Το 1964, στις φυλακές Αίγινας, έφτασε από τη Μόσχα ένας φάκελος… “Ποιος να σου το ’λεγε, πως απ’ τα τριάντα αυτά χρόνια μιας δύσκολης και πολυτάραχης ζωής Ωιμέ! τα δεκαπέντε θα περνούσαν στης εξορίας τα σύρματα, στα σίδερα της φυλακής!”
“Οι αστοί δεν θέλουν λυπημό, δεν έχουνε πατρίδα. Πιάσε φτυάρια για θάψιμο, δεν θα τους κλάψει μάνα. Πατέρας μάνα τους, παππούς… η μάσα και το χρήμα.”
Πρέπει να ήταν ένα απ’ τα Φεστιβάλ στο Περιστέρι, μυριάδες κόσμος! Ξαμολήθηκε ο Πετρής κι άντε να τον πιάσεις! Πρώτα στη Διεθνούπολη… Μετά στους πάγκους με τα βιβλία… Μαγνητιζόταν από τη φωνή και τη μορφή του Κατράκη πάνω στη σκηνή… Αλλά η στιγμή που κατά κυριολεξία ριγούσε το κορμί και η ψυχή του, ήταν όταν άκουγε τη φωνή του Ρίτσου…
ΤΩΡΑ ΠΕΙΝΑΩ ΓΙΑ τη φωνή, το στόμα τα μαλλιά σου κι αμίλητος και νηστικός γυρνάω στους πέντε δρόμους δε με χορταίνει το ψωμί, η αυγή μ’ αναστατώνει, κι απ’ το πρωί το βήμα σου ψάχνω που κελαρύζει.
“Και γνώριζε πως θα ξυπνήσουμε και τ’ όνειρο δεν θα τελειώσει την αυγή.”
Μια μέρα σαν σήμερα, στις 21 Σεπτέμβρη του Σεπτέμβρη 1934, ερχόταν στη ζωή ο σπουδαίος Καναδός λογοτέχνης και τραγουδοποιός Λέοναρντ Κοέν.
“Ας χωριστούμε, αγαπημένη τώρα που δαγκώνουμε αντάμα της νιότης το κόκκινο ρόδο ως το αίμα μας κτυπά δυνατά μες στις φλέβες και την καρδιά μας δεν μάρανε ακόμα των χρόνων το βάρος…”
“-Να μην ξεχαστεί ο φασισμός! Τώρα σηκώνει πάλι το κεφάλι, τώρα οι άνθρωποι ζούνε μέσα στη σιωπή. Να μην ξεχαστεί ο φασισμός!”
Ο στιχουργός Βασίλης Κανιάρης έγραψε ένα συγκινητικό τραγούδι με αφορμή τον θάνατο του Μίκη Θεοδωράκη
“Τ’ άνθη μου τι να τα κάνεις σε τόπο που ύπουλα σε κοιτούν Τα φιλιά μου τι να τα κάνεις σε τόπο που χαραμίζεται η ζωή…”