“Εκεί μακριά στο πέλαγος μου δείχνουν τα σημάδια Μάνες απαρηγόρητες στου ερέβους τον γκρεμό Τη θάλασσα να υψώνεται να πνίγει στα σκοτάδια Ψυχές ανυπεράσπιστες που ψάχνουν ριζικό…”
“…αλλά ο κόπος του, από χρόνο σε χρόνο λιγότερα αξίζει, το εισόδημά του όσο πάει λιγοστεύει, το ψωμί που με τόση δυσκολία βγάζει, όλο και περισσότερο μικραίνει, είναι ολοφάνερο ότι κάποιος τον ληστεύει.”
“Κι αν μόνο ένας, πούνε, πως κάηκε, κι εσύ μ’ απάθεια κατανεύσεις, συλλογίσου! πως κάτι μέσα σου μηδενίστηκε, για να φτάσεις να απαντάς σ’ ανθρώπου κραυγή με τη δική σου σιωπή…”
Στα δάση και στις ερημιές Φυλάω τα παιδιά μου Κι όσα ενέχυρα παλιά Τα παίρνω για σπαθιά μου
“…αυτοί οι άνθρωποι δεν έριχναν βόμβες, αλλά νερό, όμως το αεροπλάνο τους τσακίστηκε, σε ένα βουνό…”
“Ήρθε η Ηλέκτρα αποβραδίς απ’ όλα τα μπλόκα ξεγλιστρώντας σαν να ‘θελε στον κόρφο της να σε κρύψει στ’ ανοιχτό της πουκάμισο ανέμιζαν τα πρώτα σημάδια λευτεριάς Μην είδατε την Σωτηρία;…”
“…εδώ δεν μιλάμε απλά για φόνους, αλλά για νόμιμες γενοκτονίες, οι οποίες πραγματοποιούνται για λόγους εκδημοκρατισμού, από κουστουμαρισμένους φονιάδες.”
“Μέρες τώρα αφουγκράζομαι τη λύπη των σύννεφων Σαν αίμα που ασφυκτιά στις φλέβες η εξέγερσή τους.”
“Μα τι θ’ απογίνεις τώρα; Φεύγουν Πρόεδρε με φόρα άδειασε η Κουμουνδούρου πάει η Πόπη, πάει κι η Δούρου…”
“Τ’ άγγιγμά του το γλυκό, σαν το πουλί, επέταξε μακριά. Στην κάμαρη, μαύρο, πυκνό σκοτάδι. Ο ήλιος βγήκε το πρωί και έδυσε πριν φέξει.”