«Βάλ’ το αγόρι μου…» – Από τον Νέισμιθ στον Αντετοκούμπο
Όλα ξεκίνησαν από τον Τζέιμς Νέισμιθ, που γεννήθηκε μια μέρα σαν σήμερα, στις 6 του Νοέμβρη 1861 και μέχρι ν’ ακουστεί η περίφημη ατάκα απ’ τον Σκουντή, κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι της μπασκετικής ιστορίας.
Το μπάσκετ είναι ένα από τα δημοφιλέστερα αθλήματα σε πολλές χώρες του κόσμου και ένα εμπορικό προϊόν που αποφέρει τεράστια κέρδη σε επιχειρηματίες και έναν περιορισμένο κύκλο αθλητών. Δεν ήταν όμως πάντα έτσι.
Η εφεύρεση και η εξέλιξή του μοιάζει με κινηματογραφική ταινία, που τα πρώτα της γυρίσματα είχαν τα χρώματα του άσπρου-μαύρου.
Το μπάσκετ οφείλει την ύπαρξή του σ’ ένα θεοσεβούμενο καθηγητή του χριστιανικού Κολλεγίου φυσικής αγωγής του Σπρίνγκφιλντ, στη Μασαχουσέτη των ΗΠΑ. Τον Καναδό πάστορα με δίπλωμα φυσικής αγωγής Τζέιμς Νέισμιθ, που «γέννησε» την ιδέα για ένα άθλημα «εσωτερικού χώρου», που να μπορεί δηλαδή να παίζεται τους ψυχρούς μήνες του χειμώνα στις κλειστές εγκαταστάσεις του Κολλεγίου.
Όλα ξεκίνησαν από τον Τζέιμς Νέισμιθ, που γεννήθηκε μια μέρα σαν σήμερα, στις 6 του Νοέμβρη 1861 (έφυγε από τη ζωή στις 28 του Νοέμβρη 1939) και μέχρι ν’ ακουστεί η περίφημη ατάκα «βάλ’ το αγόρι μου» απ’ τον Σκουντή, κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι της μπασκετικής ιστορίας.
Ο Νέισμιθ ήταν αθλητικός τύπος και είχε υπάρξει συγκυριακά αθλητής του ράγκμπι, που είναι ένα άθλημα που ως γνωστόν πέφτει πολύ ξύλο. Ίσως γι’ αυτό όταν σκέφτηκε κι έγραψε τους πρώτους πέντε κανόνες του νέου αθλήματος, απαγόρευε ρητά τη σωματική επαφή μεταξύ επιτιθέμενου και αμυνόμενου.
Κανόνας πρώτος: Το άθλημα θα παίζεται με τα χέρια και η μπάλα θα είναι στρογγυλή (αρχικά χρησιμοποιήθηκε μπάλα ποδοσφαίρου).
Κανόνας δεύτερος: Απαγορεύεται να περπατάνε οι παίκτες κρατώντας την μπάλα.
Κανόνας τρίτος: Οι αλλαγές παικτών επιτρέπονται σε οποιαδήποτε στιγμή του αγώνα.
Κανόνας τέταρτος: Δεν επιτρέπεται η σωματική επαφή στον παίκτη που κρατάει η μπάλα.
Κανόνας πέμπτος: Ο στόχος θα είναι ανυψωμένος και σε οριζόντιο επίπεδο πάνω από το έδαφος.
Ήταν Δεκέμβρης του 1891 όταν ο καθηγητής Νέισμιθ ανακοίνωνε στους κολλεγιόπαιδες την εφεύρεσή του. Οι νεαροί ενθουσιάστηκαν και ζήτησαν να παίξουν το νέο παιχνίδι.
Στην αρχική σκέψη του καθηγητή ο «στόχος» είχε τη μορφή ενός ξύλινου κιβωτίου. Όταν οι μαθητές του συμφώνησαν να παίξουν, άρχισε να αναζητά δυο τέτοια κιβώτια. Απευθύνθηκε στον φύλακα του Κολλεγίου κι εκείνος αφού έψαξε και δε βρήκε πρόχειρα, του αντιπρότεινε δυο ξύλινα καλάθια που βρήκε σε μια γωνιά της αποθήκης, από αυτά που το καλοκαίρι γέμιζαν με ροδάκινα από τους κήπους του Κολλεγίου.
Τα καλάθια-στόχοι τοποθετήθηκαν όπως ακριβώς προέβλεπαν οι κανόνες: ανυψωμένα και σε οριζόντιο επίπεδο πάνω από το έδαφος. Τόσο που χρειάστηκε και μια σκάλα και κάποιος να ανεβαίνει και να βγάζει τη μπάλα από το καλάθι, όταν κάποιος μαθητής έβρισκε στόχο (κάτι που έτσι κι αλλιώς τον πρώτο καιρό συνέβαινε σπάνια).
Ο πρώτος αγώνας έγινε μεταξύ δυο ομάδων που αποτελούνταν από εννιά παίκτες η καθεμιά και σημειώθηκε μόλις ένα καλάθι.
Το επόμενο χρόνο οι πέντε βασικοί κανόνες εμπλουτίστηκαν από τον Νέισμιθ με άλλα οχτώ σημεία, πολλά από τα οποία ισχύουν και στις μέρες, όπως η πεντάδα των παικτών (αντί για εννιά).
Ο πρώτος επίσημος αγώνας έγινε μεταξύ των ομάδων των μαθητών και των καθηγητών του Κολλεγίου, στις 11 του Μάρτη 1892. Ο καθηγητής μάλλον θα ήταν μετριόφρων για να απορρίψει την πρόταση μαθητών του, το νέο άθλημα να ονομαστεί «Νέισμιθ-μπολ» και το ονόμασε «μπάσκετμπολ». Τελικό σκορ 5-1 υπέρ των μαθητών.
Την ίδια χρονιά κιόλας η φήμη του νέου αθλήματος άρχισε να εξαπλώνεται. Το καλάθι εξελίχτηκε σ’ ένα κυλινδρικό στεφάνι με πλεχτό δίχτυ ολόγυρα, ραμένο από κάτω για να συγκρατεί τη μπάλα (σε λίγο η σκάλα θα επέστρεφε στην αποθήκη) και το 1893 μια εταιρεία θα κατασκευάσει τις πρώτες μπασκέτες. Τα καλάθια πια τοποθετούνται ψηλά και οι θεατές που συχνά επενέβαιναν και αλλοίωναν την κατάληξη των σουτ… δεν τα φτάνουν.
Στις 22 του Μάρτη 1893, στο Σμιθ Κόλετζ του Νορθάμπτον θα γίνει το πρώτο τζάμπολ μεταξύ γυναικείων ομάδων και την επόμενη χρονιά μια άλλη εταιρεία κατασκευάζει την πρώτη μπάλα ειδική για μπάσκετ.
1893 έλεγε το ημερολόγιο κι όταν το νέο άθλημα «ταξίδεψε» στην αποδώ πλευρά του Ατλαντικού. Για πρώτη φορά στην Ευρώπη μπάλα του μπάσκετ «έσκασε» σε γήπεδο της Γαλλίας.
Τίποτα πια δεν θα μπορούσε να ανακόψει τον ρου της ιστορίας που θα γραφόταν με την ίδρυση της Διεθνούς Ομοσπονδίας Μπάσκετ, γνωστής και ως ΦΙΜΠΑ (1932), την εισαγωγή του αθλήματος στους Ολυμπιακούς Αγώνες (1936), την ίδρυση του ΝΒΑ (1949), χιλιάδες αγώνες σε εθνικό, διεθνές και παγκόσμιο επίπεδο, την ενασχόληση με το μπάσκετ εκατομμυρίων ανθρώπων και τη «γέννηση» μιας χούφτας υπεραθλητών-μαζικών ειδώλων.
Στη χώρα μας υπήρχε καλό μπάσκετ και πριν την έκρηξη που ακολούθησε την κατάκτηση του ευρωπαϊκού πρωταθλήματος, το 1987. Όμως η εθνική του Γκάλη, του Γιαννάκη, του Φασούλα, του Φάνη, του τίμιου Γίγαντα Καμπούρη, και των «άλλων παιδιών» θα φέρει αιώνια… την ευθύνη που σε κάθε ανοιχτό χώρο, σε κάθε σχολικό πραύλιο, σε κάθε σπιτική αυλή, σε κάθε ελιά καρφώθηκε και μια μπασκέτα, και το άθλημα άλλαξε ταχύτητες και ανέβηκε επίπεδα.
Κοιτάζοντας πίσω, προς την εποχή του Καναδού καθηγητή του Σπρίνγκφιλντ, δε μπορείς να μη σκεφτείς πόση ομορφιά προστέθηκε στη ζωή και πόσο πλούτισε η ανθρώπινη ύπαρξη, χάρη σε κάποιους οραματιστές και ανήσυχους πρωτοπόρους, ένας από τους οποίους ήταν κι ο Τζέιμς Νέισμιθ.
Όσα χρόνια κι αν πέρασαν από τότε (126!) το μπάσκετ δεν έπαψε να γοητεύει και να συναρπάζει, να συγκινεί τους μεγάλους και να παρακινεί τα νέα παιδιά, να δημιουργεί ομάδες ανταγωνιστικές και αθλητές υψηλότατου επιπέδου όπως -πιο πρόσφατο παράδειγμα- ο δικός μας Γιάννης. Και να «κάνει ταμείο» από τζίρους δισεκατομμυρίων. Οι ανταγωνισμοί των πολυεθνικών, των επιχειρηματικών ομίλων φύσηξαν κι έδιωξαν μακριά το μεγαλύτερο μέρος της μαγείας και την αύρα της «παλιάς» εποχής.
Κοιτάζοντας προς το μέλλον, το μόνο ίσως σίγουρο είναι ότι η πορτοκαλί θεά, ως άλλη ωραία Ελένη δεν θα πάψει να θέλγει, να μοιράζει υποσχέσεις και να γίνεται το «μήλον της έριδος» για κάθε επίδοξο «καταχτητή», με αγνές και κάθε άλλου είδους προθέσεις…