O captain my captain
“Προτιμώ να κατακτήσω ένα πρωτάθλημα εδώ, παρά δέκα συνεχόμενα κάπου αλλού” είχε πει κάποτε ο Τότι στους τιφόζι της Ρόμα. Και κάπως έτσι μπήκε στις καρδιές τους για πάντα, ως ο αιώνιος Capitano.
Πρώτα σταματάει την μπάλα ο Τότι, κι ύστερα πεθαίνει ο επίτιμος. Τα ύστερα του κόσμου…
Αν τα τσιμέντα του Ολίμπικο είχαν μάτια να δουν, θα δάκρυζαν. Αν είχαν στόμα να μιλήσουν, θα έλεγαν το “o captain, my captain” του Γουόλτ Γουίτμαν, για να αποχαιρετήσουν τον αιώνιο -σαν την αιώνια πόλη του- capitano της Ρόμα. Κι αν είχαν πόδια, μπορεί και να σηκώνονταν να πατήσουν στα θρανία τους, όπως στην κλασική σκηνή από τον “κύκλο των χαμένων ποιητών”.
Ή μάλλον των χαμένων τίτλων, που θα μπορούσε να έχει πάρει στα ντουζένια του ο Τότι, αν είχε φύγει με μεταγραφή σε κάποια μεγαλύτερη ομάδα. Αλλά δεν πήγαν χαμένοι στην πραγματικότητα, γιατί στη θέση τους κέρδισε κάτι μοναδικό κι αναντικατάστατο, που δεν εξαγοράζεται με καμία κούπα. Το προνόμιο να έχει παίξει από τα ποδοσφαιρικά του γεννοφάσκια σε μια μόνο ομάδα -που για κάποιους μοιάζει ουτοπικό, όπως το σύνθημα “σε μία μόνο χώρα…”- και να είναι ζωντανό είδωλο για τους οπαδούς της. Αξία ανεκτίμητη, που αποδίδεται και σε μια παλιότερη δήλωσή του.
Προτιμώ να κατακτήσω ένα πρωτάθλημα εδώ, παρά δέκα συνεχόμενα κάπου αλλού.
Μια ακατάλυτη ιστορία αγάπης, που τα έχει όλα. Πάθος, ένταση, διάρκεια (είκοσι χρόνια και βάλε). Μνηστήρες που την δοκιμάζουν κι επιχειρούν να την διαλύσουν. Όρκους αγάπης και παντοτινής πίστης. Ένα πρωτάθλημα, το 2001, να την επισφραγίζει με στέφανα (του θριαμβευτή). Ακόμα κι άλμπουμ από το γάμο, όπως τη selfie που είχε βγάλει ο Τότι με φόντο τους τιφόζι στη Curva Sud μετά από ένα ντέρμπι με τη Λάτσιο.
Είχε επίσης φόβο, γιατί όπως είπε ο Τότι στο αντίο του, στους τιφόζι της Ρόμα “είναι η πρώτη φορά που φοβάμαι, γιατί δεν ξέρω τι γίνεται μετά. Μη με αφήσετε τώρα, σας έχω πιο πολλή ανάγκη από ποτέ“. Ένα γκολ στο 90′, στον τελευταίο του αγώνα, ως happy end, που έδωσε στην ομάδα την απευθείας έξοδο στο Τσου-Λου. Είχε το γύρο του θριάμβου στο τέλος για τον τελευταίο Ρωμαίο αυτοκράτορα.
Και το Λουτσιάνο Σπαλέτι (που φεύγει κι αυτός τελικά από τη Ρόμα) στο ρόλο του κακού, που λέγεται πως έκοψε… “πρόωρα” -ούτε τα 40 του δεν έχει κλείσει- την μπάλα στον Τότι, γιατί δεν τον έβαζε να παίζει πολύ. Και όταν στην εξόδιο ακολουθία, μες σε κλίμα συγκίνησης και κατάνυξης, εστίασε πάνω του για λίγα δευτερόλεπτα η κάμερα κι η γιγαντοοθόνη του σταδίου, το κοινό ξέσπασε σε ουρανομήκεις αποδοκιμασίες για τον παρείσακτο, που δεν είχε θέση σε αυτήν τη γιορτή.
Όλα έμοιαζαν κινηματογραφικά, βγαλμένα από τη Cinecitta κι όχι από την πραγματική ζωή, όπου ο εκάστοτε Τότι θα είχε φύγει με μεταγραφή στο εξωτερικό κι οι επαγγελματίες ποδοσφαιριστές βάζουν την καριέρα τους πάνω από το συναίσθημα και βασικά μαθαίνουν να μην έχουν τέτοια.
Ο Τότι βγάζει τα κοντά παντελονάκια, για να γίνει άντρας στα σαράντα του, αποδίδοντας ανάγλυφα τη μελαγχολία της ενηλικίωσης που τερματίζει την παιδική ηλικία, και τη χαρά του παλιμπαιδισμού που προσφέρει απλόχερα στους ενήλικες το ποδόσφαιρο. Αλλά παρέδωσε το περιβραχιόνιο σε ένα παιδί από τις ακαδημίες της Ρόμα, σε μια τρομερή σημειολογία που δείχνει πως η σπορά μένει και θα δώσει νέους μαχητές να καλύψουν το κενό που αφήνει.
Τελικά οι συμπαίκτες του δε σηκώθηκαν όρθιοι στα θρανία τους, για να αποχαιρετήσουν τον αρχηγό, αλλά τον πήραν στα χέρια τους και τον πέταξαν ψηλά σε έναν τελευταίο, πανηγυρικό παλιμπαιδισμό.
Εις το επανιδείν…