“Αντισταθείτε ΑΝΘΡΩΠΟΙ!! Μονόδρομος είναι ο αγώνας εργάτες μου. Του Στάλιν και του Λένιν. Τώρα μην ξεστρατίσουμε, στου φασισμού το αμπέλι…”
Μέχρι την τελευταία στιγμή με χιούμορ και χαμόγελο στον αγώνα για Δημόσια Υγεία και Περίθαλψη.
“Τότε που οι Αθηναίοι της αγοράς αργόσχολοι είχαν εγκατασταθεί στις έδρες δημοπρατώντας σκλάβους Κι ο Βελουχιώτης αυτόχειρας σημάδευε την καρδιά τους…”
Μα αν ανασηκώσεις τούτη τη βαριά πέτρα που με σκεπάζει, αν ανασηκώσεις τα σαρακοφαγωμένα από την υγρασία ρούχα μου, θα αντικρίσεις τη λαβωμένη μου καρδιά, στεγνή και αφυδατωμένη, μα πάντα απειθάρχητη και αμεταμέλητη…
Από τα παιδικά του χρόνια βίωσε τον εμφύλιο στη χώρα του. Ή μάλλον έμαθε τη ζωή μέσα από τον πόλεμο. Ζωή σημαίνει πόλεμος. Κι ο θάνατος είναι στην καθημερινότητα της ζωής. Όπως το φαγητό ή ένας περίπατος στο δάσος.
Ήταν μια κούρσα παράξενη: Μια κηδεία να καλπάζει, όλο και πιο γρήγορα, μέσα στο δρόμο, μ’ έναν κουτσό παπά γέρνοντας απ’ την κουτσαμάρα του μια δώθε, μια κείθε και μ’ έναν ανθρωπάκο πίσω απ’ το φέρετρο να τού κάνει αντίστιξη, ταλαντεύοντας — έτσι όπως προχωρούσε σπασμένος — το σώμα του αντίστροφα…
“Αντιστάσου στην κοινωνία που σαν ξένη σε κοιτά Αντιστάσου και σε μένα κι ας σ’ αγαπώ για αιώνων κατάλοιπα και για συνήθειες – ίσως – που με βολεύουν να τις κρατάω κάποιες φορές κι εγώ…”
Στο ίδιο μπαρ μες στους καπνούς ως τα χαράματα Φωνή που τρίζει και τα λόγια πέφτουν σκόρπια
“Αν θυμάμαι το χέρι σου, λέει, στη Σκόδρα, στο Μπάλατον, στο Μπελογιάννη την τριμμένη σου χλαίνη αν θυμάμαι το χέρι σου που ’τρεμε και κουδούνιζε το κουτάλι στο πιάτο…”
Από τους πιο συνεπείς σοσιαλιστές συγγραφείς της εποχής του, ο Κώστας Παρορίτης, συγκαταλέγεται στους προδρόμους της προοδευτικής μας λογοτεχνίας.