Παναγιώτης Γιαννάκης – Ένα παραμύθι με δράκο
Ο Παναγιώτης Γιαννάκης είναι το μπάσκετ. Και αν το μπάσκετ ήταν άνθρωπος, θα είχε τη δική του μορφή και το δικό του συναίσθημα…
Αν ψάχναμε να βρούμε έναν υπερήρωα, που θα ήταν ο άνθρωπος μπάσκετ και η βασική του υπερδύναμη θα ήταν η αγάπη του για αυτό που κάνει, δε θα μπορούσε να είναι άλλος από τον Παναγιώτη Γιαννάκη. Κι αντιστρόφως: ο Παναγιώτης Γιαννάκης είναι το μπάσκετ. Δεν είναι απλά συνυφασμένος με το άθλημα, αλλά η ενσάρκωσή του, είναι το ίδιο “ΤΟΜΠΑ-σκετ”, όπως το λέει ο ίδιιος, γεμίζοντας το στόμα του, με τη βαριά προφορά που δεν την κόλλησε στη Θεσσαλονίκη και τον Άρη, αλλά την είχε από τα χρόνια της Νίκαιας, της γενέτειράς του.
Ποια είναι αυτή η προφορά; Ακολουθήστε τους παρακάτω συνδέσμους και κρίνετε μόνοι σας.
Το Μπάσκετ 1
Το Μπάσκετ 2
Το Μπάσκετ 3
Το Μπάσκετ 4
Το Μπάσκετ 5
Ο Γιαννάκης έκανε τα πρώτα του βήματα στον τοπικό Ιωνικό, τον ανέβασε στα σαλόνια της μεγάλης κατηγορίας και βγήκε πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος. Στα 16 του έκανε ντεμπούτο με την Εθνική ομάδα, παίρνοντας μαζί της το χρυσό στους Μεσογειακούς Αγώνες του 79′, ενώ το 82′ επιλέχθηκε στα ντραφτ από τους Μπόστον Σέλτικς και δοκιμάστηκε με τη φανέλα τους -κάτι που ήταν πρωτόγνωρη επιτυχία για την εποχή.
Ιστορικό έχει μείνει το παιχνίδι του Ιωνικού με τον Άρη και το 113-114 που διαμορφώθηκε μετά από δύο παρατάσεις κι εξελίχθηκε σε μια μονομαχία του Γιαννάκη με τους 73 πόντους και του Γκάλη με τους 62 -σε μια εποχή που δεν υπήρχαν ακόμα τρίποντα! Τα επόμενα χρόνια οι δυο τους θα σχημάτιζαν το κορυφαίο δίδυμο στην ιστορία του ελληνικού μπάσκετ -και ίσως, όχι μόνο. Ο Γιαννάκης ανηφόρισε το 84′ στη Θεσσαλονίκη -με παρέμβαση και του Βασιλακόπουλου, όπως λέγεται- βάζοντας πίσω το δικό του εγωισμό στο σκοράρισμα κι αποδείχτηκε πως ήταν το κομμάτι που έλειπε για να δώσει την ώθηση τόσο στην κυριαρχία του Άρη, όσο και στην εκτόξευση της Εθνικής ομάδας, με αποκορύφωμα το θαύμα του Ευρωμπάσκετ, το 87′. Ο μύθος λέει πως οι δυο τους είχαν ψυχρές σχέσεις, χωρίς να ανταλλάζουν καν κουβέντα κάποιες φορές, μιλούσαν όμως μες στο γήπεδο, όπου συνεργάζονταν με κλειστά τα μάτια.
Ο Άρης έχτισε πάνω σε αυτό το δίδυμο τη δική του Αυτοκρατορία με επτά συνεχόμενους τίτλους, τέσσερα συνεχόμενα νταμπλ, και τρεις σερί συμμετοχές σε Φάιναλ Φορ -όπου έφτανε στη βρύση, αλλά δεν ήπιε ποτέ νερό από την κούπα της επιτυχίας και σπατάλησε τις πιθανότητές του στην καλύτερη ευκαιρία που είχε, σε έναν καβγά του παθιασμένου Γιαννάκη με το Μαγκί, που έκοψε το ρυθμό του Άρη στον ημιτελικό με τη Μακάμπι. Πέτυχε επίσης ένα ασύλληπτο ρεκόρ, κι ένα αήττητο σερί 80 αγώνων (!), που έσπασε το 88′ από τον ΠΑΟΚ, δυο μέρες πριν κυκλοφορήσει το πρώτο τεύχος του Τρίποντου, με το Γιαννάκη να κάνει αποχή, διεκδικώντας καλύτερο συμβόλαιο και αποδοχές που να πλησιάζουν αυτές του Γκάλη.
Το 1990 ο Ιωαννίδης φεύγει από την ομάδα, που φαίνεται να κλείνει τον κύκλο της. Το 1992 χάνει το πρωτάθλημα και ο Γκάλης οδηγείται στην έξοδο κι ο Γιαννάκης γίνεται το απόλυτο τοτέμ, που “δεν πρόδωσε ποτέ την ομάδα” και της χάρισε τον πρώτο της τίτλο εκτός συνόρων, στον επεισοδιακό τελικό του Τορίνο, σπάζοντας την ευρωπαϊκή κατάρα. Αλλά το επόμενο καλοκαίρι ο Γιαννάκης φεύγει και αντιμετωπίζεται ως ένοχος εσχάτης προδοσίας από τους οπαδούς, που τον υποδέχονται την επόμενη χρονιά με υβριστικά συνθήματα, χαρτονομίσματα, ένα χάρτινο ομοίωμα με τη μορφή του κι ένα υβριστικό τραγούδι…
Αυτός κατηφορίζει στην Αθήνα μετά από μια δεκαετία σχεδόν κι ενώ έχει πατήσει τα 34. Παίζει μια χρονιά στον Πανιώνιο, σε μια ποιοτική και ανταγωνιστική ομάδα μαζί με το Φάνη Χριστοδούλου και τον Τέρνερ και πηγαίνει στον Παναθηναϊκό, όπου θεωρητικά θα ξανάσμιγε με τον Γκάλη και με τον Ευρω-κόουτς, Κώστα Πολίτη -υπολόγιζε όμως χωρίς τον ξενοδόχο και τη σύγκρουση των δύο τελευταίων, που οδήγησε τον Γκάλη στην αποχώρηση από την ενεργό δράση και το πιο άδοξο αντίο που μπορούσε να φανταστεί κανείς.
Ο Γιαννάκης δεν πήρε πρωτάθλημα με το τριφύλλι -ούτε με καμία άλλη ομάδα, ως παίκτης ή ως προπονητής, πλην του Άρη- πήρε όμως ένα Κύπελλο, πήγε σε δύο Φάιναλ Φορ και το 96′, στην τελευταία του χρονιά στα γήπεδα, έφτασε στην κορυφή της Ευρώπης, στο Παρίσι.
Το ίδιο διάστημα ήταν ο αρχηγός της Εθνικής ομάδας στη χρυσή περίοδό της. Μετά το χρυσό στο Ευρωμπάσκετ της Αθήνας, ήρθε το αργυρό μετάλλιο στο Ζάγκρεμπ του 89′, η τέταρτη θέση στο Μουντομπάσκετ του Καναδά και μια σειρά διακρίσεις, με το φινάλε να γράφεται στους Ολυμπιακούς της Ατλάντα και τον Παναγιώτη Γιαννάκη να καπνίζει το πρώτο και τελευταίο τσιγάρο του, για να αντέξει τη συναισθηματική φόρτιση.
Σήμα κατατεθέν του Γιαννάκη ήταν το πάθος και το συναίσθημα που έβγαζε στο παιχνίδι του. Χαραγμένη στη μνήμη -και ίσως στο κούτελό του- μένει η αγκωνιά που του είχε δώσει άθελά του ο αγαθός γίγαντας Τκατσένκο στον τελικό του 87′, και το ειρνωνικό σύνθημα “κλάψε-κλάψε…” που του φώναζε συνήθως η αντίπαλη κερκίδα.
Ο “δράκος” ήταν ο ηγέτης της μπασκετικής… “δρακογενιάς” -όνομα και πράγμα- που έζησε το δικό του παραμύθι -που είχε δράκο αυτή τη φορά- και έγινε ο συνδετικός κρίκος, ως παίκτης και ως προπονητής, στις δύο χρυσές γενιές του ελληνικού μπάσκετ και τα δύο ευρωπαϊκά πρωταθλήματα που κατέκτησε η Εθνική ομάδα.
Ξεκίνησε ως ομοσπονδιακός προπονητής τη διετία 1997-98, που θεωρήθηκαν αποτυχία τότε, αλλά εκτιμήθηκαν εκ των υστέρων, με την κοιλιά σε βάθος πενταετίας που έκανε η Εθνική. Επανήλθε πριν τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας, όπου η πέμπτη θέση δεν προϊδέαζε για τη συνέχεια. Στο ενδιάμεσο ο Γιαννάκης πέρασε από τον πάγκο του Πανιωνίου κι αργότερα από το Μαρούσι, όπου έκανε πολύ καλές χρονιές κι ανέδειξε μεταξύ άλλων και το ταλέντου του Βασίλη Σπανούλη.
Η συνέχεια με την Εθνική ήταν ονειρική, πασπαλισμένη με στίχους όπως “οι παρέες γράφουν ιστορία” και παλαιομοδίτικα προπονητικά τρικ -όπως το figure-eight. Χρυσό μετάλλιο στο Βελιγράδι, με την τρελή ανατροπή απέναντι στους Γάλλους και την εύκολη επικράτηση επί της Γερμανίας του Νοβίτσκι. Το έπος της Σαϊτάμα, με τους διεθνείς να στήνουν χορό στο κέντρο του γηπέδου μετά από κάθε αγώνα, να κάνουν το παιχνίδι της ζωής τους απέναντι στους Αμερικανούς και να τους υποχρεώνουν στην τελευταία -μέχρι και σήμερα- επαγγελματική ήττα τους, χωρίς να μειώνει σε τίποτα το μεγαλείο τους το ψυχολογικό άδειασμα και η παράδοση άνευ όρων στον τελικό με την Ισπανία. Ο επίλογος της εποχής Γιαννάκη γράφτηκε με μία ακόμα ανεπανάληπτη ανατροπή με τους Σλοβένους, τον επεισοδιακό ημιτελικό με τον κακό δαίμονα της Ισπανίας και την τέταρτη θέση στο Ευρωμπάσκετ του 07′, και την 5η θέση στους Ολυμπιακούς του Πεκίνου, όπου χάθηκε στις λεπτομέρειες η πρόκριση στην τετράδα.
Ο Γιαννάκης ήταν μέλος της προπονητικής αφρόκρεμας και έμοιαζε το κατάλληλο πρόσωπο να ηγηθεί της ανάκμψης του Ολυμπιακού που ήταν ανερχόμενη δύναμη, αλλά ζούσε ακόμα στη σκιά της κυριαρχίας του αιώνιου αντιπάλου. Ο “δράκος” πήρε ένα Κύπελλο κι έφτασε στον τελικό της Ευρωλίγκα με τους ερυθρόλευκους, αλλά δεν έκανε “την ομάδα πάλι πρώτη, Παναγιώτη”, όπως έλεγε το σύνθημα των οπαδών και πλήρωσε το τίμημα της αποτυχίας και τη φθορά από την κόντρα των δύο αιωνίων.
Αναζήτησε την Ιθάκη του στο εξωτερικό, με ένα σύντομο πέρασμα από την Εθνική Κίνας, και μια αξιόλογη διαδρομή στη Λιμόζ και έκτοτε ήταν το σταθερό φαβορί για να αναλάβει εκ νέου το τιμόνι της Εθνικής, χωρίς να ευοδωθεί ποτέ αυτό το σενάριο. Η Λιμόζ ήταν η καλεσμένη ομάδα στον αποχαιρετιστήριο αγώνα του Νίκου Γκάλη το 2013, με το Γιαννάκη να γυρίζει στο Αλεξάνδρειο και να ρίχνει γέφυρες για την επιστροφή του που έλαβε σάρκα και οστά το καλοκαίρι του 2017, ανασύροντας θρύλους και αναμνήσεις από το σεντούκι της ιστορίας. Αλλά η μαγική αύρα εξατμίστηκε γρήγορα και τα προβλήματα τραυμάτισαν την εικόνα του και την εμπιστοσύνη του κόσμου στο πρόσωπό του, οδηγώντας σε ένα οδυνηρό διαζύγιο. Επιπλέον, χάλασαν και οι σχέσεις του με την Ομοσπονδία, όπως έδειξε η απουσία του από το ετήσιο καθιερωμένο ραντεβού των χρυσών πρωταθλητών του 1987.
Πλέον στα 60 του χρόνια, ο Γιαννάκης φαίνεται σε κάποιους παρωχημένος προπονητής, σχεδόν συνταξιούχος. Το πάθος, που ήταν πάντα το βασικό του πλεονέκτημα, δεν αρκεί πάντα για να κάνει τη διαφορά στη θέση που είναι τώρα. Κανείς όμως δεν μπορεί να αμφισβητήσει πως παραμένει η ενσάρκωση του μπάσκετ και η προσωποποίηση των καλύτερων πορτοκαλί αναμνήσεών μας…