χάνεις την προσωπικότητα σου. Είδα πως δεν μπορώ να εκφραστώ και πήρα όσο πιο γρήγορα γινόταν την συγκεκριμένη απόφαση για να κερδίσω χρόνο στη ζωή μου. Δε θέλω να χάσω τα χρόνια μου στο ποδόσφαιρο.
Τι ενδιαφέρον μπορεί να έχει η συνέντευξη ενός 19χρονου (στο Γκαζέτα και το Γιάννη Γεωργόπουλο), που παράτησε το ποδόσφαιρο και την προοπτική μιας επαγγελματικής καριέρας; Αρκετό αν σκεφτεί κανείς ότι αναδεικνύει τη σκοτεινή όψη του επαγγελματικού αθλητισμού και εντυπωσιάζει με την ωριμότητα της σκέψης του. Ασφαλώς και δεν είναι χωρίς αντιφάσεις όσα λέει -πχ όταν θεωρεί πως αν ενταχθεί σε μια ομάδα στερείται η ελευθερία του ως άτομο-, πρέπει να συνεκτιμήσουμε, όμως, ότι η μόνη του επαφή με ομάδες ήταν μέσα από αυτό ακριβώς το στρεβλό πρίσμα του επαγγελματικού αθλητισμού.
Εδώ αναδημοσιεύουμε κάποια χαρακτηριστικά αποσπάσματα από τη συνέντευξη του πρώην ποδοσφαιριστή που είχε προκαλέσει εντύπωση με την απόφασή του να εγκαταλείψει την προοπτική της επαγγελματικής καριέρας, μολονότι οι ειδικοί έκαναν λόγο για μεγάλο ταλέντο.
Δημήτρη πως οδηγήθηκε ένα από τα σπουδαιότερα ταλέντα του ελληνικού ποδοσφαίρου στο να εγκαταλείψει το ποδόσφαιρο σε ηλικία μόλις 19 ετών;
«Είναι πολλοί οι λόγοι που αποφάσισα να εγκαταλείψω το ποδόσφαιρο σε αυτή την ηλικία, αλλά ο κυριότερος είναι η ελευθερία μου.
Μιλώντας προσωπικά, έτσι όπως το βλέπω εγώ με το ποδόσφαιρο, περιορίζονταν η ελευθερία μου. Η ελευθερία για μένα είναι από τα σημαντικότερα πράγματα μέχρι τώρα στη ζωή μου. Αρχικά, δεν θέλω να ανήκω σε καμία ομάδα, επίσης όπως είχα πει δημοσίως, στο ποδόσφαιρο γίνεσαι ρομπότ. Ασκείται κακή πίεση, με συνέπεια να επιδρά αρνητικά σε έναν ποδοσφαιριστή. Δεν είμαι ελεύθερος εάν ανήκω κάπου!
Μάλιστα άργησα να πάρω αυτή την απόφαση, αν και φάνηκε πως την πήρα κάπως βιαστικά, αφού κάποιοι μου είπαν πως θα μπορούσα να συνεχίσω το ποδόσφαιρο και να αποσυρθώ για παράδειγμα στα 25 μου. Δεν διαφωνώ σε αυτό, αλλά δεν ήταν και αυτό που θέλω από την στιγμή που ένιωσα να χάνω την ελευθερία μου. Γίνεσαι σαν ρομπότ πλέον και δεν σκέφτεσαι. Χάνεις την προσωπικότητα σου. Είδα πως δεν μπορώ να εκφραστώ και πήρα όσο πιο γρήγορα γινόταν την συγκεκριμένη απόφαση για να κερδίσω χρόνο στη ζωή μου. Αν είναι σωστό ή λάθος θα φανεί».
Πότε άρχισες να νιώθεις άβολα με αποτέλεσμα να φυτευτούν στο μυαλό οι πρώτοι σπόροι που σε οδηγούσαν μακριά από το ποδόσφαιρο;
«Άρχισα να αισθάνομαι πως πρέπει να σταματήσω από την στιγμή που άρχισα και να σκέφτομαι. Όπως το βλέπω εγώ, ο άνθρωπος γεννιέται όταν μπορεί να συνειδητοποιεί πώς έχουν τα πράγματα. Δεν γίνεται να είμαστε από την κοιλιά της μάνας μας ώριμοι. Όταν αρχίζουμε να αντιλαμβανόμαστε, γεννιόμαστε ουσιαστικά.
Όταν λες: ‘ώπα αυτό θέλω να το κάνω ή αυτό δεν θέλω να το κάνω’. Δεν μου αρέσει να είμαι υποχείριο, αλλά να είμαι ελεύθερος. Ο άνθρωπος γεννιέται, όταν αποκτά συνείδηση. Στην αρχή ήθελα να παίζω ποδόσφαιρο. Ήμουν δύο χρόνια στην ακαδημία της Ξάνθης, έχοντας φύγει από την Βέροια σε ηλικία 15 ετών. Σκοπός μου ήταν να δείξω τον καλό εαυτό μου, να γίνω επαγγελματίας και στη συνέχεια βλέποντας και κάνοντας.
Αυτό το πράγμα συνέβη τελικά και μάλιστα από νωρίς, αφού ήμουν από τους πρώτους που έγιναν επαγγελματίες και από ότι λένε ήμουν ο πρώτος που γεννήθηκε το 2000 και έπαιξε στην Super League, αν και δεν δίνω βάση σε αυτά. Όπως προείπα τον πρώτο χρόνο στην Ξάνθη ως επαγγελματίας ήταν κάτι που ήθελα, όμως στη συνέχεια άρχισα να σκέφτομαι πιο πολύ, να θέλω να μορφωθώ περισσότερο, αυτό δηλαδή που συμβαίνει στην τωρινή φάση της ζωής μου.
Δηλαδή, να μου αρέσει η ελευθερία, τα γράμματα, η μουσική, η ποίηση, η γραφή. Έλεγα τότε ‘κάτσε να δεις πως θα εξελιχθεί, μήπως αλλάξει το πράγμα’. Από το προηγούμενο καλοκαίρι στο ξεκίνημα της δεύτερης σεζόν μου στην Ξάνθη ως επαγγελματίας άρχισα να έχω αμφιβολίες για το μέλλον μου. Ήρθε μετά τον Οκτώβρη-Νοέμβρη η υπογραφή μου στον ΠΑΟΚ. Για μένα δεν λέει κάτι αυτό, ούτε θέλω να μπω σε λεπτομέρειες, γιατί αυτοί έκλεισαν την μεταγραφή μόνοι τους.
Έμεινα ένα ακόμη εξάμηνο στην Ξάνθη και από τότε και ύστερα άρχισε η εσωτερική πίεση. Όχι ότι δεν υπήρχε πιο πριν, απλά δεν το συνειδητοποιούσα τόσο. Μετά εάν δεν θέλεις και εσύ λίγο, το κλίμα γίνεται ακόμη χειρότερο και με το ελληνικό ποδόσφαιρο που είναι χάλια σε σχέση με το ευρωπαϊκό. Δεν τίθεται θέμα σύγκρισης. Έτσι, αφενός δεν ήθελα να συνεχίσω, ενώ έβλεπα και την κακή νοοτροπία των Ελλήνων που με επηρέαζε αρνητικά. Βέβαια θα μπορούσε να μου πει κάποιος ‘τι σε ενδιαφέρει αυτό το πράγμα; Κάνε αυτό που θέλεις’ και δεν αντιλέγω. Μπορεί σε κάποιον να αρέσει αυτό, αφού παντού στην Ελλάδα υπάρχει το ρουσφέτι και η ασυδοσία. Σε όλες τις δουλειές υπάρχει αυτό το χάλι.
Εγώ μετά το δεύτερο χρόνο στην Ξάνθη δεν ήθελα να κάνω αυτό το πράγμα, παίρνοντας εν τέλει το καλοκαίρι την απόφαση να σταματήσω. Συνετέλεσαν λοιπόν όλοι αυτοί οι παράγοντες, αλλά το κυριότερο ήταν πως δεν ήθελα να συνεχίσω. Δεν υπάρχει κάτι άλλο. Μερικοί δημοσιογράφοι το κάνουν πιο πολύπλοκο, ενώ δεν είναι έτσι. Δεν θέλω να χάσω τα χρόνια μου στο ποδόσφαιρο».
Αν ο ΠΑΟΚ σου έδινε περισσότερες ευκαιρίες και χρόνο συμμετοχής θεωρείς πως δεν θα έπαιρνες την ίδια απόφαση;
«Δύσκολα μπορώ να απαντήσω γιατί πρόκειται για υποθετική ερώτηση. Αν δεν συνειδητοποιούσα πως θέλω να σταματήσω και έμενα εκεί δουλεύοντας, δεν θα τα παρατούσα και τότε όλα θα έρχονταν αλλιώς. Εγώ όμως δεν επέτρεψα να γίνει αυτό προτιμώντας να αποχωρήσω. Αν μου έδιναν ευκαιρίες θα ήταν διαφορετικά τα πράγματα. Πώς όμως θα το έκαναν αυτό από την στιγμή που εγώ καθόρισα την μοίρα μου; Αν σε παραχωρήσει δανεικό και το θέλεις θα πας, στη συνέχεια θα επιστρέψεις και θα ξαναπάς δανεικός. Εάν το θέλεις πραγματικά θα βρεις τον δρόμο σου, απλά εγώ δεν το ήθελα. Δεν είναι πως εγώ ξύπνησα από την μια μέρα στην άλλη και δεν μου αρέσει το ποδόσφαιρο. Ήταν για πολύ καιρό στη σκέψη μου. Εδώ και 1-1,5 χρόνο ήθελα να το κάνω και εν τέλει πήρα αυτή την απόφαση μετά από πολύ σκέψη.
Δεν έγινε αυθαίρετα. Απλά έγινε θέμα γιατί για την ηλικία μου ήμουν κάπως ψηλά. Αν το κάνει κάποιος άλλος στην ηλικία μου, ο οποίος θέλει να σπουδάσει για παράδειγμα Ιστορία και μετά από πέντε μήνες αλλάζει γνώμη και σπουδάζει Ψυχολογία δεν θα προκληθεί ντόρος. Κάπως έτσι έγινε και στην περίπτωση μου. Απλά σε μένα φάνηκε περισσότερο λόγω της προβολής που υπάρχει στον Τύπο για την Super League και ειδικά για έναν 19χρονο».
Η απόφασή σου να αποχωρήσεις από το ποδόσφαιρο προκάλεσε τεράστια έκπληξη και λόγω των συμβολαίων που θα μπορούσες να διεκδικήσεις βάσει του ταλέντου και των ικανοτήτων σου…
«Σε αυτούς του δύσκολους καιρούς, όπου τα λεφτά παίζουν ρόλο πήρα τούτη την απόφαση. Ως ποδοσφαιριστές ξοδεύαμε το πολύ πέντε ώρες και βγάζαμε λεφτά, όχι φυσικά εγώ που ήμουν μικρός, αλλά ένας 25άρης που έχει παίξει πέντε χρόνια στη Super League και είχε ένα καλό συμβόλαιο μπορεί να είχε απολαβές που ισοδυναμούσαν με ότι έβγαζε ένας μεροκαματιάρης σε 10 χρόνια.
Και σιγά την δουλειά για να αμείβεσαι τόσο πλουσιοπάροχα. Είναι καλά λεφτά δεν αντιλέγω, απλά εγώ δεν κοιτάζω τα χρήματα. Πες με αφελή, αλλά σε αυτό που θέλω να κάνω δεν είναι η προτεραιότητά μου. Εάν έρθουν, έχει καλώς. Θα τα πάρω, εννοείται αυτό γιατί διευκολύνουν την ζωή σου».
Με την δική σου κίνηση ποιο είναι το μήνυμα που θα ήθελες να περάσεις στους συνομήλικους σου;
«Θέλω να περάσω ένα μήνυμα. Τώρα θα πεις κάποιος ποιος είσαι εσύ που θέλεις να περάσεις το μήνυμα σου; Εγώ κάνω μια κουβέντα μαζί σου και όποιος θέλει με ακούει. Ας το ακούσουν και άλλοι νέοι αυτό. Εγώ βλέπω τώρα μετά το ποδόσφαιρο να αλλάζει η ζωή μου προς το καλύτερο. Τι εννοώ; Έχω τέσσερις μήνες που σταμάτησα και η καθημερινότητα μου σαφώς και άλλαξε. Δηλαδή δεν έχω προπονήσεις, δεν έχω αγώνες, δεν έχω υποχρεώσεις. Δεν έχω όλο αυτό που είχα. Πλέον ασχολούμαι με καλά και ποιοτικά πράγματα. Κατά βάση διαβάζω για τις Πανελλήνιες γιατί θέλω να περάσω σε ένα πανεπιστήμιο και θα δείξει από εκεί και πέρα.
Η ζωή μου αλλάζει προς το καλύτερο, όπως και εγώ. Γίνομαι καλύτερος άνθρωπος και καλό είναι να το ακούσουν και οι συνομήλικοι μου αυτό. Αυτό συμβαίνει διαβάζοντας καλά κείμενα. Μπορεί να ακούγομαι ρομαντικός, αλλά διαβάζοντας καλή ποίηση, καλά κείμενα, ακούγοντας ποιοτική μουσική. Βέβαια αυτά μπορούσα να τα κάνω και πιο πριν, αλλά πλέον έχω την ελευθερία και τα απολαμβάνω περισσότερο. Ασχολούμαι επίσης με την φύση και όλο αυτό το πνευματικό και μορφωτικό στοιχείο με κάνει καλύτερο άνθρωπο. Βλέποντας ντοκιμαντέρ, διαβάζοντας και μένοντας μακριά από καταχρήσεις, αλκοόλ ή ναρκωτικά. Τώρα αν κάνω και πέντε τσιγάρα την ημέρα δεν έγινε κάτι. Απολαμβάνω πλέον την κάθε μέρα μου, κάτι που δεν συνέβαινε όταν έπαιζα ποδόσφαιρο.
Δουλεύοντας πάντα, αφού ο στόχος μου όπως είπα είναι να περάσω στις Πανελλήνιες. Χρειάζεται καθημερινά πέντε ώρες διάβασμα, συν το φροντιστήριο. Συμβουλή δεν θέλω να δώσω, απλά επισημαίνω πως βλέπω την ζωή μου να αλλάζει ακολουθώντας έναν διαφορετικό δρόμο. Αυτό θέλω να πω και στα νέα παιδιά που βρίσκονται κοντά στην δική μου ηλικία».
Στο οικονομικό σκέλος, δύσκολα κάποιος μπορεί να έχει τις ίδιες απολαβές σε σχέση με έναν πετυχημένο ποδοσφαιριστή…
«Το μήνυμα μου είναι να στραφούν τα παιδιά στα γράμματα και στην μόρφωση. Ο λόγος καλλιεργείται από τα γράμματα και σχετίζεται με την λογική και την σκέψη. Δεν μπορείς να σκεφτείς εάν δεν έχεις μυαλό και κρίση. Τώρα αν κάποιος έχει κλίση στη μουσική ή στο θέατρο, η σε κάποια τέχνη μαζί του είμαι. Να στραφεί ο καθένας στην προσωπική του ελευθερία. Μπορεί όλα αυτά να μην φέρουν τα λεφτά που θα φέρει το ποδόσφαιρο, αλλά καλύτερα. Εκεί βλέπεις τις αξίες της καθημερινότητας, των γονιών, των φίλων, του έρωτα, της δημιουργίας. Στο ποδόσφαιρο δεν τα έβλεπα αυτά τα πράγματα. Το όφειλα στον εαυτό μου να απεξαρτηθώ από αυτό το πράγμα».
Νιώθεις πως πήγες κόντρα στο ρεύμα ακολουθώντας έναν μοναχικό δρόμο;
«Είμαι μοναχικός τύπος και πιστεύω στην προσωπική δημιουργία. Είναι και αυτός ένας λόγος που παράτησα το ποδόσφαιρο. Δημιουργώ καλύτερα όταν είμαι μόνος. Με άλλους δεν μπορούσα να δημιουργήσω. Επέλεξα αυτό τον δύσκολο δρόμο γιατί με εκφράζει. Είναι όπως στην μυθολογία, όπου ο Ηρακλής έπρεπε να ακολουθήσει τον δρόμο της αρετής ή της κακίας. Εάν θέλεις τον εύκολο δρόμο, μπορείς να πίνεις καφέ όλη μέρα και να βλέπεις ταινίες, κάτι που κάνει ο μέσος Έλληνας».
Το ποδόσφαιρο έχει κλείσει οριστικά για σένα; Υπάρχει περίπτωση να το μετανιώσεις και να σε δούμε μελλοντικά σε μικρότερη κατηγορία;
«Όπως προείπα είμαι μοναχικός τύπος και δεν θέλω να ανήκω σε ομάδες. Δεν ξέρω βέβαια εάν για παράδειγμα μετά από τρία χρόνια αν αλλάξω λίγο σε αυτό, αν και δεν νομίζω. Από την στιγμή που έχω παίξει επαγγελματικό ποδόσφαιρο σε νεαρή ηλικία, μπορεί στο μέλλον να παίξω για παράδειγμα στη Γ’ Εθνική για να βγάζω χαρτζιλίκι. Τώρα το αποκλείω, αλλά υπάρχει 1% πιθανότητα να το κάνω μετά από 3, 4 ή 5 χρόνια. Δεν νομίζω να ενοχλήσει κανέναν».
Θα μπορούσαν ασφαλώς να πάρουν τα μυαλά σου αέρα με όλες αυτές τις φήμες…
«Μπορεί να είναι καλό να γίνεσαι κατά μια έννοια διάσημος σε τέτοια ηλικία, αν και εγώ ποτέ δεν το έβλεπα έτσι, αλλά από την άλλη αυτό μπορεί να ‘την δεις κάπως’, μπορεί να φτάσεις σε σημείο να μην απολαύσεις τα νεανικά σου χρόνια που όντως συμβαίνει. Όταν σου λένε σε θέλει η Μίλαν και η Σίτι, αυτό σε ‘φουσκώνει’ και στην πορεία νιώθεις σαν ένα ξεφούσκωτο μπαλόνι.
Δεν είναι μόνο ότι την ‘ψωνίζεις’, αλλά να πάθεις ότι και ο πρωταγωνιστής στην ταινία ‘Μόνος στο Σπίτι’ για να σου δώσω ένα παράδειγμα. Αυτό το παιδί όταν μεγάλωσε από ότι διάβαζα κύλησε στα ναρκωτικά και τις καταχρήσεις σε σημείο πλέον να γίνει αγνώριστος. Όλη αυτή η δημοφιλία είναι μάλλον κακή. Να σου λένε από τα 17 για χρήματα, για γκόμενες και για δόξα, νομίζω δεν είναι σωστό. Μπορούν να παρασύρουν έναν νέο άνθρωπο και να τον κάνουν να νομίζει πως είναι ο Θεός. Εγώ το έζησα αυτό. Καλό είναι να είμαστε ταπεινοί και προσγειωμένοι, ακόμη και αν υπάρχει ταλέντο».
Τι ήταν αυτό που σε ‘χάλασε’ περισσότερο και έφτασες στο σημείο να ρίξεις μαύρη πέτρα στο ποδόσφαιρο;
«Ήταν κάτι που εξέφρασα αυθόρμητα δημοσίως για τον Παπαδημητρίου στην Ξάνθη. Συνέβη αυτό όταν ήμουν 17 ετών. Το θυμάμαι τώρα και συγκλονίζομαι. Ήταν απάνθρωπο αυτό που είχε γίνει και συνεχίστηκε. Δεν στέκομαι συγκεκριμένα στον Παπαδημητρίου. Αυτό συνεχίστηκε σε όλα τα χρόνια που βρισκόμουν στο ποδόσφαιρο. Είναι απάνθρωπο να λες σε έναν 17χρονο να μην σκέφτεται, να μην λέει αυτό που θέλει, να δρα σαν ρομπότ, να είναι μηχανή και να κάνει αυτά που θέλουν οι άλλοι.
Καλό είναι να ακούμε και να σεβόμαστε τους μεγαλύτερους, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως δεν θα έχουμε ίχνος σκέψης. Έβλεπα να γίνεται και στα άλλα παιδιά, να δρούμε και να πράττουμε χωρίς σκέψη. Με σημάδεψε όλο αυτό στα δύο επαγγελματικά χρόνια μου στην Ξάνθη, αλλά και στα άλλα δύο που προηγήθηκαν στις Ακαδημίες. Στην Ξάνθη πέρασα τέσσερα χρόνια. Από πολύ μικρός ήμουν στις ακαδημίες. Μεγάλωσα στο ποδόσφαιρο, στα γήπεδα με τον πατέρα μου. Επειδή δεν σκεφτόμουν συνέβη αυτό».
Κάνοντας την αποτίμησή σου τελικά τι κρατάς από την περιπέτεια σου στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο; Υπάρχει κάτι θετικό που θα θυμάσαι μετά από χρόνια;
«Πραγματικά, όσο παράξενο και να φανεί, μπορεί να έπαιξα στη Super League και να ήταν κατόρθωμα αυτό για έναν 17χρονο, αλλά πραγματικά δεν μου έχει μείνει τίποτα! Δεν έχω φιλίες με ποδοσφαιριστές και αυτό κάτι δείχνει. Αν μιλήσουμε μια φορά τον μήνα στο Facebooκ δεν το θεωρώ φιλία. Δεν έχω επαφές ούτε με παλιούς προπονητές, ούτε με ποδοσφαιριστές. Ήταν μια καλή εμπειρία γιατί είδα την επαγγελματική ζωή, αλλά δεν μου έχει μείνει τίποτα, αλήθεια το λέω. Μάλλον, όπως το βλέπω τώρα μάλλον από τότε που πήγα στην Ξάνθη με απασχολούσε μέσα μου για να πάρω αυτή την απόφαση. Μου γεννιόταν η επιθυμία πως δεν ήθελα άλλο και βγήκαν κάποια στιγμή αυτά.
Το να είσαι τόσα χρόνια στο ποδόσφαιρο και να μην έχει φίλους ή να μην σου έχει χαραχθεί τίποτα, αυτό κάτι δείχνει. Δεν λέω πως φταίει κάποιος. Μάλλον, δεν ήμουν για εκεί. Το γενικό συμπέρασμα είναι πως όσο βρισκόμουν στο ποδόσφαιρο και τώρα που έξω απεξαρτηθεί νιώθω πως ήμουν σαν ένα πουλί φυλακισμένο σε κλουβί που πλέον είναι ελεύθερο να πετάξει. Ακούγεται ακραίο, αλλά έτσι είναι. Είμαι πλέον ελεύθερος, όσο μπορώ. Εγώ δεν μένω στα παλιά, ούτε σε ονόματα, ούτε με στιγμάτισε κανείς, ούτε σε ομάδες. Αυτό ήταν παρελθόν και πάει. Προχωράω γιατί δεν γίνεται αλλιώς».