Μάτζικ Τζόνσον – Ο μάγος που νίκησε το AIDS και το τείχος της προκατάληψης
Ο Μάτζικ Τζόνσον έγινε συνώνυμο της μαγείας στο μπάσκετ, αλλά η πιο σπουδαία στιγμή του ήταν όταν τσαλακώθηκε το προφίλ του από τον ιό του AIDS και παρόλα αυτά κατάφερε να μείνει όρθιος, εντός κι εκτός γηπέδων.
Ο Έρβιν Τζόνσον ξεκίνησε να παίζει μπάσκετ χωρίς να φαντάζεται ίσως ότι θα γινόταν συνώνυμο της μαγείας, που του έδωσε το προσωνύμιο Magic, της λάμψης και του Show-Time των Λέικερς, οδηγώντας το ΝΒΑ συνολικά σε ένα άλλο επίπεδο. Αλλά η πιο σημαντική στιγμή της ζωής του ήταν ίσως όταν κινδύνευσε η φήμη του και βασικά η ζωή του, παρόλα αυτά στάθηκε όρθιος απέναντι στον ιό του AIDS αλλά και τη γενική προκατάληψη που συνάντησε στο χώρο του.
Γεννήθηκε σαν σήμερα, το 1959, στην Πολιτεία του Μίτσιγκαν, έμελλε όμως να γράψει ιστορία στις δυτικές ακτές των ΗΠΑ με τους λιμνάνθρωπους. Το ταλέντο του Έρβιν Μάτζικ Τζόνσον ξεχώρισε από τα σχολικά του χρόνια, με αποκορύφωμα την τελευταία χρονιά του στο κολεγιακό πρωτάθλημα και τον τελικό του δικού του Μίτσιγκαν κόντρα στην Ιντιάνα του Λάρι Μπερντ, στο ξεκίνημα μιας μονομαχίας -αλλά και δυνατής φιλίας- που έφτασε τη δημοφιλία του αθλήματος στο διάστημα.
Ο Τζόνσον βγήκε νικητής από αυτήν την πρώτη τους αναμέτρηση και πήγε την επόμενη χρονιά στο Λος Άντζελες, όπου συνάντησε το ζωντανό θρύλο Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ και βγήκε καλύτερος πρωτοεμφανιζόμενος παίκτης αλλά και MVP των τελικών στη ρούκι χρονιά του στην πορεία προς τον τίτλο, επίτευγμα που παραμένει μοναδικό μέχρι σήμερα.
Στη σειρά των τελικών χρειάστηκε μάλιστα να καλύψει το κενό του Τζαμπάρ, παίζοντας ακόμα και σέντερ! Ήταν ένας ολοκληρωμένος παίκτης, ένα πλέι-μέικερ σε κορμί ψηλού, με ύψος 2.06, τρομερή ταχύτητα κι εκρηκτικότητα, που έκανε μερικά χρόνια αργότερα τον Πατ Ράιλι να ορίσει ως εξής την ιδανική πεντάδα:
Στη θέση 1 ο Μάτζικ Τζόνσον
Στη θέση 2 ο Μάτζικ Τζόνσον
Στη θέση 3 ο Μάτζικ Τζόνσον
Στη θέση 4 ο Μάτζικ Τζόνσον
Στη θέση 5 ο Μάτζικ Τζόνσον
Οι μάχες των Λέικερς με τους Σέλτικς στα μέσα της δεκαετίας του 80′ και το συνηθισμένο ραντεβού τους στους τελικούς ήταν ίσως η μεγαλύτερη αντιπαλότητα που γέννησε ποτέ το ΝΒΑ -παρά την αμοιβαία εκτίμηση που είχε με τον Μπερντ- και ό,τι πιο θεαματικό είχε δει ως τότε ο κόσμος του μπάσκετ, εκτοξεύοντας την εμπορικότητά του σε άλλη διάσταση.
Ο Μάτζικ ήταν ο ακρογωνιαίος λίθος στο γρήγορο θεαματικό μπάσκετ που έπαιζαν οι Λέικερς, αιχμή του δόρατος στον αιφνιδιασμό, πασάροντας με κάθε πιθανό τρόπο.
Έχει ακόμα και σήμερα τον καλύτερο μέσο όρο καριέρας σε ασίστ (πάνω από 11 ανά παιχνίδι) μολονότι τον πέρασαν ο Στόκτον κι ο Τζέισον Κιντ σε απόλυτους αριθμούς. Πήρε πέντε δαχτυλίδια πρωταθλητή με τους Λέικερς και έπαιξε σε άλλες τέσσερις σειρές τελικών, χτίζοντας πιθανότατα τη μεγαλύτερη δυναστεία της μπασκετικά τρομερής εποχής του.
Οι τελικοί του 91′ απέναντι στους Μπουλς του Τζόρνταν, όπου οι Λέικερς πήραν μόνο το πρώτο παιχνίδι, ήταν κάτι σαν παράδοση σκήπτρων και σκυτάλης στο επόμενο αφεντικό του ΝΒΑ. Κανείς όμως δεν μπορούσε να φανταστεί πως αυτή θα ήταν ουσιαστικά η τελευταία γεμάτη χρονιά του Μάτζικ.
Στις 7 Νοεμβρίου του ίδιου έτους, ο Μάτζικ Τζόνσον διοργάνωσε μια συνέντευξη τύπου με τη σύζυγό του, τους συμπαίκτες του, τον κομισάριο του ΝΒΑ και όλους τους επίσημους, για να ανακοινώσει πως σταματούσε το μπάσκετ μόλις στα 32 του, γιατί ήταν φορέας του AIDS. Το σοκ ήταν φοβερό για τη διεθνή κοινή γνώμη που έβλεπε το είδωλό της να γίνεται ευάλωτο και να τσαλακώνεται, ενώ κάποιοι του έδιναν λίγους μήνες ζωής και κάποιοι άλλοι άφηναν υπονοούμενα για τις σεξουαλικές του προτιμήσεις, αφού ο ιός θέριζε πολλούς διάσημους -και μη- ομοφυλόφιλους.
Το χειρότερο χτύπημα όμως ήρθε από ορισμένους δικούς του συμπαίκτες κι αντιπάλους, όπως ο Καρλ Μαλόουν, που θεωρούσαν λανθασμένα ότι η νόσος μπορεί να μεταδοθεί με τον ιδρώτα και δεν ήθελαν να αγωνιστούν αντίπαλοι ή και στην ίδια ομάδα με τον Μάτζικ Τζόνσον, όντας αρνητικοί στην επιστροφή του στα γήπεδα.
Ο Μάτζικ έπαιξε στο All Star Game του 92′, συγκεντρώνοντας τη συντριπτική πλειοψηφία των ψήφων του κοινού και την αγάπη του, παίρνοντας μάλιστα και το βραβείο του MVP, κι έκλεισε τη χρονιά στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Βαρκελώνης με το χρυσό μετάλλιο ως στέλεχος της πρώτης και μοναδικής αυθεντικής Dream Team. Όταν όμως θέλησε να επιστρέψει στα γήπεδα με τους Λέικερς, την αμέσως επόμενη σεζόν, συνάντησε ένα τείχος άγνοιας και προκατάληψης, κι αναγκάστηκε να αλλάξει απόφαση.
Τελικά επέστρεψε δύο φορές στην αγαπημένη του ομάδα: την πρώτη ως προπονητής, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία, και τη δεύτερη στα 37 του, για έναν αποχαιρετισμό στο δικό του κοινό. Έπαιξε 32 αγώνες με τη θρυλική χρυσογάλανη φανέλα και παρά την ηλικία του και την τετραετή αποχή του από τα γήπεδα είχε καλούς μέσους όρους, διατηρώντας κάτι από τη μαγεία και τη λάμψη του. Αργότερα έκανε και ένα σύντομο πέρασμα από τη Σουηδία, και το κέφι του σε μια τοπική, σχεδόν ερασιτεχνική ομάδα.
Ο Μάτζικ κατάφερε να νικήσει τον ιό, συμμετείχε σε διάφορες δράσεις για τον ασφαλή έρωτα με προφυλάξεις και την ευαισθητοποίηση του κοινού και έλεγε πως όλοι πιστεύουν πως δεν πρόκειται να συμβεί σε αυτούς “αλλά αφού συνέβη στο Μάτζικ, τότε μπορεί να συμβεί σε όλους…”
Σήμερα λέει πως αν είχε τη στερνή του γνώση για την ασθένεια, δε θα είχε αποσυρθεί ποτέ από την ενεργό δράση. Αυτό μπορεί να του στέρησε τελικά κάποιες διακρίσεις και τίτλους, στην πράξη όμως μεγάλωσε ακόμα περισσότερο το μύθο του, εκτός γηπέδων…