“Κάτι χειρότερο από γερατειά η χώρα τούτη κατοικείται από νιάτα αμεταχείριστα…”
η εξουσία δεν εννοεί / να καταλάβει ότι / εξακολουθεί να μάχεται / γλυκά, πεισματικά / για την ευτυχία / του ανθρώπου
«Μα δε δίνω πεντάρα τι θα σκεφτεί ο κόσμος…» – Το «ακατάλληλο» στην Ελλάδα του 1962 «Τρίτο στεφάνι» καθιέρωσε τον Κώστα Ταχτσή στο χώρο της μεταπολεμικής ελληνικής λογοτεχνίας
Φυλάξτε τα βιβλία σας. Αύριο, μεθαύριο, σ’ ένα μήνα, σ’ ένα χρόνο και εφ’ όσον θα έχετε κινήσει, φτάσει και δε θα έχετε κομματιαστεί σ’ έναν πόλεμο, με τα βιβλία θα αρχίσετε να ξαναζείτε. Μην ξεγελιέστε, ο άνθρωπος δεν πεθαίνει μονάχα μια φορά…
“Ξανάπιασε η μπόχα απ’ της πηγάδας το λαιμό…”
“Μου ’παν για την έγνοια που σε δέρνει και τον πόνο σου για μένα τον πνιχτό παίρνεις, λένε, τα σοκάκια τυλιγμένη στο φτενό, παλιομοδίτικο παλτό…”
– Δεν είναι σωστά πράγματα αυτά που κάνω, είπε. Ποτέ όμως δεν κατάλαβα, γιατί δεν ενοχλείται κανείς. Ίσως νάναι όλοι τους πεθαμένοι…
“Σε βρήκα κάποια νύχτα σ’ ένα στίχο και κύλισε το δάκρυ μου στο χώμα, σε είδα στον καθρέφτη σ’ έναν τοίχο στην πόλη που δε γέρασε ακόμα…”
Αγάπη, νεότητα και χρήμα, η εφήμερη δόξα: τα πάντα απ’ το βατήρα καταδύσεων πέσανε στο νερό. Καταβροχθίστηκαν τα πάντα απ’ τα θηρία.
Αφιερωμένο στο φαινόμενο του φασισμού, σ’ εκείνους που κάνουν τους αδιάφορους και στους άλλους, που, αφού σφετερίστηκαν τραγούδια γνωστών συνθετών σήμερα αλλού σφυρίζουν…