Happy “You’ll never walk alone” Stevie
Σαν σήμερα γεννήθηκε στο Λίβερπουλ, ο άνθρωπος-Λίβερπουλ, που είναι κάθε λέξη από τον ύμνο της: You ‘ll never Walk Alone…
Σαν σήμερα πριν από 38 χρόνια γεννήθηκε κάπου στο Λίβερπουλ, ο άνθρωπος Λίβερπουλ, ο Στίβεν Τζέραρντ. Στο λιμάνι του Μέρσεϊσάιντ εκείνη την ημέρα γεννήθηκε η προσωποποίηση της ομάδας της Λίβερπουλ, με τα καλά της και τα κακά της. Ο άνθρωπος που έμελλε να γίνει κάθε λέξη του λατρεμένου ύμνου της ομάδας ”You will never walk alone”.
Aπο μικρός δεν έκρυψε την αγάπη για την ομώνυμη ομάδα της πόλης. Όπως μαρτυρούν και οι φωτογραφίες ήταν ένας μικρός Κοpites (οργανωμένοι της Λίβερπουλ). Kαι όμως δεν ήταν όλα ιδανικά γι’ αυτό το παιδί. Στην ηλικία των 10 λόγω ενός τραυματισμού κινδύνεψε να χάσει το πόδι του που κινδύνευε με τέτανο, όμως οι γιατροί του το έσωσαν, ευτυχώς για τον ίδιο, για τη Λίβερπουλ αλλά και για όλους εμάς. Είπε μέχρι και ψέμματα στην ομάδα της καρδιάς του, ότι είχε απορρίψει την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, για να τον επιλέξουν. Το ντεμπούτο του δεν άργησε να έρθει. Ήταν 29 Ιανουαρίου του 1998, όταν σε ηλικία μόλις 18 χρονών ο Στίβι εμφανίζεται για πρώτη φορά με τη φανέλα της αγαπήμενης του Λίβερπουλ σ’ έναν αγώνα εναντίον της Μπλάκμπερν. Μπήκε στο 90ο λεπτό, λίγα δευτερόλεπτα όμως που έφταναν να χρυσώσουν όσα έιχε περάσει μέχρι εκείνη τη στιγμή. Και κάπως έτσι ξεκίνησε ένα παραμύθι βγαλμένο απο άλλες εποχές, για έναν άνθρωπο απο άλλη εποχή. Εκείνη τη μέρα ξεκίνησε το ταξίδι του Τζέραρντ για μια Ιθάκη που είχε βρει πριν καν γεννηθεί. Όπως είχε δηλώσει ο ίδιος, το να παίξει ένα ματς με τη Λίβερπουλ ήταν ένα όνειρο που έγινε πραγματικότητα, ό,τι ακολούθησε ήταν απλά ένα μπόνους.
Ένα μπόνους που περιελάμβανε 17 σεζόν με 504 εμφανίσεις στην Πρέμιερ Λιγκ με 120 γκολ κι άλλα 128 παιχνίδια σε ευρωπαϊκές διοργανώσεις με ακόμα 41 γκολ. Συνολικά πραγματοποίησε το όνειρο του 708 φορές, τορπίλισε με το ανίκητο δεξί του τα αντίπαλα δίχτυα 186 φορές και έκανε ακόμα καλύτερους τους συμπαίχτες του με συνολικά 100 ασίστ.
Πέρα απο αυτά τα αξιοζήλευτα στατιστικά, η πορεία του Στίβι ήταν γεμάτη (εκτός από γκολ και ασίστ) και με αρκετά τρόπαια. Πήρε ένα Champions League το 2005 σαν αρχηγός κιόλας της Λίβερπουλ, ένα κύπελλο Uefa το 2000, δύο κύπελλα Αγγλίας, τρία Λιγκ Καπ αλλά και δύο Ευρωπαικά Σούπερ Καπ. Πέρα απο τις κούπες πήρε και πολλά ατομικά βραβεία που είναι σίγουρο πως θα προτιμούσε να τα μοιραστεί με την ομάδα ή να τα άλλαζε με μία Πρέμιερ Λιγκ…. Ανακηρύχθηκε τρίτος καλύτερος παίχτης στον κόσμο το 2005, UEFA Player of the year την ίδια χρονιά, παίχτης της χρονιάς στην Αγγλία το 2009, καλύτερος νέος παίχτης στο νησί το 2001, οκτώ φορές στην καλύτερη ενδεκάδα της χρονιάς στην Αγγλία, αλλά και τρεις φορές στην καλύτερη ενδεκάδα της Uefa.
Ο Στίβεν όμως δεν λατρεύτηκε μόνο για την παντοτινή του αφοσίωση στην ομάδα της καρδιάς του. Υπήρξε ένας εμβληματικός ποδοσφαιριστής, με παρουσία κυριαρχική, να δεσπόζει στο κέντρο και όχι μόνο. Ήταν το αγαπημένο παιδί του προπονητή καθώς μπορούσε να καλύψει πολλές θέσεις με την ίδια ευκολία και επιτυχία. Ξεκίνησε ως δεξί εξτρέμ εκμεταλλευόμενος την γρηγοράδα του, αγωνίστηκε σαν δεκάρι, δεύτερος φορ -πίσω απο τον επιθετικό, αμυντικό χαφ αλλά και δεξί μπακ στον αλησμόνητο τελικό με την Μίλαν στην παρατάση για να αντέξει την πίεση. Όμως η θέση που τον ανέδειξε ήταν στον κέντρο. Ένας απο τους καλύτερους και πιο σύγχρονους box to box παίχτες που πέρασαν ποτέ. Θα μπορούσαμε να πούμε, ο πιο πλήρης της γενιάς του. Μπορούσε με την ίδια ευκολία να τρέξει, να μαρκάρει, να κόψει, να πασάρει, να σεντράρει με ακρίβεια, να σκοράρει είτε με το άπιαστο δεξί του πόδι είτε με το κεφάλι.
Ο Στίβι έχει καταφέρει κάτι μοναδικό. Είναι ο μόνος ποδοσφαιριστής που έχει αγωνιστεί, σκοράρει και νικήσει σε όλους τους τελικούς που έδωσε η ομάδα του. Η αρχή έγινε στο συναρπαστικό τελικό Uefa με την Αλαβές το 2001 (5-4), ακολούθησε ο τελικός Λίγκ Καπ με την αιώνια αντίπαλο Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ το 2003, ο μεγάλος τελικός του Τσάμπιονς Λίγκ με τη Μίλαν το 2005 και τέλος ο τελικός του Κυπέλλου Αγγλίας με τη Γούεστ Χαμ το 2006. Όλα γκόλ σε κανονική ροή αγώνα, όχι στημένη φάση, όχι πέναλτι…
Ο πρώην προπονητής του Μπρένταν Ρότζερς τον χαρακτήρισε ως έναν σούπερ ήρωα που όταν έμπαινε στο γήπεδο, φορούσε τη μαγική του μπέρτα και άλλαζε τα πάντα. Δεν νομίζω ότι θα μπορούσαμε να βρούμε καλύτερη περιγραφή για τον ήρωα του παραμυθιού της Λίβερπουλ. Ήταν ένας ήρωας που πετούσε στα 90 λέπτα για να σώσει όχι μόνο την ομάδα αλλά και μια ολόκληρη πόλη. Πάντα θυσιάζε το εγώ του για τα θέλω και πρέπει του κλάμπ. Πάντα θα τον έβλεπες να ματώνει κυριολεκτικά και μεταφορικά τη φανέλα που τόσο αγαπούσε. Ήταν ο ηγέτης, ένας αρχηγός με τεράστια επιρροή στη ψυχοσύνθεση της ομάδας… Και ως τέτοιος μπήκε σε δεκάδες μάτς… Και νίκησε τη λογική… Όπως το 2006 που σούταρε ”απο το σπίτι του ” στον τελικό με τη Γούεστ Χαμ ισοφαρίζοντας το ματς στην τελευταία φάση, στέλνοντάς το στα πέναλτι και στην κατάκτηση του τροπαίου… Όπως το 2005 στο ματς με τον Ολυμπιακό στους ομίλους του Τσάμπιονς Λιγκ, όταν όλη η ομάδα στο τέλος έψαχνε να στηριχθεί στο ανίκητο δεξί του αρχηγού και αυτός δεν την απογοήτευσε και πάλι. Σκόραρετο περίφημο ”what a hit son, what a h i t ” βάζοντας ένα μεγάλο λιθαράκι στο δρόμο για την Κωσταντίπουλη και τον τελικό με τη Μίλαν… Έναν τελικό που ξεκίνησε σαν εφιάλτης με το σκορ στο ημίχρονο να γράφει 3-0. Η ατέλειωτη φωνή, τα λαρύγγια των χιλιάδων οπαδών των κόκκινων που βρέθηκαν στην Τουρκία, έκαναν τον αρχηγό να ξαναβάλει την μπέρτα του βγαίνοντας απο τα αποδυτήρια, να πάρει τους συμπαίχτες απο το χέρι, να βάλει το πρώτο γκολ και να κερδίσει το πέναλτι για το τρίτο της πιο επικής ανατροπής που έχουμε συναντήσει ποτέ σε τελικό Τσάμπιονς Λιγκ..
Και όμως δεν πήρε ποτέ του ένα πρώταθλημα Πρέμιερ Λιγκ… Το μεγάλο κατηγορώ των κομπλεξικών του αντιπάλων, για να τον εντάξουν ως έναν κορυφαίο της ιστορίας. Σε αυτούς που προσπαθούν να στατιστικοποίησουν το ποδοσφαίρο με φιλελέ λογική και να μετράνε αξίες ανάλογα με τους τίτλους του καθενός. Με την ίδια λογική που ο Πάντος και ο Ανατολάκης είναι καλύτεροι του Καραγκούνη και του Λυμπερόπουλου και ο Ρόμπερτ Χόρυ καλύτερος του Λεμπρόν Τζέιμς (του συνοπαδού του Στίβι).
Ο Τζέραρντ έφτασε δύο φορές στην καριέρα του πολύ κοντά να λυτρώσει τη Λίβερπουλ από τα 28 χρόνια πια χώρις πρωτάθλημα Αγγλίας. Το 2009 που ήταν η καλύτερη φουρνιά ποδοσφαιριστών που συμπορεύτηκαν με τον Στίβι, με τους Φερνάντο Τόρες, Μασεράνο, Τσάμπι Αλόνσο, να αποτελούν την καλύτερη επίθεση και άμυνα του πρωταθλήματος αλλά να χάνουν την πρωτιά απο τη Γιουνάιτεντ με 2 βαθμούς. Και η επόμενη και πιο δραματική και πρόσφατη το 2014, όταν η παρέα του Στίβι και του Λουίς Σουάρεζ έπαιξε ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο αλλά το έχασε και πάλι με 2 βαθμούς διαφορά από την άλλη ομάδα του Μάντσεστερ. Πολλοί χρέωσαν αυτήν την απώλεια στον αρχηγό εξαιτίας ενός γλιστρήματός του στον αγώνα με την Τσέλσι, που έμελλε να είναι καθοριστικό για την έκβαση του ματς. Η Λίβερπουλ χάνει τελικά μαζί με τον αγώνα και το πρωτάθλημα με τραγική φιγούρα και μοιραίο παίκτη τον ίδιο τον αρχηγό. Αυτός ξεσπάει σε κλάματα. Περιγράφει ότι καθώς γυρνούσε μετά τον αγώνα δεν σταμάτησε να κλαίει… Ακόμα και τα πιο όμορφα παραμύθια όμως καμιά φορά έχουν πικρή γεύση στο τέλος.
Ο Τζέραρντ όμως δεν έχασε το πρωτάθλημα απο ένα γλίστρημα αλλά απο την αιώνια αγάπη του και αφοσίωση του για το liverbird. Ο ίδιος επέλεξε να μην αφήσει ποτέ την Λίβερπουλ, την Ιθάκη του, ενώ θα μπορούσε πολλές φορές να πάει σε καλύτερες αγωνιστικά ομάδες όπως η Τσέλσι, η Ρεάλ , η Μπαρτσελόνα, η Μαντσεστερ Γιουνάιτεντ. Όμως η φυγή δεν ήταν ποτέ μια επιλογή. Ο Στίβι μπορεί να έχασε μερικούς τίτλους αλλά κατάφερε να μείνει χαραγμένος για πάντα στις καρδιές όχι μόνο των οπαδών της ομάδας άλλα όλων των ποδοσφαιρόφιλων ως ο άνθρωπος-Λίβερπουλ… Έγινε ένας θρύλος, πέρασε στο πάνθεον. Έγινε ο άνθρωπος που κάθε παιδί ονειρεύεται να γίνει, να παιξει στην ομάδα της πόλης του, την ομάδα που λατρεύει απο μικρό παιδί, να γίνει ο ένας και μοναδικός αρχηγός της, να σκοράρει σε κάθε τελικό, να γίνει σύνθημα σε εκατομμύρια χείλη.
Θα κλείσουμε λίγο μελαγχολικά αλλά άκρως περιγραφικά για την αγάπη και το δέσιμο το Στίβι με την ομάδα. Κάποια στιγμή ο ίδιος είχε δηλώσει ”Όταν πεθάνω μην με πάτε στο νοσοκομείο, να με πάτε στο Ανφιλντ. Εκεί γεννήθηκα και εκεί θέλω να πεθάνω”
Λίγο μακάβρια… Χρόνια πολλά αρχηγέ…