“Κι αν εσείς απαντάτε με γκλομπ και μολότοφ, εγώ απαντώ με τούτο το ποίημα.”
“Μα ποιος θα ρθει να κρατήσει την ορμή μιας μπόρας που πέφτει; Ποιος θα μετρήσει μια μια τις σταγόνες πριν σβήσουν στο χώμα Πριν γίνουν ένα με τη λάσπη σαν τις φωνές των ποιητών;…”
“Κι όμως στο βάθος πέρα από την άκρη της πόλης η Άνοιξη ντυμένη γυναίκα ή κάποια γυναίκα ντυμένη με τα χρώματα της Άνοιξης γεμάτη αυτοπεποίθηση με πλησιάζει…”
Στον τελευταίο χορό μεταμφιεσμένων καθένας θα ντυθεί το τολμηρότερο. Εδώ τις έχω τις στολές αναποφάσιστες:
“Ήρθ΄ ένας καβαλλάρης μέσα στη νυχτιά κι΄ έγινε στάχτη ο τόπος, κάμποι και βουνά κι΄ έχει σταυρούς γεμίσει, μαύρα μνήματα…”
“Κι αν οι κυρίαρχοι μπαζώνουν με το φόβο την αλήθεια, Παρασκευή 28-2-25, 11:00, Σύνταγμα ΟΛΟΙ ΣΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ ΕΙΜΑΣΤΕ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΔΟΛΟΦΟΝΗΜΕΝΩΝ Η ΔΙΚΗ ΤΟΥΣ ΦΩΝΗ.”
“Παγωμένο το φεγγάρι του χειμώνα σβήνει κι από τα σύννεφα ψηλά τα μάτια των παιδιών μας κοιτάζουνε, άγρια, τρελά και διψασμένα ζητάνε δικαιοσύνη…”
“Στην άγια χάρη πώς λυγά η θέληση κι η μνήμη, θεριό που κύλησε γοργά στον θόλο και στην μήνι και ο αρχαίος λογισμός κι ο θυρεός, σκοτάδι, σαν κύλησε στον Άδη το μαύρο το νερό..”
“…και προσπαθούσαν κάθε βράδυ να ξεθωριάσουν την δική μας οργή και για τους άλλους παρόμοιους. – Τώρα που θα βουλιάξουμε μου λέτε και μένα ποιος φταίει;”
“Πάνω στις ράγες χαιρέκακες Σίβυλλες προλέγουν ανάκουστους θρήνους. Θάβουν τη ζωή κάτω απ’ τις ερπύστριες προεξοφλώντας τη λήθη…”