Νίκος Τσιαντάκης – Σε αυτήν τη χαίτη δε χωράνε οπαδικά…
Και τώρα ένας παίκτης που όλους μας ενώνει…
Αν η φυλή των “χαιταίων” του ’80 είχε αρχηγό..
Αν η ποδοσφαιρική νοσταλγία είχε πρόσωπο ή επέλεγε έναν μόνο αντιπρόσωπο…
Αν ψάχναμε την πιο δημοφιλή χαίτη του ελληνικού ποδοσφαίρου…
Αν τα όνειρα έπαιρναν εκδίκηση.
Ο Νίκος Τσιαντάκης θα ήταν η απάντηση σε όλα αυτά τα ερωτήματα.
Γιατί αν το καλτ είναι η μάσκα που σκεπάζει τις ανομολόγητες αγάπες, ο Τσιαντάκης είναι μια από αυτές. Κι ίσως είναι κρίμα να θυμόμαστε ως καλτ και μόνο έναν από τους καλύτερους τεχνίτες ποδοσφαιριστές της Ελλάδας.
Γεννήθηκε στο νομό Τρικάλων αλλά ανδρώθηκε ποδοσφαιρικά στο Περιστέρι και τον Ατρόμητο, όπου έκανε τα πρώτα του επαγγελματικά βήματα. Με αυτή τη φανέλα έκανε ντεμπούτο στην Α’ Εθνική, μόλις στα 18 του, αλλά η ομάδα υποβιβάστηκε την ίδια χρονιά. Αυτός έμεινε στον Ατρόμητο -σήμερα δηλώνει οπαδός του,, αναδείχτηκε στις τάξεις του και μπήκε στο στόχαστρο των μεγάλων ομάδων. Αλλά ο ιστορικός Πανιώνιος τον έκλεψε μέσα από τα χέρια του τέως ΠΟΚ.
Παρέμεινε στη Νέα Σμύρνη δύο χρόνια, πριν καταλήξει στον Ολυμπιακό του Κοσκωτά, που εκείνη την εποχή αγόραζε όλα τα μεγάλα ταλέντα. Έπεσε όμως στα πέτρινα χρόνια της ομάδας, μεταξύ άλλων λόγω και των παρενεργειών από την υπόθεση Κοσκωτά, για να φύγει μια επταετία αργότερα, όταν οι ερυθρόλευκοι άρχισαν να αποκτούν διοικητική σταθερότητα και παρασκηνιακή δύναμη με πρόεδρο τον Κόκκαλη.
Μπορεί να μην πήρε πρωτάθλημα, να χρύσωσε το χάπι με δύο Κύπελλα Ελλάδας -το 90′ και το 92′-, κέρδισε όμως την αγάπη των οπαδών του Ολυμπιακού και την αναγνώριση όλου του φίλαθλου κόσμου, ανεξάρτητα από ομαδικές προτιμήσεις. Σήμα κατατεθέν του -πέρα από τη χαίτη και το χαρακτηριστικό μουστάκι του- ως παίκτης ήταν η τεχνική κατάρτιση, οι πλαγιοκοπήσεις-διεισδύσεις, οι σέντρες ακριβείας και τα εντυπωσιακά γκολ.
Το ίδιο καλοκαίρι που έφυγε από τον Πειραιά, ήρθε η καταξίωση με την Εθνική, και η συμμετοχή στο Μουντιάλ των ΗΠΑ, που κατέληξε όμως γρήγορα σε εφιάλτη, παρά τους πολύ καλούς παίκτες που διέθετε η ομάδα. Σε επίπεδο συλλόγων, ο Τσιαντάκης ανηφόρισε στη Θεσσαλονίκη για τον Άρη και έγραψε τον επίλογο της καριέρας του στον Ιωνικό και τον ΟΦΗ -ομάδες που ταίριαζαν με το δικό του επιθετικό στιλ.
Εξαφανίστηκε αθόρυβα από τα φώτα της δημοσιότητας, για να επανέλθει στιγμιαία στο προσκήνιο με έναν απρόσμενο τρόπο, όταν ολοκλήρωσε τις σπουδές που είχε ξεκινήσει νεότερος στη Γυμναστική Ακαδημία και πήρε το πτυχίο του στα 48, φορώντας τη σχετική στολή που επιτάσσει το πρωτόκολλο.
Ο χρόνος ήταν σχεδόν σα να μην είχε περάσει από πάνω του και οι φωτογραφίες προκάλεσαν μια σειρά σχόλια λατρείας, ανάμικτα με μια καλτ αίσθηση. Αν και -ας το επαναλάβουμε- είναι άδικο να θυμάται κανείς μόνο για αυτό το λόγο το Νίκο Τσιαντάκη, τη διασημότερη χαίτη του ελληνικού ποδοσφαίρου…