Γιώργος Σιγάλας – Ο Ράμπο των παρκέ
Ο Γιώργος Σιγάλας έφτασε στο κορυφαίο επίπεδο χάρη στη δουλειά και τα μούσκουλά του, που θύμιζαν Ράμπο…
Ο Γιώργος Σιγάλας ήταν ένας εργάτης των γηπέδων, ένας τίμιος κομπάρσος, που κατάφερε με πολλή δουλειά και επιμονή να γίνει πρωταγωνιστής στο κορυφαίο επίπεδο. Περίπου σαν το Σιλβέστε Σταλόνε, που έκανε το δικό του ξεπέταγμα με το “Ρόκι”. Μόνο που στο Σιγάλα κόλλησε λόγω σωματοδομής και στιλ παιχνιδιού το “Ράμπο”, ενώ συνδέθηκε με την περίφημη προφητεία-ατάκα “το πρώτο”, που παραπέμπει συνειρμικά στο “Πρώτο Αίμα”. Αν και θα του πήγαιναν επίσης τίτλοι από άλλο ανέκδοτο, όπως “πολύ σκληρός για να πεθάνει” και “Εξολοθρευτής”, για τις αμυντικές του ικανότητες.
Γεννήθηκε σαν σήμερα το 1971 και μεγάλωσε στον Πειραιά. Ήταν 16 χρονών όταν έγινε το μεγάλο μπαμ του Ευρωμπάσκετ και ο αστικός μύθος λέει πως βρέθηκε στο ΣΕΦ τη μέρα του τελικού παίρνοντας το εισιτήριο που είχε αγοράσει ο Νίκος Παπαδογιάννης -που υποχρεώθηκε όμως να μείνει στα γραφεία της εφημερίδας του. Ανήκε στη φουρνιά που πρόλαβε τη μεγάλη δρακογενιά του ελληνικού μπάσκετ (όνομα και πράγμα αν σκεφτείς πως το Γιαννάκη τον φώναζαν και δράκο) και αργότερα την διαδέχτηκε.
Μέχρι τα 26 του, η καριέρα του ήταν δεμένη με τον Ολυμπιακό, με εξαίρεση μια σεζόν που έπαιξε δανεικός στην Α2 με τον Παπάγο. Ήταν από τα αγαπημένα παιδιά του Ιωαννίδη, χάρη στη σκληρή του άμυνα, και είχε για κορυφαίο παράσημο στην καριέρα του ότι έβαλε χειροπέδες στον 37χρονο Γκάλη, στον ημιτελικό του Φάιναλ Φορ στο Τελ Αβίβ.
Πήρε πέντε σερί πρωταθλήματα με τους ερυθρόλευκους και την τελευταία του χρονιά στο λιμάνι κατέκτησε με τον Ίβκοβιτς το “τριπλ-κράουν”, δηλαδή κάθε τίτλο που διεκδίκησε η ομάδα του, παρά τα σκαμπανεβάσματα και τις αναποδιές στο πρώτο μισό της σεζόν. Έμεινε μάλιστα στην ιστορία η προφητική αφιέρωσή του προς τους οπαδούς του Ολυμπιακού, στην απονομή του Κυπέλλου μετά το δραματικό τελικό με τον Απόλλωνα:
-Το πρώτο…
Θα ακολουθούσε το Ευρωπαϊκό στον τελικό με τη -μόνιμη λούζερ- Μπαρτσελόνα του Ρενέσες και ένα ακόμα πρωτάθλημα ενάντια στην ΑΕΚ του Ιωαννίδη πλέον.
Παραδόξως, η ανανέωση συμβολαίου δεν ήρθε ποτέ κι αυτό δεν ωφέλησε ούτε τον Ολυμπιακό (που έμεινε 15 χρόνια χωρίς πρωτάθλημα) ούτε το Σιγάλα, που έκανε άτυχες επιλογές, κυρίως σε ομάδες με οικονομικά προβλήματα, και δεν επέστρεψε ουσιαστικά ποτέ στο κορυφαίο επίπεδο. Πήγε τρεις φορές στο εξωτερικό (τις δύο στην Ιταλία) και άλλες τρεις στη Θεσσαλονίκη, εκ των οποίων τις δύο στον Άρη, όπου έκλεισε την καριέρα του, στα 37 του, έχοντας ως ενδιάμεσους σταθμούς το Μακεδονικό και τον Πανιώνιο, και τη χαρά να γράψει μερικές συμμετοχές ακόμα στην Ευρωλίγκα. Ενδιάμεσα είχε χάσει την ευκαιρία να δοκιμάσει την τύχη του στο ΝΒΑ και στους Νικς, αφού έπεσε πάνω στο λοκ-άουτ…
Από τη θητεία του στον “Αυτοκράτορα” έχει μείνει κλασικό ένα στιγμιότυπο με τον Γκαγκαλούδη (που βρέθηκε στο επίκεντρο της δημοσιότητας τις τελευταίες μέρες για τη συγκέντρωση με τα κεριά που διοργάνωσε στο Σύνταγμα), από ένα κλασικό ντέρμπι της πόλης, που κρίθηκε στην τελευταία φάση, με το Σιγάλα να παίζει άμυνα, προκαλώντας τον Γκάγκα να πάει πάνω του.
-Έλα αγόρι μου…
Λίγα χρόνια πριν, στο Ευρωμπάσκετ του Βελιγραδίου, είχε γράψει η ατάκα “βάλτο αγόρι μου”, αλλά ο Σιγάλας είχε ρίξει τίτλους τέλους στη δεκαετή σχέση του με την Εθνική από το προηγούμενο Ευρωμπάσκετ της Σουηδίας, όντας κάτι σαν συνδετικός κρίκος μεταξύ των δύο χρυσών φουρνιών που βρέθηκαν στην κορυφή της Ευρώπης, με διαφορά μιας γενιάς (18 χρόνων). Ο ίδιος δεν πήρε ποτέ ένα μετάλλιο με την Εθνική Ανδρών, ήταν όμως πάντα στο κορυφαίο επίπεδο -συνήθως στην τιμητική 4η θέση- με χαρακτηριστική στιγμή το Μουντομπάσκετ του Καναδά και τον αγώνα με το Πουέρτο Ρίκο, όπου ήθελε να αστοχήσει σκόπιμα σε μια βολή στο τέλος και τελικά την έβαλε μέσα με ταμπλό. Ένα λάθος που κατά λάθος ευνόησε τελικά την Εθνική στα σταυρώματά της στη διοργάνωση -κι ας μην το ξέραμε αυτό τότε.
Η διαφήμιση που έγινε και σύνθημα εναντίον του…
Μετά το τέλος της καριέρας του, ο Σιγάλας παρέμεινε στο χώρο του μπάσκετ, είχε κάποιες σύντομες αλλά βασικά αμελητέες θητείες ως προπονητής στην Εθνική Νέων και στις μικρές επαγγελματικές κατηγορίες και πλέον έχει μια θέση στο Τμήμα Αθλητισμού του Δήμου Πειραιά, χωρίς να διατηρεί τη γοητεία και τα μούσκουλα του παρελθόντος, που τον είχαν κάνει σεξ-σύμβολο και του είχαν δώσει το παρατσούκλι Ράμπο, επηρεάζοντας ακόμα και τον τρόπο που περπατούσε προς τον πάγκο στα τάιμ-άουτ…