Σκληροί γινόμαστε, γιατί μας στερούν όχι μονάχα την ομορφιά της ζωής και της φύσης, μια θέση κάτω από τον ήλιο, μα και το πιο στοιχειώδες στον άνθρωπο. Μα αν είμαστε πεζοί μ’ αυτή την έννοια, γιατί θέλουμε να δόσουμε πρώτα απ’ όλα τα υλικά αγαθά στον άνθρωπο, δεν είμαστε καθόλου πεζοί με άλλη έννοια, αφού θέλουμε να δόσουμε στους δουλευτές και την ομορφιά και το μεγαλείο της φύσης, τους υλικούς και αισθητικούς καρπούς της.
“Αγάπη μου, σ’ αγαπώ, όπως και να ’σαι…”
Το λιάτικο με το θραψαθήρι/Ζωγραφίζουν τις καμπύλες σου…
«Μπορεί να είναι όπως το λέτε, κύριε Στράτο, και μπολσεβίκοι και άθεοι, αλλά το σωστό και η αλήθεια να λέγονται…»
Τώρα δεν μπορούν να υπάρχουν άνθρωποι που να μη μας καταλαβαίνουν! Τώρα η ζωή μας έχει υιοθετήσει.
– Λοχία!!! τον φωνάζει η αντάρτισσα. – Τι θέλεις συναγωνίστρια; – Αν έχεις αρχίδια, έλα εδώ να με γαμήσεις ρε μαλάκα, του λέει αυτή. Μούγκα ο Λοχίας μπρος στην αυστηρότητα και την ειρωνεία της φωνής της αντάρτισσας. Γέλια ειρωνικά οι φαντάροι με το πάθημα του λοχία τους ο οποίος με την ουρά στα σκέλια το φυσούσε και δεν κρύωνε.
Ο Χικμέτ «τη μοναξιά τη γνωρίζει περισσότερο μέσα στη φυλακή κι όχι ανάμεσα στους ανθρώπους…Τη δέχεται σαν κοινωνικό καταναγκασμό που μπορείς να τον πολεμήσεις, κι όχι σαν αναπότρεπτη μοίρα της ανθρώπινης ύπαρξης. Είναι μια φυλακή που πρέπει και μπορεί να την γκρεμίσει…»
Σαν σήμερα, στις 23 του Ιούνη 2005, έφυγε από τη ζωή ο μεγάλος μας ποιητής Μανόλης Αναγνωστάκης, από τους σημαντικότερους της μεταπολεμικής γενιάς. Στην Κατοχή εντάχτηκε στην ΕΠΟΝ και στο ΚΚΕ.
“…το σπίτι μπογιατίζεται κάθε χρόνο ο πατέρας βγήκε στη σύνταξη η μητέρα χτίστηκε στις κάμαρες…”
“Για μένα τα παιδικά μου χρόνια είναι ίσως το πολυτιμότερο περιουσιακό μου στοιχείο, το οποίο θεωρώ αναπαλλοτρίωτο και, βέβαια, μαζί με την ελληνική γλώσσα που μιλάω, η μοναδική μου πατρίδα…Τα παιδικά μου χρόνια υπήρξαν σε πολύ δύσκολες στιγμές της ζωής μου η μοναδική μου καταφυγή…”