Δεν παραγνωρίζω, βέβαια, το γεγονός ότι σε πολλούς αυτοί οι στίχοι προκαλούν απέχθεια, επειδή αναφέρονται στους νέγρους [negros] και στον λαό. Δεν με πειράζει. Ή καλύτερα: Με χαροποιεί. Κι αυτό σημαίνει ότι τέτοια κοφτερά μυαλά δεν περιλαμβάνονται στη λυρική μου ατζέντα. Εκτός τούτου πρόκειται για καλό κόσμο. Έφτασαν με πολύ κόπο από την κουζίνα στην αριστοκρατία και τρέμουν μόλις αντικρύσουν μια χύτρα. (Ν.Γκ.)
Το Κόμμα σ’ έχει φυλαγμένο κι η φάλαγγα καθώς βαδίζει του Δημοκρατικού Στρατού σφυρίζει ένα σκοπό για Σένα λυπημένο
“Κατά καιρούς μ’ έχουν χαρακτηρίσει καθαρά πολιτικό ποιητή. Προσωπικά δεν νομίζω ότι είμαι πολιτικός ποιητής. Είμαι ερωτικός και πολιτικός μαζί. Συνδυάζονται αυτά τα δύο. Είναι η εποχή που τα συνδύαζε αυτά τα δύο. Δηλαδή δεν μπορούσε να είναι κανείς ερωτικός ποιητής, ξεχνώντας το πολιτικό πλαίσιο εκείνης της εποχής που ήταν φουντωμένα τα πολιτικά πάθη”
Ο εστέτ ιδεαλιστής μετατράπηκε σε φλογερό κήρυκα της εαμικής αντίστασης, στην οποία εντάχθηκε ήδη από το 1941.
Άλλοι ομολογούν πως παρασύρθηκαν από τη μόδα των καιρών, την ίδια μόδα που μεγάλωνε τα γένια και μάκραινε τα μαλλιά, λες και η επανάσταση ήταν υπόθεση κομμωτικής.
Το έργο του χαρακτηρίζεται από πρωτοποριακές αισθητικές αναζητήσεις, αλλά οι ριζοσπαστικές του διαθέσεις περιορίζονταν στον χώρο της τέχνης του, καθώς πολιτικά ήταν ιδιαίτερα συντηρητικός.
Θεωρείται ο βασικότερος εκπρόσωπος της λεγόμενης “υπαρξιακής ψυχοθεραπείας”, η οποία βασίζεται στο αξίωμα της οντολογικής μοναξιάς του ανθρώπου, εναρμονιζόμενη ανεξαρτήτως προθέσεων των φορέων της με την κυρίαρχη αστική ιδεολογία.
Και στο αλέγρο σάλπισμα των νέων πατρίδων νιώθω να ’ρχεται καταπάνω μου ο αχός από του Μαρξ και του Ένγκελς το τραγούδι· το παίζει ο Λένιν και το λένε οι λαοί.
Το γνωστότερο πεζό του είναι το διήγημα “Ο αναρχικός τραπεζίτης” του 1922, μια σάτιρα με επίκεντρο έναν τραπεζίτη που σε γεύμα με φίλο παραδέχεται πως είναι αναρχικός.
Κάθε άνιση μάχη που επιζητεί να ξεπληρώσει ένα παλιό και δυσβάσταχτο χρέος, δεν οριοθετείται μήτε από τη ζωή μήτε από το θάνατο…