Γιουσέιν Μπολτ: Ο άνθρωπος-αστραπή που έτρεχε πιο γρήγορα από όλους
Υπάρχει μια θεωρία που λέει πως αν ντοπάρονται όλοι το ίδιο, τότε ο καλύτερος θα αναδειχτεί και πάλι πρώτος. Δε χρειάζονται όλα αυτά όμως για να δει κανείς πως ο Γιουσέιν Μπολτ ήταν ο πιο γρήγορος σπρίντερ όλων των εποχών και φαινόταν να έχει πέσει μικρός στη χύτρα με το μαγικό ζωμό.
Η ερώτηση αν ντοπάρονται οι αθλητές στο στίβο, μοιάζει λίγο με το ερώτημα αν χέζουν οι αρκούδες στο δάσος κι είναι σε κάθε περίπτωση ρητορική. Υπάρχει μια θεωρία που λέει πως αν ντοπάρονται όλοι το ίδιο, τότε ο καλύτερος θα αναδειχτεί και πάλι πρώτος. Δε χρειάζονται όλα αυτά όμως για να δει κανείς πως ο Γιουσέιν Μπολτ ήταν ο πιο γρήγορος σπρίντερ όλων των εποχών και φαινόταν να έχει πέσει μικρός στη χύτρα με το μαγικό ζωμό και να μην είχε τίποτα ανάγκη.
Ο Μπολτ γεννήθηκε σαν σήμερα το 1986 στο Τρελόνι (όνομα και πράγμα), σε μια χώρα που φαίνεται να παράγει κυρίως μουσική ρέγκε και σπρίντερ, μπαίνοντας μάλιστα στο μάτι της γειτονικής της υπερδύναμης (ΗΠΑ) και καταφέρνοντας να σπάσει για χρόνια την κυριαρχία της.
Ο Μπολτ ξεχώρισε πολύ νωρίς για τη σωματική του διάπλαση και τον τρομακτικό διασκελισμό του, κάνοντας ρεκόρ από την κατηγορία των εφήβων, που του ανήκουν ακόμα. Ήταν αρκετά ψηλός σε σχέση με άλλους σπρίντερ με πιο χαμηλό κέντρο βάρους, ίσως ιδανικός για μια ενδιάμεση απόσταση 150 μέτρων, οπότε πρακτικά το ζητούμενο ήταν να κάνει μια στοιχειωδώς καλή-αξιοπρεπή εκκίνηση, για να μείνει λίγο πίσω από τους αντιπάλους του και να τους καταπιεί με άνεση στη συνέχεια.
Ο Μπολτ ήταν ο άνθρωπος-αστραπή, καθιέρωσε το σχετικό πανηγυρισμό με μια πόζα επίδειξης (ποζεριά), ενώ “έγραψε” στο φακό ένα στιγμιότυπο από τη Μόσχα, όπου φαίνεται σαν το γιο του κεραυνού, με την αστραπή στο βάθος.
Θα μπορούσαμε να τον πούμε κι “αστροπελέκι” στα ελληνικά, αν δεν είχε κατοχυρωθεί από το ρόλο της Ρένιας στους Απαράδεκτους.
Από τα 22 του χρόνια ήταν χρυσός Ολυμπιονίκης κι είχε ήδη καταρρίψει τα παγκόσμια ρεκόρ σε 100 και 200 μέτρα. Την επόμενη χρονιά έκανε πλάκα με το χρονόμετρο και τις θεωρίες για τα όρια του ανθρώπινου οργανισμού, με το 9.58 και το 19.19 στα δύο αγωνίσματα στο Βερολίνο. Έκτοτε δεν ασχολήθηκε ίσως σοβαρά για να τα κατεβάσει και άλλο, οπότε είναι ζήτημα ποιος και πότε -σε πόσα χρόνια ή δεκαετίες- θα μπορέσει να το κάνει.
Συνολικά συγκέντρωσε οκτώ χρυσά ολυμπιακά μετάλλια στα 100, τα 200 και τις μικρές σκυτάλες κι άλλα έντεκα χρυσά σε τέσσερα Παγκόσμια Πρωταθλήματα. Του ξέφυγε μόνο μια πρωτιά λόγω άκυρης εκκίνησης στον τελικό κι άλλο ένα που του αφαιρέθηκε αναδρομικά, γιατί πιάστηκε ντοπαρισμένος ένας Τζαμαϊκανός συναθλητής του από την ομάδα σκυταλοδρομίας.
Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ρίο φάνηκε να κάνει το τέλειο φινάλε, όπως το είχε φανταστεί. Γύρισε όμως για μια τελευταία παράσταση στο αγαπημένο του Λονδίνο, όπου τον είχε αγαπήσει και το κοινό στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 12′.
Εκεί τσαλάκωσε το τρομερό αήττητο σερί του, γιγάντωσε όμως τον προσωπικό του μύθο, με μια ατέλεια που τόνιζε την τελειότητά του και το γεγονός πως είναι απλά άνθρωπος -κι ας φαινόταν σα θεός, όταν έτρεχε.
Στα 100 μ. περιορίστηκε στην τρίτη θέση, χάνοντας από το -μεγαλύτερό του και με αμαρτωλό παρελθόν στα αναβολικά- Τζάστιν Γκάτλιν, που αμέσως γονάτισε για να προσκυνήσει τον ηττημένο!
Είχε μια τελευταία ευκαιρία στη σκυταλοδρομία για το φινάλε που του άξιζε, ήρθε όμως η καταστροφή και ο τραυματισμός του που δεν τον άφησε να καλπάσει, ούτε καν να τερματίσει, αλλά να σφαδάζει στο έδαφος. Ξαφνικά στο φινάλε φαινόταν ευάλωτος, ένας κοινός θνητός, κι αυτό υπογράμμιζε το μεγαλείο των προηγούμενων χρόνων, όπου όλα έμοιαζαν αυτονόητα, αλλά δεν ήταν.
Αποχώρησε οριστικά από τους στίβους, αλλά δεν τα παράτησε κι έβαλε μπρος για να υλοποιήσει το παιδικό όνειρό του, παίζοντας ποδόσφαιρο (ως οπαδός της Γιουνάιτεντ και της Ρεάλ) σε επαγγελματικό επίπεδο. Έκανε και μερικές προπονήσεις με την Μπορούσια Ντόρντμουντ, φάνηκε όμως πως χρειάζονται πολύ περισσότερα από την ταχύτητά του για να μπορέσει να σταθεί τόσο ψηλά, ξεκινώντας μάλιστα σε τέτοια ηλικία.
Σήμερα έχει γενέθλια κι είναι ζήτημα αν μας επιφυλάσσει κάτι ακόμα τα επόμενα χρόνια, ως αθεράπευτος σόουμαν.