Αδημοσίευτη ποίηση, του Γιώργου Δ. Μπίμη
“Μπροστά μπροστά”, φώναξε η επικεφαλής. “Μπροστά μπροστά”, επανέλαβε το πλήθος των γυναικών. Οι αστυνομικοί που φύλαγαν τη γωνία αναδιπλώθηκαν. Δεν τις χτύπησαν. Πυροβολούσαν στον αέρα. Οι γυναίκες τους αφαίρεσαν τα όπλα…
“…αλλά ο κόπος του, από χρόνο σε χρόνο λιγότερα αξίζει, το εισόδημά του όσο πάει λιγοστεύει, το ψωμί που με τόση δυσκολία βγάζει, όλο και περισσότερο μικραίνει, είναι ολοφάνερο ότι κάποιος τον ληστεύει.”
“Όλοι μου λεν πως είμαι αθώος γιατί σπανίως εννοούν τα πάμπολλά μου εγκλήματα. Πως είμαι δήμιος, ασφαλώς δεν το πιστεύουν. Μα εγώ φοβάμαι. Γιατί, καλώς γνωρίζω πόσες ωραίες μου πράξεις καρατόμησα· πόσες φορές κλάδεψα τους βλαστούς μου…”
Ζει στα Εξάρχεια και κάνει την απογοήτευσή της τραγούδι. Μπλέκεται με αναρχοαυτόνομες ομάδες και βγάζει αφίσα που γίνεται (με τα σημερινά δεδομένα) viral, με σύνθημα «Οι μπάτσοι πουλάνε την ηρωίνη». Η ποίησή της εκτιμήθηκε ακόμα περισσότερο μετά τον θάνατό της.
“Κι αν μόνο ένας, πούνε, πως κάηκε, κι εσύ μ’ απάθεια κατανεύσεις, συλλογίσου! πως κάτι μέσα σου μηδενίστηκε, για να φτάσεις να απαντάς σ’ ανθρώπου κραυγή με τη δική σου σιωπή…”
“Παιδιά του λαού αυτοί που πέσανε, δε μάθανε γράμματα, δεν είχαν δάσκαλο, γνωρίσανε μόνο το φως και γκρέμισαν τους παλιούς θεούς…”
Ο 19ος αιώνας δίκαια ονομάστηκε χρυσός αιώνας της Ρωσικής λογοτεχνίας, γιατί βρισκόμαστε μπροστά σε ένα θαύμα, και τα θαύματα δεν είναι εύκολο να τα καταλάβεις…
“Αν θέλεις να με γνωρίσεις έλα και σκύψε απάνω στην αφρικάνικη ψυχή μου· στους στεναγμούς των Νέγρων φορτοεκφορτωτών – στις προκυμαίες – στους ξέφρενους χορούς των Chopes, στις εξεγέρσεις των Shanganas…”
Ένα αδημοσίευτο ποίημα του Γιώργου Δ. Μπίμη