“Την Ιστορία του Κόμματος μας, σύντροφοι, δε μπορούν να τη μετρήσουν οι αριθμοί, ούτε να την ιστορήσουν οι σελίδες οι γραμμένες με αίμα…”
Μεγάλος σατιρικός ποιητής αλλά λιγότερο γνωστός από τον συμπατριώτη του Ανδρέα Λασκαράτο, ο Κεφαλλονίτης Μικέλης Άβλιχος, γεννήθηκε στις 18 του Μάρτη 1844 και έφυγε από τη ζωή στις 28 του Νοέμβρη 1917.
«Ανοίγοντας» το συγκλονιστικό «Σακί» του Γιώργη Παυλόπουλου…
Κι ο στρατός του Φιντέλ Κάστρο, / μπόρα που κλωσάει κυκλώνες, / σαν από εκατό ποτάμια / της Αμαζονίας ορμάει. * Πόσο η δύναμή σου θα μας λείψει. / Μα ούτ’ ο θάνατος ο ίδιος να σε σβήσει δεν μπορεί. * Μετά τον είδα να φεύγει / Γυμνός και ωραίος: / Να κυνηγάει τους κανάγιες / Με της ζωής τα κανόνια.
Η φωνή μας δεν είναι μήτε μια σταγόνα μια σταγόνα που θα ανέβαζε το κύμανα σκεπάσει ένα χαλίκι
Στον καπιταλισμό, ο άδικος χαμός παιδιών εργατών, ο θάνατος του εργάτη επειδή είναι εργάτης, ο ξεριζωμός του, η περιστολή των δημοκρατικών του ελευθεριών είναι η εξίσωση πολέμου και ειρήνης.
Η οξυδέρκεια και η κατά περίσταση εναλλαγή αδιαλλαξίας και σκληρότητας με ευέλικτες υποχωρήσεις, κατέστησαν το ντε Γκωλ την πιο επιτυχημένη πολιτική επιλογή της γαλλικής αστικής τάξης στην ως τώρα ιστορία της, σε μια εποχή που η τελευταία αντιμετώπιζε πολλαπλές απειλές για την κυριαρχία της.
Ο Άλκης Αλκαίος συμμετείχε ενεργά στον αντιδικτατορικό αγώνα. Πιάστηκε από τη χούντα το καλοκαίρι του 1972, κρατήθηκε και βασανίστηκε άγρια για πέντε μήνες, πρώτα στην Μπουμπουλίνας και ύστερα στο ΕΑΤ-ΕΣΑ, με αποτέλεσμα να επιδεινωθεί ανεπανόρθωτα η υγεία του. Ο ίδιος προτιμούσε να μη μιλάει. Μόνο ένας δυο στενοί φίλοι γνώριζαν…
“Αν γινότανε να ξαναγεννηθώ κι’ ακόμα αν τούτη τη φορά διπλά βασανιζόμουνα, από το ίδιο το στρατί θα ξαναπορευόμουνα!”
Σε είπανε Θεσσαλονίκη, Σαλονίκη, Σαλονίκ, Σελιανίκ, Σαλονίκο, Σαλόνικα και Σόλουν· μικρή Κωνσταντινούπολη και Νέα Ιερουσαλήμ. Υπήρξες η αγαπημένη των Ησυχαστών, η εκλεκτή των Καισάρων, η οιονεί προσφυγομάνα, και τον καιρό της Κατοχής, στον οργασμό του ρεμπέτικου, η πρώτη -λέει ο Βαμβακάρης- φτωχομάνα.