Βάλε μέσα τον Γκαγκαλούδη να καεί το πελεκούδι…
Πολλοί παίκτες έχουν δει το όνομά τους να γίνεται σύνθημα. Λίγοι όμως θα μπορούσαν να (το) χορέψουν ή να (το) τραγουδήσουν μαζί με την εξέδρα, όπως ο Γιάννης Γκαγκαλούδης.
Πολλοί παίκτες έχουν δει το όνομά τους να γίνεται σύνθημα. Λίγοι όμως θα μπορούσαν να (το) χορέψουν ή να (το) τραγουδήσουν μαζί με την εξέδρα, όπως ο Γιάννης Γκαγκαλούδης.
Γεννήθηκε στην Κυψέλη σαν σήμερα το 1978 και ήταν από μικρό παιδί Παναθηναϊκός, χωρίς αυτό να τον εμποδίσει να ταυτιστεί με το κοινό άλλων ομάδων, χάρη στο πάθος και την ενέργεια που έβγαζε στο γήπεδο σε όλες τις ομάδες που έπαιζε. Ξεκίνησε παίζοντας ποδόσφαιρο και χάντμπολ (!) πριν τον κερδίσει η πορτοκαλί θεά. Έκανε τα πρώτα του βήματα στο Παλαιό Φάληρο και πρωτόπαιξε στη μεγάλη κατηγορία με τη Δάφνη.
Έκανε το πρώτο άλμα στην καριέρα του με τη μεταγραφή του στον Άρη, όπου ήταν κυρίως αναπληρωματικός, αλλά με ποιοτικά λεπτά συμμετοχής, ένα μπάζερ μπίτερ στο Ιβανόφειο κι έναν ευρωπαϊκό τίτλο που τον έστειλε μαζί με τους φανατικούς στην κερκίδα να χτυπάει τρελαμένος το τύμπανο και να δίνει ρυθμό στα συνθήματα. Όταν όμως πήγε στον ΠΑΟΚ, οι Αρειανοί τον φώναζαν ειρωνικά “τυμπανιστή” και χάρηκαν όσο λίγες νίκες το στιγμιότυπο με το περίφημο “έλα αγόρι μου” του Σιγάλα, στην τελευταία φάση που έκρινε το ματς.
Στο ενδιάμεσο ο Γκάγκα έκανε πραγματικότητα το παιδικό του όνειρο να παίξει στον Παναθηναϊκό. Πήρε ένα πρωτάθλημα με την ομάδα της καρδιάς του και προπονητή τον Ομπράντοβιτς, χωρίς να έχει όμως μεγάλο χρόνο συμμετοχής και ουσιαστική προσφορά.
Τα επόμενα δύο χρόνια έπαιξε στον ΠΑΟΚ κι έκλεισε τον κύκλο της Θεσσαλονίκης -όπου έπαιξε και το καλύτερο μπάσκετ της καριέρας του- με τη μεταγραφή του στον Ηρακλή. Σε αυτά τα δέκα χρόνια είχε γίνει ένας γυρολόγος των γηπέδων, παίζοντας μεταξύ άλλων στην Κύπρο, την Τυνησία όπου γιόρτασε το νταμπλ με την ομάδα του, την ΑΕΚ και την τελευταία καλή ομάδα του Αμαρουσίου.
Εκεί, μετά από μια συναρπαστική σειρά πλέι-οφ εναντίον του Άρη, άκουσε προς το τέλος του αγώνα -και ενώ είχε κριθεί το ματς και η πρόκριση- το κοινό του Αλεξανδρείου να τον πικάρει με αντεστραμμένη αγάπη και να φωνάζει ρυθμικά, κάνοντας ρίμα με το όνομά του:
Βάλε μέσα τον Γκαγκαλούδη, να καεί-να καεί το πελεκούδι…
Ο ίδιος δεν είχε κανένα απολύτως πρόβλημα με αυτό, μιας και είναι -κατά δήλωσή του- ο πιο αντιπαθητικός παίκτης και οι φίλαθλοι τον βρίζουν σε όποιο γήπεδο κι αν παίζει. Ενώ κατάφερνε να γίνει αντιπαθής και στους προπονητές του, όπως με το Μίνιτς που απαίτησε να κουρευτεί, αν θέλει να παίζει, κι αυτός του αντιπρότεινε να βγάλει μαλλιά, γιατί ήταν φαλακρός…
Στα μπασκετικά του γεράματα, ο Γκάγκα έγινε ο βασιλιάς της Α2, όπου συνεχίζει να πρωταγωνιστεί στα 40 του. Έπαιξε στη Λιβαδειά και στον Ηρακλή και συνεχίζει ακάθεκτος στο Αιγάλεω, παίρνοντας την απόφαση να μη φύγει ξανά από την Αθήνα, όπου ζει. Βγήκε 1ος σκόρερ της κατηγορίας, MVP του πρωταθλήματος αλλά και στην καλύτερη πεντάδα του, τις τελευταίες τέσσερις χρονιές.
Πριν από μερικές ημέρες ο Γκαγκαλούδης έκανε ένα κάλεσμα σιωπηρής διαμαρτυρίας με κεριά στο Σύνταγμα για τις πυρκαγιές στο Μάτι, για να ζητήσουν όλοι συγνώμη από τα θύματα. Απέδειξε πως η καλώς εννοούμενη τρέλα του μπορεί να ήταν απαραίτητο διαβατήριο για να κάνει μια αξιόλογη καριέρα, δε φτάνει όμως για να πάρει μια σοβαρή πρωτοβουλία, που να έχει κάτι να πει.