Τον Φιλίππου και τα άλλα παιδιά… – Ένα κινούμενο μπασκετικό τρελοκομείο
Ένας από τους μεγαλύτερους πλακατζήδες των γηπέδων, που χτίστηκε πάνω του το πιο γνωστό σύνθημα της χρυσής εποχής του μπάσκετ.
-Με τον Γκάλη, το Γιαννάκη, το Φιλίππου και τα άλλα παιδιά.
Ένα από τα πιο κλασικά συνθήματα στις κερκίδες της δεκαετίας του 80′ που διασκεύαζε μια γνωστή επιτυχία της εποχής του Λεωνίδα Βελή και έφτασε να την τραγουδά και η Μαρινέλλα στο Ακρόαμα μετά από κάθε επιτυχία του μπασκετικού Άρη. Ναι αλλά που ακριβώς κολλάει ο Νίκος Φιλίππου και μπαίνει στο σύνθημα; Δεν υπήρχαν καλύτεροι παίκτες από αυτόν;
-Εγώ τους έβαλα στο τραγούδι, απαντά ο ίδιος. Στην αρχή ήταν και το βράδυ, το βραδάκι, ο Φιλίππου και τα άλλα παιδιά, γιατί αυτός ήταν ο πιο συχνός θαμώνας του γνωστού νυχτερινού κέντρου της Θεσσαλονίκης -ενάντια στην αυστηρή απαγόρευση του Κέρβερου Ιωαννίδη- και έτσι δε θα μπορούσε να λείπει, αφού το σύνθημα χτίστηκε ουσιαστικά πάνω του.
Κι έτσι μας συστήνεται ένα από τα μεγαλύτερα μπασκετικά τρολ της ιστορίας, που άφησε εποχή, σε μια εποχή που άφησε εποχή από μόνη της, και ο απόηχός της φτάνει ως τις μέρες μας.
Ο Φιλίππου γεννήθηκε σαν σήμερα, στις 15 Ιουλίου 1962, στην περιοχή των Ιωαννίνων. Ασχολήθηκε πρώτα με το ποδόσφαιρο, πήρε όμως απότομα μπόι και στράφηκε φυσιολογικά προς το μπάσκετ, όπου τράβηξε γρήγορα το ενδιαφέρον των μεγάλων ομάδων, για να κερδίσει την υπογραφή του ο Άρης, η αναδυόμενη μεγάλη δύναμη της εποχής.
Ο Φιλίππου έζησε τα χρυσά χρόνια της κίτρινης “αυτοκρατορίας”, κερδίζοντας με τον Άρη οκτώ πρωταθλήματα -τα επτά συνεχόμενα- και πέντε Κύπελλα -με τέσσερα συνεχόμενα νταμπλ- ενώ ήταν βασικό στέλεχος στις μεγάλες ευρωπαϊκές πορείες της ομάδας, που πήγε τρεις φορές στη βρύση του Φάιναλ Φορ, από το 1988 ως το 1990, χωρίς όμως να καταφέρει να πιει νερό από την κούπα-“δισκοπότηρο”.
Τα τελευταία χρόνια είχε χάσει τη θέση του στη βασική πεντάδα, και έτσι εμπνεύστηκε μία από τις κορυφαίες πλάκες στα μπασκετικά χρονικά, με τον Ιωαννίδη να ζητά από τους παίκτες στην προπόνηση του Άρη, εν όψει ενός κρίσιμου ευρωπαϊκού ντέρμπι, να κάνουν ό,τι θα έκαναν και στον αγώνα, και το Φιλίππου να κατευθύνεται στον πάγκο, αφού συνήθως ήταν αναπληρωματικός.
Στο ενδιάμεσο είχε ζήσει την καταξίωση με την Εθνική Ομάδα του Κώστα Πολίτη, στο Ευρωμπάσκετ του 87′, όπου ο ίδιος είχε την ατυχία να τραυματιστεί στο ξεκίνημα της διοργάνωσης, ανοίγοντας ωστόσο το δρόμο για τη συμμετοχή του Αργύρη Καμπούρη, που ήταν τελικά και ο ήρωας του μεγάλου τελικού με τους Σοβιετικούς. Ο Φιλίππου ήταν αυτός που κοιτούσε δακρυσμένος προς την άλλη πλευρά, ενώ εκτελούσε τις βολές ο Καμπούρης -γιατί δεν άντεχε να βλέπει την εξέλιξη. Και αργότερα, πάνω στην τρέλα με τα επινίκια, εμφανίστηκε με χειροπέδες, δεμένος με το Φασούλα.
Πολλά χρόνια αργότερα, θα γινόταν ο συνδετικός κρίκος -μαζί με το Γιαννάκη- με τη δεύτερη χρυσή μπασκετική φουρνιά της Εθνικής και τη μεγάλη ομάδα της περασμένης δεκαετίας, από τον πάγκο, ως ο άνθρωπος που ήταν η ψυχή των αποδυτηρίων κι ελάφρυνε την ατμόσφαιρα, όταν χρειαζόταν.
Το διαζύγιο με τον Άρη ήταν επεισοδιακό και περιελάμβανε μια ανταλλαγή που προκάλεσε αίσθηση στον καιρό της, με το Μέμο Ιωάννου, το καλοκαίρι του 1991. Ο Φιλίππου πρόσθεσε έναν ακόμα τίτλο στην προσωπική του συλλογή, το πρωτάθλημα του 1992, αλλά και έναν ακόμα κρίκο στα χαμένα Φάιναλ-Φορ της καριέρας του το 1993, με τον ΠΑΟΚ στο ΣΕΦ -το στάδιο όπου θα εργαζόταν ως υπεύθυνος, μετά από 20 χρόνια περίπου. Δεν είχε όμως το χρόνο συμμετοχής που ήθελε και έκλεισε σχετικά νέος και μάλλον άδοξα την καριέρα του, στον Παπάγου, την επόμενη χρονιά.
Όταν έγινε υπεύθυνος του ΣΕΦ, πήγε σε πολλά παιχνίδια του ποδοσφαιρικού Ολυμπιακού στο Καραϊσκάκη, κάνοντας έτσι γνωστές τις μεγάλες του αγάπες -τους ερυθρόλευκους και το ποδόσφαιρο- μολονότι ο ίδιος γνώρισε την επιτυχία σε τελείως διαφορετικά μονοπάτια. Τα υπόλοιπα μπορείτε να τα διαβάσετε σε μια ενδιαφέρουσα και χειμαρρώδη συνέντευξη, που είχε δώσει προ τριετίας στο Γιάννη Φιλέρη, με το κλασικό χιούμορ και τον αυτοσαρκασμό, που παραμένει ως σήμερα σήμα-κατατεθέν του.