“Φύγατε εσείς για να ζήσουμε εμείς και ήρθε η μεγάλη σκοτεινιά, η στέρηση και το μικροβόλεμα!…”
“Αιχμάλωτοι δεμένοι στις άγκυρες ένας κρίκος γύρω στο λαιμό του ορίζοντα κι άλλες αλυσίδες εκεί στα πόδια των παιδιών και στα χέρια της αυγής που κρατούν μια μαργαρίτα…”
«Εδά ΄ναι Ποιητή το Ιτζεκάκι, εδά κι εσύ … εδά, ανάμεσο μας παρηγοριά τις νύχτες του μεγάλου πόνου…»
Ξαφνικά σκίρτησε. Από μακριά ακούστηκε μια φωνή, που όσο έρχονταν πιο κοντά δυνάμωνε. Ήταν βαθιά χαράματα και δεν ακούγονταν στο δρόμο τσιμουδιά. Η πόλη κοιμούνταν μέσα σε μια ύπουλη σιωπή. Κι αυτή τη σιωπή έρχονταν να ταράξει η φωνή αυτή. Θολή κι ακαθόριστη στην αρχή…
“Γίνου Παλαιστίνη ολάκερη να με βρεις στο χώμα της Λωρίδας μου εδώ, που το αίμα μένει αχώνευτο εδώ, που άλλα κορμιά νεκρά δε χωράει μέσα του και ξεχειλίζει η φρίκη και η οργή…”
“Απλώνονται δειλά – δειλά τα παιδιά και σ’ άλλα μέρη και σ’ άλλες γειτονιές και τραβούν απ’ τον ουρανό το φεγγάρι Το τραβούν, το σέρνουν και χάνονται…”
“Μην αγγίζετε τις κρυφές πληγές Θα γελάσουν οι λιμναίοι καθρέπτες Προβάλλοντας σκοτεινά κέρατα Κόκαλο και ντροπή τ’ ουρανού…”
Κεραυνός και βροντή ή άλλη αιτία/ ποτέ δε συγκλόνισαν την Ισπανία συθέμελα/ όσο οι πιστολιές από το χέρι σου, δολοφόνε/ του Λόρκα, των χιλιάδων αθώων
«Κοντά στα ποιήματά μου δοκίμασα να γράψω και μερικά τραγούδια, χωρίς να τα υποτιμώ καθόλου. Έτσι ή αλλιώς, μιλά κανείς για τα ίδια πράγματα που αγαπά και από κει και πέρα το λόγο έχουν αυτοί που θα τ’ ακούσουν…»
“Πολιτισμοί μιας γης που έχασε τα ίχνη της ντροπής. Κλόουν σαχλοί γελούν… τα κέρδη τους μετράνε σ’ αιμάτινα πηγάδια, τις ώρες της απόλυτης σιωπής…”