Μανού Τζινόμπιλι – Το τελευταίο ταγκό του μπασκετικού Μέσι
Μικρή ωδή στο Μανού Τζινόμπιλι, τον Αργεντίνο θρύλο, που ανακοίνωσε την απόσυρσή του από την ενεργό δράση στα 41 του χρόνια.
Μια χαρακτηριστική δήλωση του Τζινόμπιλι μετά από μια ήττα της Αργεντινής ήταν πως αυτός και οι συμπαίκτες του έβγαζαν πάθος, έσπρωχναν μες στον αγώνα, έπαιζαν με τσαμπουκά, προσπαθούσαν… αλλά οι αντίπαλοί τους ήταν απλώς καλύτεροι, γιατί αυτό έχει σημασία για να νικήσεις.
Κι αυτή η φράση συμπυκνώνει όλη τη δική του καριέρα, από την ανάποδη. Γιατί ο Μανού δεν είχε ποτέ τα μεγάλα σωματικά προσόντα που θα τον έκαναν να ξεχωρίζει -για την ακρίβεια υστερούσε συγκριτικά με τους πιο πολλούς αντιπάλους του στο ΝΒΑ- είχε όμως ψυχικά αποθέματα και απαράμιλλη μπασκετική ποιότητα, για να βγαίνει πάντα στον αφρό και την αφρόκρεμα του ΝΒΑ.
Γεννήθηκε στις 28 Ιουλίου του 1977 στο Μπουένος Άιρες κι έπεσε κάτω από τη μηλιά της μπασκετικής του οικογένειας, σε μια χώρα όπου όλοι μιλάνε για το ποδόσφαιρο -για την ακρίβεια παραμιλάνε για αυτό. Στα ισπανικά το επίθετό του θα προφερόταν Χινόμπιλι, που θα έδινε υλικό για συνειρμούς με το πωρωτικό μπάσκετ που παίζει. Είχε όμως ιταλικές ρίζες, όπως ο Μέσι, -εξ ου και Τζινόμπιλι- που τις αξιοποίησε για να έρθει στην Ευρώπη και τη γειτονική Ιταλία, αρχικά για λογαριασμό της Ρέτζιο Καλάμπρια, που την ανέβασε κατηγορία σχεδόν μόνος του, και στη συνέχεια για τη Βίρτους (Κίντερ) Μπολόνια, με την οποία μεγαλούργησε και πήρε τίτλους. Γιόρτασε το τρεμπλ και την κατάκτηση της Ευρωλίγκα, τη σεζόν της διάσπασης του ευρωπαϊκού μπάσκετ, ενώ την αμέσως επόμενη σεζόν ήταν στέλεχος της υπερομάδας που ήταν διοργανώτρια στο Φάιναλ Φορ της Μπολόνια, έπεσε όμως πάνω στον Παναθηναϊκό του Ομπράντοβιτς -ίσως το μεγαλύτερο κατόρθωμα των πρασίνων στην Ευρώπη.
Στα 25 η Ευρώπη δεν τον χωρούσε πια κι έκανε το άλμα στο ΝΒΑ, όπου είχε επιλεχθεί μόλις στο Νο 57 των ντραφτ, είχε όμως την τύχη να πέσει στους Σπερς του Πόποβιτς, με το -κάτι σαν- ευρωπαϊκό μπάσκετ που έπαιζαν και ήταν σίγουρα πιο εγκεφαλικό από το στιλ όλων των άλλων ομάδων στο ΝΒΑ. Χρειαζόταν όμως τα κατάλληλα εργαλεία, για να λειτουργήσει στην πράξη, και ο Τζινόμπιλι ήταν ο πλέον κατάλληλος άνθρωπος στο σωστό σημείο, για να ξεδιπλώσει τη μαγεία του.
Ο Μανού πήρε τον τίτλο στην πρώτη κιόλας χρονιά του στην ομάδα και άλλα τρία πρωταθλήματα στη συνέχεια, με μια σπουδαία ομάδα που κυριάρχησε τα προηγούμενα χρόνια, χωρίς ποτέ να κατακτήσει συνεχόμενους τίτλους. Η αιχμή του δόρατος ήταν η μαγική τριάδα που έφτιαχνε ο Αργεντίνος μαζί με τον Πάρκερ και τον Τιμ Ντάνκαν. Μες στο γήπεδο έκανε πράγματα και θαύματα, που δύσκολα χωράνε σε ένα γραπτό σημείωμα ή μια απλή παράθεση στατιστικών στοιχείων. Μεταξύ άλλων κατάφερε να ρίξει νοκ-άουτ και μια νυχτερίδα, που εισέβαλε στο παρκέ την ώρα του αγώνα.
Τα τελευταία χρόνια ξεκινούσε από τον πάγκο για να κερδίσει ανάσες, βασικός είναι όμως αυτός που τελειώνει τους αγώνες μες στο παρκέ, και όχι απαραίτητα αυτός που είναι στην τελική πεντάδα. Έτσι ο Τζινόμπιλι έγινε ένας από τους μετρημένους στα δάχτυλα των χεριών παίκτες που έχουν συμπληρώσει 16 σεζόν σε μία ομάδα, μολονότι πήγε στο ΝΒΑ σχετικά αργά, έχοντας κλείσει τα 25.
Το πλήρωμα του χρόνου έφτασε όμως και για τη δυναστεία των Σπερς. Η αρχή του τέλους ήρθε με την απόσυρση του Τιμ Ντάνκαν, ενώ φέτος ήταν το καλοκαίρι των μεγάλων αποχωρήσεων. Ο Πάρκερ έφυγε για άλλες πολιτείες, ο Καουάι Λέοναρντ ήταν ανένδοτος κι ήθελε να αλλάξει περιβάλλον, κι η χτεσινή ανακοίνωση του Τζινόμπιλι ήρθε να σφραγίσει ένα πραγματικό τέλος εποχής, καθώς πλέον ο μόνος συνδετικός κρίκος με το ένδοξο πρόσφατο παρελθόν είναι ο Γκρεγκ Πόποβιτς, που καλείται να χτίσει μια νέα μεγάλη ομάδα από την αρχή -περίπου όπως ο Φέργκιουσον στο ποδόσφαιρο.
Ωστόσο, το μεγαλύτερο κεφάλαιο στην μπασκετική καριέρα του Τζινόμπιλι, πρώτη αγάπη και παντοτινή, ήταν η Εθνική Αργεντινής. Μια ομάδα που έμοιαζε βαλσαμωμένη, ακίνητη (και ανίκητη) στο χρόνο, πάντα με τους ίδιους πρωταγωνιστές, την ίδια σχεδόν πεντάδα, κι ελάχιστες αλλαγές στους δευτερεύοντες ρόλους που έκλειναν απλώς την αποστολή. Πριτζιόνι, Τζινόμπιλι, Ντελφίνο, Χέρμαν, Νοσιόνι, Σκόλα, ο Ομπέρτο παλιότερα, ο Καμπάτσο πιο πρόσφατα…
Η Αργεντινή έγινε η πρώτη ομάδα που έριξε στο καναβάτσο τους επαγγελματίες παίκτες του ΝΒΑ, και μάλιστα μες στο σπίτι τους, στο Μουντομπάσκετ της Ιντιανάπολης, και σχετικά εύκολα. Έφτασε λίγα δευτερόλεπτα και έναν Πιτσίλκα μακριά από το χρυσό απέναντι στους Γιουγκοσλάβους στον τελικό, για να πάρει τελικά αυτό που της άξιζε στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας, όπου νίκησε ξανά τους Αμερικανούς, αλλά και τη δική μας Εθνική στα προημιτελικά.
Η καριέρα του Τζινόμπιλι στην Εθνική έκλεισε το 16′ στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ρίο, στην… τρυφερή ηλικία των 39 χρόνων, με τις ΗΠΑ να νικάνε με 20 πόντους, αλλά το δικό του κοινό να τραγουδά, να τον αποθεώνει, να στήνει έναν ανεπανάληπτο χορό στις κερκίδες για χάρη του, και τον Καρμέλο Άντονι να κάθεται στον πάγκο και να χαζεύει το θέαμα… Ο ίδιος έφυγε από το γήπεδο δακρυσμένος και το κλασικό κλισέ “μην κλαις για μένα Αργεντινή” δεν είχε θέση σε μια τέτοια βραδιά. Κι όπως είχε πει στους συμπαίκτες του: προτιμώ να χάνω μαζί σας, παρά να νικάω με οποιουσδήποτε άλλους.
Αυτό ήταν το καλύτερο αντίο, ένας αποχαιρετισμός στα όπλα, που ήρθε στο πεδίο της μάχης. Κι αρκεί για να καλύψει και το φετινό αθόρυβο αντίο του, λίγες βδομάδες πριν την έναρξη της νέας περιόδου, που δε θα τον βρει στα γήπεδα. Και δεν είναι πως ήρθε πρόωρα το τέλος, παρόλα αυτά κανείς δεν ήθελε να φτάσει αυτή η ώρα…