Όταν ο Ριζοσπάστης “υποκλινόταν” στο Μίκα Χάκινεν
Ο ιπτάμενος Φινλανδός και η θρυλική προσπέραση με το Σουμάχερ, μέσα από την περιγραφή του “Ρίζου” της εποχής.
Ο Μίκα Χάκινεν κλείνει σήμερα μισό αιώνα ζωής και έχει μείνει στην ιστορία ως ένας από τους κορυφαίους πιλότους όλων των εποχών στη Φόρμουλα 1.
Γεννήθηκε στις 28 Σεπτέμβρη του 1968 στη Φινλανδία και ξεκίνησε να οδηγεί σε παιδικά πρωταθλήματα από 5 χρονών, ανακαλύπτοντας το ταλέντο και την κλίση του χάρη στον πατέρα του που εργαζόταν περιστασιακά και ως οδηγός ταξί. Ζούσε μάλιστα στον ίδιο δρόμο με το Μίκα Σάλο, με τον οποίο έγιναν φίλοι, είχαν το ίδιο χόμπι και μερικά χρόνια αργότερα βρέθηκαν μαζί στο χώρο της Φόρμουλα 1.
Ο Χάκινεν ανέβηκε γρήγορα τα σκαλιά και έκανε ντεμπούτο στη Φόρμουλα 1 με την ομάδα της Λότους, το 1991. Από εκεί μεταπήδησε στην ομάδα-θρύλο της Μακλάρεν, αρχικά ως δοκιμαστής και στη συνέχεια ως βασικός οδηγός. Είχε μέτρια αποτελέσματα για μια 4ετία περίπου και χρειάστηκε να περιμένει, για να σημειώσει την πρώτη νίκη της καριέρας του και να μας δώσει μια πρόγευση για όσα θα ακολουθούσαν.
Μπορεί να έκανε το ξεπέταγμα σε σχετικά μεγάλη ηλικία για οδηγός, πλησιάζοντας τα 30, πήρε φόρα όμως και κυριάρχησε τις δύο επόμενες σεζόν, έχοντας ένα μονοθέσιο που υπερείχε εμφατικά των άλλων. Πέτυχε οκτώ νίκες το 1998 κι άλλες πέντε το 1999, για να φτάσει τους δύο συνεχόμενους τίτλους του πρωταθλητή, βοηθώντας παράλληλα την ομάδα του να πάρει το Πρωτάθλημα των κατασκευαστών. Συνέβαλε σε αυτό και ο ομόσταυλός του, Ντέιβιντ Κούλθαρντ, με το Σκοτσέζο να γκρινιάζει συχνά για την προνομιακή μεταχείριση του Χάκινεν από την ομάδα τους, και να δημιουργεί μια μικρή αντιπαλότητα μεταξύ τους.
Ο μεγάλος του αντίπαλος όμως ήταν ο Μίκαελ Σουμάχερ, με τον οποίο είχαν βρεθεί αντιμέτωποι και στη Φόρμουλα 3, το 1990. σε έναν επεισοδιακό αγώνα στο Μακάο. Στην πραγματικότητα πάντως είχαν φιλικές σχέσεις, ενώ ο Σουμάχερ, ο πιο πετυχημένος -βάσει νικών και τίτλων- οδηγός στην ιστορία του αθλήματος, αναγνώριζε πως ο Χάκινεν ήταν ο πιο σοβαρός αντίπαλος που είχε να αντιμετωπίσει.
Το 2000 ο Γερμανός ανέκτησε τα σκήπτρα, αφήνοντας το Φινλανδό στη δεύτερη θέση της παγκόσμιας κατάταξης. Στην ιστορία όμως έμεινε η μεταξύ τους μονομαχία στην πίστα του Σπα και το τρομερό διπλό προσπέρασμα του Χάκινεν, μόλις τέσσερις γύρους πριν από το τέλος του αγώνα. Ο Μίκα εκμεταλλεύτηκε το εμπόδιο που συνάντησε ο προπορευόμενος Σουμάχερ με έναν πιο αργό οδηγό μπροστά του (Ζόντα) και όταν ο Γερμανός πήγε να του ρίξει γύρο, επιχείρησε με επιτυχία μια ονειρεμένη διπλή προσπέραση, που πέρασε στα καλύτερα στιγμιότυπα όλων των εποχών, αποδεικνύοντας πως ο Χάκινεν δεν είχε μόνο καλό μονοθέσιο αλλά και τρομερό τσαγανό.
Στο επόμενο φύλλο του Κυριακάτικου Ριζοσπάστη της εποχής, στο ένθετο με τη στήλη “Τροχοί”, συναντάμε μια εκθειαστική περιγραφή των γεγονότων.
Τραγωδία, με τον από μηχανής θεό να δίνει τη λύση, θύμισε το βελγικό γκραν πρι, το οποίο χάρισε στους φίλους των αγώνων μια προσπέραση από αυτές που παίρνουν περίοπτη θέση στην ιστορία της Φόρμουλα 1.
Ο Μίκα Χάκινεν ξεκινούσε από την πρώτη θέση σε μια εκκίνηση εν κινήσει, αφού λόγω βροχής το αυτοκίνητο ασφαλείας έμενε στην πίστα. Λίγο πίσω του ο Γιάρνο Τρούλι. Στον 6ο γύρο ο Μίκαελ Σουμάχερ ξεκινούσε την επίθεσή του. Σχεδόν ταυτόχρονα στέγνωσε και η πίστα. Ο πολύπειρος Ζαν Αλεζί, που άλλαξε πρώτος, με στεγνά τα λάστιχα βροχής βρέθηκε στην τέταρτη θέση. Ο Μίκαελ Σουμάχερ, εκμεταλλευόμενος την αδράνεια της ομάδας του Χάκινεν (Μακλάρεν), μείωσε τη διαφορά και όταν ο Φινλανδός έχασε τον έλεγχο του μονοθέσιου για λίγα δευτερόλεπτα, ο Σουμάχερ πήρε την πρωτοπορία.
Τα πράγματα όμως δεν ήταν διόλου εύκολα και για τον Γερμανό. Τα πίσω λάστιχα της Φεράρι υπερθερμάνθηκαν και η μέθοδος του Σουμάχερ να πατάει στα υγρά τμήματα για να τα κρυώνει ελάχιστα αποτελέσματα είχε. Η διαφορά Σουμάχερ – Χάκινεν είχε μειωθεί σε μια «ανάσα» 8 γύρους πριν το τέλος. Ο Γερμανός μάλιστα οδηγούσε κάνοντας ό,τι μπορούσε για να κόψει το δρόμο του Φινλανδού, κάτι που αργότερα προκάλεσε τη διαμαρτυρία του Ρον Ντένις, του υπεύθυνου για την ομάδα της Μακλάρεν.
Η αποφασιστικότητα του Σουμάχερ ήταν αυτή που θα έκανε πολλούς να στοιχηματίσουν ότι θα έπαιρνε τη νίκη. Τέσσερις γύρους πριν τον τερματισμό μπροστά από τον Γερμανό της Φεράρι βρέθηκε ο Ρικάρντο Ζόντα. Ο αργός οδηγός, που είχε «φάει» γύρο, εμφανίστηκε ως από μηχανής θεός στα μάτια του Χάκινεν.
Ο Σουμάχερ, όπως είπε έχοντας τις διαβεβαιώσεις των μηχανικών του ότι είναι ταχύτερος στην ευθεία, επέλεξε να προσπεράσει από αριστερά. Την ίδια στιγμή ο Χάκινεν ρισκάροντας πέρασε από δεξιά και φρενάροντας αργότερα βρέθηκε πρώτος εμπρός φυσικά και από τον Σουμάχερ. Η προσπέραση-«όνειρο» χάρισε στον Χάκινεν τη νίκη αλλά και πολλούς νέους φίλους, αφού ήταν μια κίνηση που γοήτευσε τους λάτρεις των αγώνων και απέδειξε ότι ο Φινλανδός έχει και ταπεραμέντο εκτός όλων των άλλων προσόντων του.
(…)
Στη συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε ο Χάκινεν χαρακτήρισε υπέροχο και διασκεδαστικό τον αγώνα, παραδέχτηκε ότι η προσπέραση ήταν ασυνήθιστη και κάρφωσε τον Σουμάχερ που δεν του άφηνε περιθώρια κλείνοντάς τον. Ο Σουμάχερ από την πλευρά του ομολόγησε ότι αιφνιδιάστηκε από τον εξαιρετικό ελιγμό, όπως είπε, του Χάκινεν και δήλωσε ότι αν και ο Φινλανδός έχει πλέον έξι βαθμούς διαφορά οι ελπίδες του είναι ζωντανές, αφού μένουν ακόμη τέσσερα γκραν πρι.\
Ο Χάκινεν τελικά έμεινε δεύτερος εκείνη τη χρονιά, πίσω από το μεγάλο αντίπαλό του, και το 01′ ανακοίνωσε μια προσωρινή αποχώρηση εν είδει αγρανάπαυσης, που τελικά αποδείχτηκε μόνιμη. Συνέχισε για λίγα χρόνια σε κατώτερα πρωταθλήματα κι αποσύρθηκε οριστικά από την ενεργό δράση ως οδηγός, για να παραμείνει στο χώρο από άλλες θέσεις. Κι άφησε πίσω του, πέρα από τις 20 νίκες, τα 2 πρωταθλήματα και τις 52 φορές που βρέθηκε στο βάθρο, μια μοναδική στιγμή, που είναι κι αυτή που μένει χαραγμένη τελικά στις μνήμες των φιλάθλων και αποτυπώνει την ομοφιά του αθλητισμού.