Και στο τέλος κερδίζουν τα… λεφτά
H UEFA αποφάσισε πως “δε θέλουμε θλιμμένους στη γιορτή μας”. Κι αν έχουμε ούτως ή άλλως, για εντελώς αντικειμενικούς και εξωαγωνιστικούς λόγους θλιμμένους λαούς και κοινωνίες, μπορούμε να βαφτίσουμε γιορτή την κηδεία τους
Μετά το εκκωφαντικό και μεθυστικό 7-1 της Γερμανίας στο Μουντιάλ της Βραζιλίας επί των διοργανωτών, ακολούθησε ένα “συμβατικό και γήινο” 1-0 στην παράταση επί της Αργεντινής στον τελικό, όπου ο νικητής θα μπορούσε να είναι ο αντίπαλος αν είχε σκοράρει πρώτος. Η φετινή πορεία της Μπάγιερν προς την κορυφή της Ευρώπης ήταν μια μικρογραφία του θριάμβου των Πάντσερ, όπου η βασική δυσκολία για τους Βαυαρούς ήταν να διαχειριστούν το χανγκόβερ από το 8-2 επί της Μπάρτσα και να αντέξουν το βάρος του φαβορί και της ανίκητης αρμάδας. Το έκαναν, επικράτησαν πανάξια και επιβεβαίωσαν ότι η γερμανική σχολή είναι η πιο αποτελεσματική στον κόσμο, είτε μιλάμε για κυνισμό και συντριβή του αντιπάλου, είτε για κλειστές αναμετρήσεις, που κρίνονται στο γκολ, με επαγγελματικές νίκες.
Η Παρί ξόδεψε ένα κάρο λεφτά (πετροδόλαρα τα λένε υποτιμητικά λες κι είναι οι άλλες μέθοδοι ξεπλύματος μαύρου χρήματος είναι προτιμότερες) για να πάρει τους καλύτερους και τώρα μπορεί να χτυπήσει τον Μέσι στα 33 του – σαν τα χρόνια του Ιησού, μετά τη σταύρωση από την Μπάγιερν. Αλλά το νικητήριο γκολ του τελικού το πέτυχε ο Γάλλος Κομάν, που βγήκε απ’τις ακαδημίες της Παρί αλλά χτες έπαιζε για τους Βαυαρούς.
“Θρίαμβος της ποδοσφαιρικής λογικής” είπαν μερικοί κι αγαλίασαν, γιατί τα λεφτά δε φέρνουν την ευτυχία, αν κι είναι ζήτημα κατά πόσο νίκησε έστω η κοινή λογική, από τη στιγμή που ο τελικός έγινε κεκλεισμένων των θυρών, αλλά στη Γαλλία μαζεύτηκαν οι οπαδοί της Παρί όλοι μαζί σε μια κερκίδα του γηπέδου της, για να δουν τον τελικό, και μετά βγήκαν στους δρόμους της Μασσαλίας οι οπαδοί της Μαρσέιγ, για να πανηγυρίσουν την ήττα της μισητής πρωτευουσιάνας.
H UEFA αποφάσισε πως “δε θέλουμε θλιμμένους στη γιορτή μας”. Κι αν έχουμε ούτως ή άλλως, για εντελώς αντικειμενικούς και εξωαγωνιστικούς λόγους θλιμμένους λαούς και κοινωνίες, μπορούμε να βαφτίσουμε γιορτή την κηδεία τους, να βάλουμε πχ τη Σταχτοπούτα – και διόλου ατάλαντη – Αταλάντα από το πολύπαθο Μπέργκαμο να βάλει τα γιορτινά της – αντί για μαύρες, πένθιμες στολές – και να πάρει μέρος στην τελική φάση του σόου. Τα πάντα για να περιοριστούν οι ζημιές, τα διαφυγόντα κέρδη και οι προβλεπόμενες απώλειες. Κι αυτό το βάφτισαν “για το καλό μας” και αυτό μας το πρόσφεραν στο πιάτο ως “δωράκι” για το κοινό, που θέλει άρτο και θεάματα, ακόμα κι αν τρώει τις σάρκες του. Αν το στημένο σόου του επαγγελματικού ποδοσφαίρου μοιάζει μια φορά ψεύτικο και κενό περιεχομένου, αυτή τη φορά αναβαθμίστηκε σε παρωδία, με τις κενές κερκίδες και τα ηχογραφημένα συνθήματα σε ρόλο υποκατάστατου. Αν το ποδόσφαιρο είναι το μπαλέτο της εργατικής τάξης, και οι κεκλεισμένων των θυρών αγώνες σαν χορευτικές παραστάσεις χωρίς μουσική, η τελική φάση της Λισαβόνας ήταν σαν το θάνατο του ποδοσφαίρου και κηδεία χωρίς τεθλιμμένους συγγενείς – γιατί δε θέλουμε τέτοιους στη γιορτή μας. Τα παρεπόμενα αυτής της παράνοιας αποτυπώνονται και στο μεγάλο πρωταγωνιστή της πρωταθλήτριας, τον Ρόμπερτ Λεβαντόφσκι, που υπό κ.σ. θα σάρωνε τα βραβεία, θα έπαιρνε τη Χρυσή Μπάλα και θα είχε μια καλή ευκαιρία να σπάσει το ρεκόρ γκολ τερμάτων του Ρονάλντο σε μια χρονιά, αλλά έμεινε βασιλιάς (της χρονιάς) χωρίς στέμμα και χρυσώνει το χάπι με την ομαδική επιτυχία που του είχε στερήσει το ’13 η τωρινή του ομάδα στον τελικό με την Ντόρτμουντ.
Κάποτε έλεγαν πως η ζωή συνεχίζεται τώρα λένε show must go on, ακόμα κι όταν χάνονται χιλιάδες ζωές. Το σόου φέρνει κέρδη και γι’ αυτό είναι υπεράνω κάθε ανθρώπινης ζωής, με σαφή και αδιαμφισβήτητη ανωτερότητα γι’ αυτό τον κόσμο, σαν αυτήν της Μπάγιερν στο χορτάρι – εν τόπω χλοερώ που λένε, για τη σημειολογία.