Το πρωτάθλημα των αστέρων
Μικρό αφιέρωμα στη φετινή Primera Division, που δεν είναι το ακριβότερο, αλλά είναι σίγουρα το πιο ισχυρό πρωτάθλημα της Ευρώπης, με τις κατά τεκμήριο καλύτερες ομάδες.
Αν ψάχνει κανείς να βρει το ποδοσφαιρικό αντίστοιχο της ταξικής πάλης το πιο κοντινό που θα μπορούσε να βρει είναι το ζευγάρι Μπάρτσα-Ρεάλ, η σύγκρουση δύο κόσμων. Αν ήθελε όμως να βρει ένα ποδοσφαιρικό παράδειγμα, αντίστοιχο του δικομματισμού, θα σημείωνε πάλι το ίδιο ζευγάρι: Ρεάλ Μαδρίτης-Μπαρτσελόνα. Ιδίως απ’ τη στιγμή που στη Σκωτία κατέρρευσε η Ρέιντζερς και δε βρέθηκε ένας επάξιος αντικαταστάτης (όπως ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ για το ΠΑΣΟΚ).
Αλλά δεν ήταν πάντα έτσι. Και δεν είναι μόνο αυτό το ζευγάρι η γοητεία της La Liga. Είναι εξίσου κι οι ομάδες της δεύτερης ταχύτητας, που θα πρωταγωνιστούσαν σε οποιοδήποτε άλλο πρωτάθλημα της Ευρώπης. Η Σεβίγια, που τα τελευταία χρόνια είχε κάνει εσωτερική υπόθεση το Europa League. Η Αθλέτικ Μπιλμπάο (αντίπαλος του ΠΑΟ στα play-off του Europa League), που μπορεί να λέρωσε τη φανέλα της με χορηγό, αλλά παρέμεινε πιστή στην “εθνική καθαρότητα” και το δόγμα: μόνο Βάσκοι παίκτες. Ακόμα κι αν αυτοί είναι από τη γαλλική πλευρά των Πυρηναίων (όπως ο Λαπόρτ) ή έγχρωμοι, όπως ο Ινιάκι Ουίλιαμς. Οι “ξεπεσμένες” Βαλένθια και Ντέπορ, που έπαιρναν τίτλους την περασμένη δεκαετία, και παραμένουν ικανές να κάνουν κηδείες σε όποιον τις υποτιμήσει.
Και φυσικά, η Ατλέτικο. Η ομάδα που κατάφερε να μπει σφήνα στο δικομματισμό, και να σπάσει το μονοπώλιό του, πριν τρία χρόνια. Με σήμα-κατατεθέν την ψυχή και το πάθος του Σιμεόνε που καθρεφτίζεται στον αγωνιστικό χώρο. Και με την καταπληκτική ικανότητα να βγάζει το 100% από τους παίκτες, που δίνουν τα πάντα για αυτόν, αλλά εάν φύγουν από την Ατλέτι, χάνουν το μαγικό φίλτρο που τους κάνει ανίκητους, και μοιάζουν σκιά του εαυτού τους (το μοναστήρι να ‘ναι καλά). Και ίσως αυτό να είνα που κρατάει και τον ίδιο το Σιμεόνε, στην Ατλέτικο, που φαίνεται να έχει πιάσει (και υπερβεί κατά πολύ) το ταβάνι της.
Κανείς όμως δε θα μπορέσει να μπει πραγματικά σφήνα ανάμεσα στους δύο μεγάλους, όσο παραμένει η τρομερή ανισότητα στα ποσά που παίρνουν από τηλεοπτικά συμβόλαια, χορηγούς, κτλ, και κατά συνέπεια τα χρήματα που μπορούν να ξοδέψουν για την ενίσχυσή τους. Αθροιστικά, το δίδυμο έχει φτάσει να ξοδεύει αθροιστικά, όσο όλες οι υπόλοιπες ομάδες της κατηγορίας μαζί.
Στη μάχη της κορυφής, η Ρεάλ ξεκινά με σαφή παράσταση νίκης (συνεχίζοντας με δικομματικούς όρους) και το άστρο του Ζιντάν να λάμπει, δίνοντας φτερά και προσωπικότητα στους παίκτες του. Οι Μαδριλένοι πιστεύουν πως έχουν βρει το δικό τους Γκουαρντιόλα, κι η ομάδα μοιάζει σαν καλοκουρδισμένη μηχανή, με σπασμένα φρένα και κεκτημένη ταχύτητα από πέρυσι, όπως έδειξε στο ισπανικό και το ευρωπαϊκό Σούπερ-Καπ, κόντρα στην Μπάρτσα και τη Γιουνάιτεντ αντίστοιχα.
Κανείς βέβαια δε στέφθηκε πρωταθλητής από τον Αύγουστο, αλλά το μόνο που φαίνεται να φοβούνται οι Μερένχες είναι η κατάρα των κατόχων του Σούπερ-Καπ τα τελευταία χρόνια, και το χαλινάρι που πιστεύουν πως προσπαθούν να τους βάλουν διαιτητές και Ομοσπονδία (βλέποντας οργανωμένο σχέδιο πίσω από την τιμωρία 5 αγωνιστικών στο Ρονάλντο, που αποβλήθηκε και έσπρωξε το διαιτητή, στο πρόσφατο clasico, στο Καμπ Νου). Αλλά αφενός, αυτές οι παραδόσεις είναι για να σπάνε (όπως έδειξε και στο Τσου-Λου η Ρεάλ, με τις συνεχόμενες κατακτήσεις της κούπας με τα μεγάλα αυτιά). Κι αφετέρου, είναι μάλλον αστείο να διαμαρτύρεται η Βασίλισσα για εύνοια των αντιπάλων…
Η Μπαρτσελόνα είναι στην αφετηρία πληγωμένη ψυχολογικά αλλά και πρακτικά, από τη φυγή του Νεϊμάρ, που γέμισε μεν τα ταμεία της, αλλά θα χρειαστεί να τα αδειάσει ξανά, για να τον αντικαταστήσει. Καλείται να χτίσει πλέον άλλο σχέδιο, με διαφορετικά υλικά, που δεν έχουν ενσωματωθεί ακόμα στην ομάδα. Κυρίως όμως πρέπει να συνέλθει από το χαστούκι της απόρριψης του Νεϊμάρ και να ανακτήσει την αυτοπεποίθησή της, την αίσθηση πως είναι η καλύτερη ομάδα και το ιδανικό μέρος για κάθε ποδοσφαιριστή. Δεν είναι τυχαία η δήλωση του Πικέ, μετά από τους αγώνες του Σούπερ-Καπ με τη Ρεάλ, πως για πρώτη φορά στα εννιά χρόνια που παίζει με την ομάδα, είχε την εντύπωση πως ο αντίπαλος είναι καλύτερος.
Ο Βαλβέρδε μοιάζει να έχει τη φιλοσοφία και τις αξίες της Μπάρτσα, αλλά έκανε άκυρη, καταστροφική εκκίνηση (όπως προ δεκαετίας στον Ολυμπιακό) και καλείται να αναστρέψει γρήγορα την κατάσταση, για να μην του ξεφύγει εξ αρχής ο έλεγχος.
Η Ατλέτικο κατάφερε να κρατήσει τον Γκριζμάν, σε μια τρελή, αφηνιασμένη αγορά, και μια χρονιά που είχε τιμωρία κι απαγορευτικό στις μεταγραφές, οπότε δεν μπορούσε να ενισχυθεί. Η φετινή ίσως να είναι κι η τελευταία χρονιά του Σιμεόνε, στην οποία ή θα κάνει κάποιο άλμα μπροστά (πχ στο Τσάμπιονς Λιγκ) ή κάποιο πισωγύρισμα (πχ στο Πρωτάθλημα).
Η Σεβίγια έχασε τον προπονητή Σαμπάολι, αλλά επαναπάτρισε από την Αγγλία τους Νάβας και Νολίτο, και φαίνεται ενισχυμένη, φαβορί για να συμπληρώσει την τετράδα. Ενώ πίσω της, οι πιο σοβαροί μνηστήρες για τα ευρωπαϊκά εισιτήρια είναι η Βιγιαρεάλ και το βασκικό δίδυμο: Μπιλμπάο και Ρεάλ Σοσιεδάδ.
Τι αξίζει να προσέξουμε, εν κατακλείδι; Τη χρονιά του Ασένσιο, που κάνει παπάδες, τη διαχείριση του Κριστιάνο και το ροτέισον της Ρεάλ. Την ασόβαρη άμυνα της Μπαρτσελόνα, τη μοναξιά του Μέσι στην επίθεση (τραυματίστηκε κι ο Σουάρες) μέχρι να πλαισιωθεί από τα καινούρια μεταγραφικά αποκτήματα) και τις ικανότητες του Βαλβέρδε που θα δοκιμαστούν στην προσπάθεια να αντιστρέψει την κατάσταση. Το συμπαγές κι ομοιογενές σύνολο της Ατλέτικο, στην τελευταία -ίσως- χρονιά του Γκριεζμάν στη Μαδρίτη. Την προσπάθεια του κοιμώμενου γίγαντα της Βαλένθια να επιστρέψει στις θέσεις που οδηγούν στα ευρωπαϊκά εισιτήρια. Και την κουβέντα για τη διαιτητολογία (που δεν φτάνει ποτέ τα δικά μας επίπεδα, αλλά είναι ό,τι πιο κοντινό στην ελληνική νοοτροπία) ιδίως μετά την αλλαγή (;) φρουράς στην Ομοσπονδία, και τα σκάνδαλα που οδήγησαν στη φυλάκιση του Προέδρου της Βιγιάρ, και του γιου του.
Στον επίλογο, θα μπορούσε να υπάρχει μια οφειλόμενη απάντηση στο αντι-ισπανικό μένος του Γιάννη Α-Γιάννη, που κατάφερε να μετατρέψει ένα αφιέρωμα στο αγγλικό πρωτάθλημα, σε θέμα έκθεσης “γιατί μισώ την Ισπανία”. Αλλά ας αφήσουμε τους συνδρομικούς μας φίλους να ζουν στο συννεφάκι τους, πιστεύοντας πως είναι οι καλύτεροι και πως πουθενά αλλού δεν παίζεται τόσο καλή μπάλα, όπως στο νησί. Σαν να μην άλλαξε τίποτα από το 53′ και την απότομη προσγείωσή τους στην πραγματικότητα, από την αρμάδα των Ούγγρων, με το ταπεινωτικό 6-3 (στη ρεβάνς του 7-1, του πρώτου αγώνα).