Φιντέλ: Πόσα τουφέκια φέρνεις; Ραούλ: Πέντε. Φιντέλ: Και δύο που έχω εγώ, εφτά! Εντάξει, τώρα κερδίζουμε τον πόλεμο!
Το κοχύλι με έναν κοφτό ήχο έσπασε στα δύο, κόβοντας την παλάμη του. Το αγόρι έφερε αργά το χέρι του μπροστά του και κοίταξε το κομματιασμένο από την οργή κοχύλι και τις σταγόνες από το αίμα του που γυάλιζαν πάνω του. Εκεί βρισκόταν η δύναμη.
“…Μη μου μιλάς λοιπόν για πλάνα και στρατηγικές Για χτεσινά διδάγματα και ώριμες συνθήκες Αυτοί που πέσανε κι αυτοί που αύριο θα πέσουν φαντάσματα είναι και με κυνηγούν…”
Από την πρόσφατη ποιητική του συλλογή «Το παιδί π’ απέμεινε όρθιο»
Ένα τρυφερό παραμύθι (ή «παραμύθι») για αναγνώστες κάθε ηλικίας.
Α’ Μέρος – «Θα ήθελα να μπορούσα να απαλείψω τον πόνο από τον κόσμο του παιδιού μου. Θα ήθελα -εγώ τουλάχιστον- να μην το πληγώσω ούτε στο ελάχιστο. Καθόλου. Γνωρίζω όμως ότι αυτό δεν είναι δυνατόν να αποφευχθεί. Κι αυτό με πληγώνει».
Τα επιχειρήματα είναι εντελώς ανίσχυρα μπροστά σε μια τέτοια απολιθωμένη παράδοση, και μπορούν να την επηρεάσουν όσο κι ένας βράχος το κύμα. Και σαν τη δική της διαπαιδαγώγηση, ήταν και η διαπαιδαγώγηση όλων των υπόλοιπων. Και το πιο λαμπερό μυαλό σ’ ολόκληρη τη χώρα δε θα ήταν ικανό να καταλάβει πόσο λαθεμένη ήταν η άποψή της…
Το πρωί τον βρήκανε κάτω από τα παράθυρα του κοριτσιού. Σημάδι δεν έμενε πια απ’ την ασχημιά του και χρειάστηκαν άλλα σημάδια για να γνωρίσουν ποιος ήτανε. Κανένας δεν τον λυπήθηκε, κανένας δεν τον έκλαψε και σαν τον θάψανε σα σκυλί την άλλη μέρα, άνδρες και γυναίκες γελούσαν με τα παράξενα που γίνονται στον κόσμο.
“Την επανάστασή μας την πλησίασε τίμια και μ’ ενθουσιασμό, αλλά οι λεπτοκαμωμένες κομψές λέξεις του συμβολιστή δεν μπορούσαν ν’ αντέξουν και να σηκώσουν στους ώμους τους τις βαριές εικόνες που έφερε η επανάσταση, πέρα για πέρα πραγματικές και ωμότατες.” (Μαγιακόφσκι)
Αδυνατώντας να συλλάβει την ταξική φύση του φασιστικού φαινομένου, ο Τσβάιχ ήταν καταδικασμένος να το αντιλαμβάνεται σχεδόν ως”φυσική καταστροφή”, προσλαμβάνοντάς το κυρίως με όρους υπαρξιακής απώλειας, με αυτοκαταστροφικές τελικά συνέπειες.