“«Ρόμπερτ Οπενχάιμερ!»/ Δεν έχετε ούτε τη δύναμη/ να φωνάξτε, παρών;/ Σήκω απάνω κατηγορούμενε!/ Ρόμπερτ Οπενχάιμερ!/ Δεν κρίνεσαι. Κρίθηκες…”
Προσπαθείς όμως. Προσπαθείς να σκοτώσεις τον μικρό φασίστα που κρύβεις μέσα σου. Θα σου πάρει καιρό. Αλλά είναι ο μόνος φόνος που επιτρέπεται. Επιβάλλεται μη σου πω. Ναι,ναι! Είσαι ένας μικρός… δολοφόνος τελικά.
“Απόψε, Φεντερίκο, σαν μελαμψός νοτιάς φτάνει πάνω στη σάρκα μου η ζεστή ανάσα σου…”
Ήταν μια νεκρή καμένη χώρα Που δεν ευώδιαζε ούτε μιαν οπώρα
Η τέχνη και ο έρωτας αποτελούν τον ιδανικό συνδυασμό. Και αυτά τα καλλιτεχνικά αριστουργήματα το αποδεικνύουν.
“Δεν ημπορώ να φαντασθώ την ώρα που τα παπούτσια του θε’ να κρεμάσει, θα φύγει από τα γήπεδα, θα σταδιοδρομήσει ως επιχειρηματίας ή χωροφύλαξ έστω και θα βρεθεί υπό μετάθεσιν στην Αταλάντη…”
Το φορτηγίσιο σκαλοπάτι ψηλό για να προστατεύει από τα κύματα, την έκρυβε από τη μέση και κάτω. Με κοιτούσε κατάματα. Πάνω στη φτενή κι αδύνατη πλάτη, σ’ ένα μαντίλι που οι δύο άκρες του δένονταν κόμπο κάτω απ’ το λαιμό της και οι δύο άλλες στη μέση της, βρισκόταν ένα μικρό κινεζάκι ίσαμε έξι μηνών. Έπαιζε με τη στριφτή πλεξίδα της…
“Τα καταστήματα ήταν ερμητικά κλεισμένα Και τα μπαλκόνια σταχτερά και μελαγχολικά Φτώχεια, ανεργία, στόματα πεινασμένα Και στην καρδιά μου σύννεφα πολλά…”
“Μετά το έγκλημα έχουν οι δολοφόνοι τα πιο αθώα μάτια…”
Πες μου, πες μου —ρωτάω έναν φίλο— Πώς ήτανε, πες μου, ο Καμίλο;