Πίτερ Σμάιχελ – Ένας ξανθός Βίκινγκ κάτω από τα δοκάρια
Οι μεγάλες ομάδες ξεκινάνε από τον τερματοφύλακα. Και ο Πίτερ Σμάιχελ ήταν η καλύτερη απόδειξη για αυτό…
Ο Πίτερ Σμάιχελ ξεκίνησε από τις σχεδόν ερασιτεχνικές δομές της Δανίας, σκαρφάλωσε σιγά-σιγά προς την κορυφή και έφτασε να θεωρείται ο κορυφαίος τερματοφύλακας της γενιάς του. Ένας γίγαντας που σκέπαζε τα γκολπόστ με τον επιβλητικό του όγκο, ενώ πολλές φορές παραβίαζε και την απέναντι εστία με δικά του τέρματα.
Γεννήθηκε στις 18 Νοεμβρίου του 1963 στο Gladsaxe της Δανίας, που αποδείχτηκε πολύ μικρό για να χωρέσει το ταλέντο του. Είχε πολωνική καταγωγή και απέκτησε δανέζικη υπηκοότητα μόλις όταν ήταν επτά χρονών. Εκτός από ποδόσφαιρο, ήξερε να παίζει τρομπέτα και ντραμς, χάρη στην αγάπη του πατέρα του για την τζαζ μουσική. Παράλληλα με το γήπεδο, χρειάστηκε να κάνει διάφορες δουλειές για να βγάλει τα προς το ζην μέχρι να γίνει επαγγελματίας. Ανάμεσά τους μια θέση σε εργοστάσιο, στην WWF, και στην διαφημιστική εταιρία του προέδρου μιας από τις ομάδες του -η κόρη του οποίου έγινε αργότερα η πρώτη σύζυγός του.
Η καταξίωση ήρθε σταδιακά για τον Σμάιχελ, που έκανε τα πρώτα επαγγελματικά του βήματα στους τοπικούς “Ήρωες” του Gladsaxe, για να ακολουθήσει η Χβιντόβρε στη μεγάλη κατηγορία και το άλμα στην Μπρόντμπι. Με αυτήν πήρε τέσσερα συνεχόμενα πρωταθλήματα Δανίας και έκανε μια σπουδαία πορεία στα ημιτελικά του ΟΥΕΦΑ το ’91, για να αποκλειστεί δύσκολα από τη Ρόμα του Φέλερ.
Αυτή η πορεία τον έβαλε στο στόχαστρο μεγάλων ευρωπαϊκών ομάδων, δείχνοντας πως είχε έρθει η ώρα για το επόμενο βήμα. Ο (μετέπειτα Σερ) Άλεξ Φέργκιουσον τον φέρνει στο Μάντσεστερ, θεωρώντας “κλοπή του αιώνα” τα συγκριτικά λιγοστά χρήματα που δαπανήθηκαν για τη μεταγραφή του, και χτίζει πάνω του τη μεγάλη ομάδα που θα κυριαρχούσε τα επόμενα χρόνια.
Την πρώτη κιόλας χρονιά ο Σμάιχελ πήρε το Λιγκ-Καπ, ως μια μικρή πρόγευση για αυτά που θα ακολουθούσαν. Στο ενδιάμεσο όμως προηγήθηκε το θαύμα της εθνικής Δανίας, στο EURO του 92′ -η μεγαλύτερη έκπληξη μέχρι την επόμενη, που θα ήταν το μπαμ της Ελλάδας στα γήπεδα της Πορτογαλίας.
Οι Δανοί συγκεντρώθηκαν εσπευσμένα από τις διακοπές τους, για να αντικαταστήσουν τη Γιουγκοσλαβία που αποκλείστηκε εκδικητικά από την ΟΥΕΦΑ, αν και είχε εξασφαλίσει τη συμμετοχή της στην τελική φάση. Πήραν την πρόκριση από τον όμιλο και έκαναν το μπαμ απέναντι στα μεγαθήρια της εποχής: την τρομερή Ολλανδία -που την απέκλεισαν στα πέναλτι στον ημιτελικό, με τον Σμάιχελ να αποκρούει το πέναλτι του Βαν Μπάστεν- και την παγκόσμια πρωταθλήτρια Γερμανία στον τελικό. για να φτάσουν στην κορυφή της Ευρώπης.
Ο Σμάιχελ ήταν πια τερματοφύλακας παγκόσμιας κλάσης. Πήρε την επόμενη χρονιά τον πρώτο τίτλο με τη Γιουνάιτεντ, και άλλα τέσσερα πρωταθλήματα μέχρι το τέλος της δεκαετίας. Το αποκορύφωμα ήρθε το 1999, όπου οι κόκκινοι διάβολοι πέτυχαν το τρεμπλ, με μια μαγική ανατροπή στον τελικό της Βαρκελώνης, απέναντι στην Μπάγερν Μονάχου, που άφησε τους αντιπάλους τους στο έδαφος, να προσπαθούν να χωνέψουν τι είχε συμβεί…
Ο δρόμος προς την κορυφή δεν ήταν ανέφελος. Ο Σμάιχελ ήρθε σε έντονη σύγκρουση με τον Φέργκιουσον στα αποδυτήρια, μετά από ένα ντέρμπι με τη Λίβερπουλ (που έληξε 3-3, αν και οι μπέμπηδες είχαν προηγηθεί 3-0) και έμεινε μια βδομάδα εκτός προπονήσεων, μέχρι να ζητήσει συγγνώμη. Δύο χρόνια αργότερα ο Δανός κατηγορήθηκε για ρατσιστικά σχόλια εναντίον του Ίαν Ράιτ της Άρσεναλ. Βγήκε αθώος ελλείψει αποδείξεων, κι αργότερα ήταν από τις βασικές φιγούρες στην καμπάνια “No to Racism” -η οποία μπορεί να του έδωσε απλώς μια ευκαιρία να ξεπλύνει το όνομά του.
Στο ενδιάμεσο, έζησε στα γήπεδα της Γαλλίας την εμπειρία ενός Μουντιάλ, φτάνοντας με τη Δανία στα προημιτελικά, όπου το εμπόδιο της Βραζιλίας αποδείχτηκε αξεπέραστο. Νωρίτερα, στην προκριματική φάση, είχε χαρίσει στην εθνική του την πρόκριση, κρατώντας το μηδέν στον κρίσιμο τελευταίο αγώνα με την Ελλάδα, και το τετ-α-τετ του Αλεξανδρή -που τότε δεν είχε εκδηλώσει ακόμα ανοιχτά τις ρατσιστικές του απόψεις.
Έχοντας κατακτήσει το τρεμπλ στα 36 του, αναζήτησε νέες προκλήσεις. Πήγε στη Σπόρτινγκ Λισαβώνας για δύο χρόνια και επέστρεψε στο νησί για την Άστον Βίλα και τη Μάντσεστερ Σίτι, όπου έκλεισε την καριέρα του. Κατάφερε μάλιστα να είναι ο μοναδικός παίκτης που έχει αγωνιστεί και στις δύο ομάδες, χωρίς να είναι ποτέ στην πλευρά των ηττημένων. Και το βασικότερο, μολονότι πήγε στον μεγάλο αντίπαλο των μπέμπηδων, δε ζημιώθηκε στο παραμικρό η υστεροφημία του. Το κοινό της Γιουνάιτεντ εξάλλου εκτίμησε ακόμα περισσότερο την αξία του, όταν έφυγε, αφού η ομάδα δυσκολεύτηκε να βρει ισάξιο αντικαταστάτη και ταλαιπωρήθηκε αρκετά χρόνια μέχρι την έλευση του Βαν Ντερ Σάαρ.
Ο Σμάιχελ είδε το γιο του να πέφτει κάτω από την ίδια μηλιά και να ακολουθεί τα χνάρια του, ως τερματοφύλακας στην Πρέμιερ Λιγκ, σε μια σειρά τρομερών συμπτώσεων. Ο Κάσπερ Σμάιχελ μπορεί να μην πήρε τίτλο με την εθνική Δανίας, συμμετείχε όμως στο θαύμα της ταπεινής Λέστερ και πήρε τίτλο στα 29 του χρόνια -όπως και ο πατέρας του για πρώτη φορά στο νησί- στις 2 Μάη -όπως και ο πατέρας του- και χωρίς να αγωνίζεται η ομάδα του -όπως και η Γιουνάιτεντ το ’93- αφού έχασαν βαθμούς οι διώκτες τους.
Σήμερα εμφανίζεται σε διάφορες μεταδόσεις ως σχολιαστής και έχει κάνει δεύτερο γάμο -με πρώην κουνελάκι του Playboy. Και παραμένει έως σήμερα η επιτομή της απόδειξης ότι οι μεγάλες ομάδες ξεκινάνε από τον τερματοφύλακα…