The Redeem Team – Ύβρις, εξιλέωση και… σοσιαλισμός!
Από την ύβρη στην εξιλέωση και αντίστροφα. Και από τον… “κεντρικό εγωισμό” στις σοσιαλιστικές αρχές του μπάσκετ!
Έχει πάντα πλάκα να βλέπεις τους Αμερικάνους να χάνουν. Ιδίως σε ένα άθλημα στο οποίο θεωρούν πως τους ανήκουν δικαιωματικά τα πρωτεία, επειδή το εφηύραν -κάπως σαν τους Άγγλους στο ποδόσφαιρο αλλά με πιο σοβαρά επιχειρήματα.
Έχει πλάκα (ακόμα) και να τους βλέπεις να νικάνε, είτε απολαμβάνοντας το σόου που χαρίζουν, είτε γελώντας με την ανεκδιήγητη ποζεριά (μάνα, επίδειξη σημαίνει αυτό) και το κιτς που τους συνοδεύει σε κάθε τους βήμα και ανάσα -και δεν είναι τυχαία τα δάνεια από τη δική τους γλώσσα, για να αποδοθούν σωστά οι έννοιες.
Έχει ακόμα περισσότερη πλάκα να βλέπεις να γυρίζουν αυτοαναφορικά ντοκιμαντέρ για τους θριάμβους τους, όπως αυτό για τη Redeem Team, (ομάδα-εξιλέωση, μάνα), που πήρε το χρυσό στο Πεκίνο το 2008. Βέβαια, ποτέ άλλοτε μια “εξιλέωση” -για τις “αποτυχίες” τους σε σειρά διοργανώσεων, αρχής γενομένης από το Μουντομπάσκετ στην Ινδιανάπολη, που την βίωσαν περίπου σαν μια μπασκετική 11η Σεπτέμβρη- δεν περιείχε τόση ύβρη κι έπαρση, αντιστρέφοντας διαλεκτικά το κλασικό σχήμα της αρχαίας τραγωδίας που εδώ επαναλαμβάνεται σα φάρσα, κι ακολουθώντας το σχήμα των μη οσκαρικών συνεχειών του Ρόκι: από την αρχική ήττα -που λειτουργεί ως κίνητρο- στο προβλέψιμο “χάπι εντ”. Κι όλα αυτά με μπόλικες φανφάρες, πομπώδεις πανηγυρισμούς και διάφορα λυρικά μηνύματα για την πατρίδα και τους αθλητικούς ήρωες που την δόξασαν, για πολλοστή φορά.
Έχει σίγουρα πλάκα να βλέπεις πώς οι Αμερικάνοι απαξιώνουν κάποιες ομάδες τους που πήραν μετάλλια, απλά και μόνο επειδή αυτά δεν ήταν χρυσά. Για αυτούς, “ο πρώτος είναι τα πάντα και ο δεύτερος τίποτα” -πόσο μάλλον ο τρίτος- μακριά από κάθε αθλητικό ιδανικό περί συμμετοχής, προσπάθειας κοκ.
Έχει κατά βάθος πλάκα να βλέπεις τους Αμερικάνους να μιλάνε για πατριωτισμό, που γίνεται το έσχατο καταφύγιο των απατεώνων ή μάλλον του επαγγελματικού αθλητισμού -που είναι περίπου ταυτόσημο της απάτης, ως έναν βαθμό- και μισθοφόρων που μετράνε τα πάντα με χορηγούς και κέρδη. Δεν είναι λιγότερο… “πατριώτες” οι ΝΒΑers που σνόμπαραν την Team USA. Απλώς δεν (τους) βρήκαν πειστικά υλικά κίνητρα που θα ευνοούσαν την τσέπη τους ή -εμμέσως έστω- την καριέρα τους. Κι ας προσπαθεί το ντοκιμαντέρ να μας πείσει πως ο βασικός λόγος για την απουσία πολλών αστέρων ήταν ο φόβος για κάποιο τρομοκρατικό χτύπημα μετά την 11η Σεπτέμβρη. Κάτι που τους οδήγησε στην απόφαση να διανυκτερεύουν εν πλω και μακριά από το Ολυμπιακό Χωριό στους Αγώνες της Αθήνας -περίπου όπως ο παπατζής Παπανδρέου που φοβόταν τον λαό του, κατά τις μέρες της απελευθέρωσης. Μόνο που αυτό εν τέλει δεν τους ωφέλησε (για αυτό και άλλαξαν τακτική στο Πεκίνο), ενώ μάλλον δεν ίσχυε για τα υπόλοιπα μέλη και τους “κοινούς θνητούς” της αμερικάνικης αποστολής το ’04.
{Μια κάποια πλάκα -αμφιλεγόμενη έστω- είχε, παρεμπιπτόντως, το πικάρισμα των Άγγλων οπαδών στο Μουντιάλ του Κατάρ, που πετούσαν χάρτινες σαΐτες στα αμερικανάκια, φωνάζοντας nine eleven (11η Σεπτέμβρη, μάνα). Κι ίσως να είχε ακόμα περισσότερη αν δεν ήταν και οι ίδιοι λίγο αμερικανάκια, κατ’ εικόνα και ομοίωση της πάλαι ποτέ αποικίας, στα ζητήματα της ασφάλειας και της “τρομοκρατίας”. Το ντοκιμαντέρ του Netflix δε λέει τίποτα όμως για το Μουντομπάσκετ του ’02 στις ΗΠΑ -όπου δεν υπήρχε το άλλοθι της ασφάλειας για τους απόντες- και τους “τρομοκράτες” Γιούγκους που τους έκλεισαν το σπίτι -πριν από το τρομοκρατικό χτύπημα του Πιτσίλκα, που καθάρισε στον τελικό την Αργεντινή του Τζινόμπιλι.
Είναι μάλλον φαιδρό να βλέπεις πώς οι Αμερικάνοι αντιλαμβάνονται τον αθλητισμό ως προέκταση των πολέμων που κάνουν και τις νίκες τους ως απόδειξη κάποιας υποτιθέμενης ανωτερότητας -αλλά χωρίς Άριους. Και ακόμα πιο φαιδρό, όταν φέρνουν πχ βετεράνους του Ιράκ να εκπαιδεύσουν τους “πολεμιστές” του τερέν και να προετοιμάσουν ψυχολογικά τους παίκτες για τη “μάχη”…
{Αντίλογος: –Για στάσου, όμως, εσύ δεν έγραψες πως έχει πάντα πλάκα να βλέπεις τις ΗΠΑ να χάνουν; Αυτοί γιατί να μη δίνουν πολιτική συνέχεια στους δικούς τους αθλητικούς θριάμβους;
Απάντηση: Ναι, αλλά δεν συνέδεσα τους αθλητικούς στίβους με τα πεδία της μάχης. Ο πόλεμος δεν έχει ποτέ πλάκα, γιατί τον πληρώνουν πάντα οι λαοί, με βαρύ φόρο αίματος, ακόμα και αν καταλήγει σε μια ιμπεριαλιστική ήττα -πχ όπως στην εποποιία του Βιετνάμ. Και τα αθλητικά στραπάτσα των ΗΠΑ μπορεί να έχουν υψηλό συμβολικό φορτίο, αλλά προφανώς δεν είναι ήττες του ιμπεριαλισμού, ούτε λόγος χαράς από μόνα τους. Ως φίλαθλος, μπορεί να χαρείς γιατί παίρνεις αυθόρμητα το μέρος του αδύναμου (αουτσάιντερ, μάνα), όπως ακριβώς και στη ζωή. Αλλά πάντα έχει πλάκα να βλέπεις να τσακίζεται η έπαρση και το αχώνευτο τουπέ των επαγγελματιών του ΝΒΑ, που βλέπουν τους άλλους σαν κουνούπια. Κι ας λέει ο Σιζέφσκι πως οι αντίπαλοί τους παίζουν σαν Σούπερμαν (!), γιατί δεν έχουν τίποτα να χάσουν εναντίον των ΗΠΑ…}
Έχει πλάκα να βλέπεις αφροαμερικανούς στα όρια της σχιζοφρένειας, να νιώθουν εθνικά υπερήφανοι για μια χώρα που τους αγαπά μόνο όταν συλλέγουν μετάλλια, αρκεί να μη διεκδικούν για τη φυλή τους δικαιώματα και ισονομία. Αυτό που δεν έχει πλάκα είναι πώς μια σύγχρονη παραγωγή καταφέρνει να βγει με “πατριωτική, φιλο-Μπους” γραμμή, χωρίς να έχει αγγίξει ούτε ξώφαλτσα το Black Lives Matter. Ίσως τώρα που έφυγε ο κακός Τραμπ να μην πουλάει τόσο πολύ το θέμα…
Άραγε να υπάρχουν και στις ΗΠΑ ρατσιστές που δε χαίρονται με τα κατορθώματα μιας ομάδας γεμάτη αφροαμερικανούς; Ή είναι αποκλειστικά δικό μας προϊόν οι βλάκες με περικεφαλαία που ξενερώνουν με την Εθνική των Antetokounbros; (Σ.σ.: λογοπαίγνιο είναι αυτό, μάνα, αλλά μένει αμετάφραστο).
Έχει πλάκα να βλέπεις πώς οι Αμερικάνοι φέρνουν την ιστορία στα μέτρα τους, ακόμα και στα αθλητικά, με τον τελικό του ’72 στο Μόναχο εναντίον των Σοβιετικών και τα τρία δευτερόλεπτα που συγκλόνισαν τον κόσμο και κλόνισαν την κυριαρχία τους. Θεωρούν πχ κλοπή (με φωνή Φίλιππα Συρίγου: Ωωω! Ωωω… είναι κλοπή!) ότι παίχτηκε ξανά η τελευταία φάση -και σωστά, μετά το αρχικό λάθος του χρονομέτρη-, όχι όμως την εξόφθαλμη εύνοια στον Φελπς στο Πεκίνο, για να μη χάσει το ρεκόρ με τα χρυσά μετάλλια…
Έχει άπειρη πλάκα να βλέπεις τα αμερικανάκια να απορούν με τους κανονισμούς της FIBA για τα φάουλ ή την απομάκρυνση της μπάλας πάνω από τη στεφάνη, αλλά να μην έχουν καμία απορία για τα βήματα στο NBA (travelling, mom) και τη διασταλτική-ελαστική ερμηνεία-εφαρμογή του θεωρητικά ενιαίου κανονισμού.
Έχει εξίσου πλάκα να τους ακούς να συμπεραίνουν πως η Ελλάδα το ’06 τους χτύπησε με τα δικά τους όπλα -δηλαδή το πικ εν ρολ, που είναι ίσως είδος υπό εξαφάνιση μετά το δίδυμο Στόκτον – Μαλόουν. Μιλάμε όμως για μια ομάδα, που το scouting της (κατασκοπία, μάνα) είχε εντοπίσει τον Διαμαντίδη ως βασική ελληνική απειλή πίσω από τη γραμμή του τριπόντου. Που δε γίνεται να το πιστεύεις, εκτός και αν το μόνο που έχεις δει είναι η τελευταία επίθεση στον ημιτελικό με τη Γαλλία το ’05. Βάλτο αγόρι μου…
Είναι μάλλον θλιβερό να βλέπεις την υστερία των λαών της Άπω Ανατολής για την ομάδα των ΗΠΑ. Οι Γιαπωνέζοι δεν κρατάνε hard feelings (κακία, μάνα) για τις πυρηνικές βόμβες, βάζοντας πιο ψηλά τον πήχη για το σύνδρομο της Στοκχόλμης Χιροσίμα. Ενώ οι Κινέζοι, δυο χρόνια αργότερα, κινούνταν στα όρια της προσωπολατρίας, λες και νεκραναστήθηκε ο μεγάλος τιμονιέρης Μάο και πήρε μεταγραφή στους Ρόκετς. Άσπρος γάτος, μαύρος γάτος, σημασία έχει να καρφώνει με στιλ και να παίζει στο ΝΒΑ. Αν και ο Γιάο Μινγκ αποδείχτηκε τελικά τίγρης-γατάκι, με πήλινα πόδια -στην κυριολεξία, για λόγους υγείας.
Έχει πλάκα να βλέπεις τους πρωταγωνιστές και τους συντελεστές του ντοκιμαντέρ να παρουσιάζουν χωρίς ντροπή τη Redeem Team ως την… καλύτερη ομάδα στην ιστορία του μπάσκετ, επειδή έπαιζαν μαζί ο Κόμπε με τον Λεμπρόν. Θα τρίζουν τα κόκαλα του… Βασικά μόνο ο Τσακ Ντέιλι έχει αποδημήσει, ενώ από την ομάδα του Πεκίνο έχει ήδη “φύγει” ο Κόμπε, με το γνωστό τραγικό τέλος. Οπότε επαναδιατύπωση. Θα γελάνε και οι επιγονατίδες του Κρίστιαν Λέτνερ, που ήταν μέλος της πρώτης και αυθεντικής Ομάδας-Όνειρο (Dream Team, μάνα) ως κολεγιόπαιδας, επειδή έπαιζε στο Duke του Σιζέφσκι -που ήταν προπονητής των ΗΠΑ το ’08. Έχε χάρη που δεν παίζει ακόμα ο Τζόρνταν, για να το πάρει (και αυτό) προσωπικά…
Έχει πλάκα να βλέπεις να παρουσιάζουν το δίδυμο (ή μήπως δίπολο;) Κόμπε-Λεμπρόν (ή μήπως Λεμπρόν-Κόμπε; Τι λένε Βροντάκηδες και Φουρτουνάκηδες;) σαν ανιδιοτελείς χαρακτήρες που δεν τους ενδιαφέρει να είναι πρώτο όνομα στη μαρκίζα. Μιλάμε τώρα για τον Λεμπρόν που αποφασίζει περίπου σαν μάνατζερ ποιους συμπαίκτες θα έχει. Και τον Κόμπε που έχει γράψει τον πιο φαφλατάδικο επίλογο στην ιστορία του ΝΒΑ με ένα Mamba Out διαρκείας (αποσύρθηκε, μάνα), ενώ την ίδια χρονιά, ο μεγάλος Ντάνκαν έβαζε τον πιο αθόρυβο επίλογο της ιστορίας.
{Παρεμπιπτόντως, ο Κόμπε εμφανίζεται πιο συμπαθής από όσο θα περίμεναν οι haters (εχθροί του, μάνα), όχι γιατί είναι αναπόφευκτα τιμώμενο πρόσωπο μετά τον θάνατό του και όλοι σχεδόν φοράνε φανέλες με το όνομά του -από τον Χάουαρντ μέχρι τον Γκασόλ-, αλλά για τις μάλλον μετριόφρονες πράξεις και δηλώσεις του. Πήγαινε πχ για βάρη τα χαράματα, όταν οι άλλοι γυρνούσαν από γλέντι, ενώ θεωρούσε πως δεν πρέπει να ταπεινώνεις τον αντίπαλό σου και να δείχνεις έλλειψη σεβασμού απέναντί του. Και όλα αυτά, σε μια παραγωγή που δεν είναι η προσεγμένη ελεγεία του Last Dance στον Τζόρνταν, με επιμελώς αφημένες κηλίδες και αντιφάσεις, αλλά ένας έπαινος χωρίς προσχήματα, που καταφέρνει συχνά το αντίθετο από το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα}.
Έχει πλάκα να βλέπεις τους Αμερικάνους να… ανακαλύπτουν την Αμερική και τα βασικά του μπάσκετ (Χατζηγεωργίου, μάνα…). Πχ ότι είναι καλό να έχεις ομάδα και προπονητή με ορίζοντα τετραετίας, αντί για ανεμομαζώματα της τελευταίας στιγμής, και ότι φορτώνεις τους παίκτες με λιγότερο άγχος όταν μένουν μαζί με όλους τους άλλους στο Ολυμπιακό Χωριό.
Έχει αν μη τι άλλο πλάκα να βλέπεις τους Αμερικάνους να σκοντάφτουν πάνω στη “σοσιαλιστική” δομή του μπάσκετ και των ομαδικών αθλημάτων. Όπως λέει και ο κάποτε πράσινος Πέπε Σάντσεζ: “σαν μονάδες είναι οι καλύτεροι, αλλά στον αθλητισμό κερδίζει η ομάδα”. Και αν στις ΗΠΑ λένε πως “there is no I in the team”, είναι ένα βήμα (σκαλοπατάκι θα το έλεγε ο Λένιν) πριν καταλάβουν πως υπάρχει μπόλικος σοσιαλισμός στο μπάσκετ, όπου τα μέλη φτιάχνουν το σύνολο και αυτό με τη σειρά του αναδεικνύει την κοινωνική ατομικότητα και διευρύνει τους ορίζοντές της. Και έχει σίγουρα πλάκα να βλέπεις να προσπαθούν να κρύψουν την ουσία πίσω από διατυπώσεις για τον… “κεντρικό εγωισμό” της ομάδας -στον οποίο υποτάσσονται όλα τα επιμέρους “εγώ”- αλλά αυτό είναι απλώς το τελευταίο σκαλοπατάκι (για να μην πούμε φύλλο συκής) πριν αναγνωρίσει κανείς την αξία του… κεντρικού σχεδιασμού.
Έχει πλάκα, τέλος, να βλέπεις τα μούσια του Μπούζερ -που κάνει ρίμα με τον λούζερ (ηττοπαθής, μάνα)- και το φλώρικο geeky (φυτό, μάνα) στιλ του Καρμέλο, που έγινε λεπτός στα γεράματα.
Εν κατακλείδι, έχει πλάκα να βλέπεις το ντοκιμαντέρ του Netflix για την ομάδα των ΗΠΑ στο Πεκίνο και την… “εξιλέωσή” της. Και ας μην ήταν αυτός ο αρχικός σκοπός της παραγωγής. Εξάλλου τα πιο σοβαρά μηνύματα βγαίνουν μέσα από το χιούμορ, ακόμα και αν αυτό γίνεται αντικειμενικά και ανεξάρτητα από τη θέληση του υποκειμενικού παράγοντα…
Έτσι δεν είναι Βλάντο;